Το δρόμο για τις φυλακές πήραν μετά την απολογία τους στην ανακρίτρια, η Έλενα Πολυχρονοπούλου και ο σύντροφός της Δημήτρης Ρεγγινίδης μετά τη σύλληψή τους με 7,8 κιλά κοκαΐνη.
Κατά την απολογία της, η 29χρονη φέρεται να κατέθεσε στην ανακρίτρια: «Δεν έχω καμία απολύτως σχέση. Δεν γνώριζα τι έκανε ο σύντροφός μου».
Ο 32χρονος δήλωσε εξαρτημένος από ναρκωτικές ουσίες αλλά και θύμα του «Βασίλη» από τον οποίο προμηθεύονταν κοκαΐνη και δεν μπόρεσε να ξεπληρώσει το χρέος του ύψους 6.500 ευρώ. Ο κατηγορούμενος ανάφερε ότι αρνείται την κατηγορία όπως του έχει αποδοθεί και υποστήριξε ότι δεν είναι έμπορος ναρκωτικών.
Το γνωστό μοντέλο φέρεται να ανέφερε πως πολύ συχνά είχε καυγάδες με τον 32χρονο και ότι προσπαθούσε να τον πείσει να σταματήσει την χρήση ναρκωτικών ουσιών, ενώ σύμφωνα με πληροφορίες, η 29χρονη όταν άκουσε την απόφαση για προφυλάκισή της ξέσπασε, φωνάζοντας για τον σύντροφό της: «Με κατέστρεψε!».
«Είμαι χρήστης», δήλωσε ο Δ.Ρεγγινίδης
Από την πλευρά του με το υπόμνημα που κατέθεσε στην ανακρίτρια, ο 32χρονος υποστήριξε από το 2011, οπότε και άρχιζε να εργάζεται ως μπάρμαν σε νυχτερινά μαγαζιά στην Αθήνα και το καλοκαίρι στη Νάξο, ξεκίνησε να κάνει χρήση κοκαΐνης. «Όταν εργαζόμουν σε νυχτερινά καταστήματα με κερνούσαν με κοκαΐνη. Δυστυχώς λόγω της καθημερινής χρήσης εθίστηκα και έκτοτε είμαι εξαρτημένος από την κοκαΐνη. Έχω κάνει χρήση και άλλων ναρκωτικών όπως mdma και extacy σε συνδυασμό με υπερκατανάλωση αλκοόλ», υποστήριξε χαρακτηριστικά ο κατηγορούμενος, για να αναφερθεί στη συνέχεια στη γνωριμία του με το 29χρονο μοντέλο:
«Με την συγκατηγορούμενή μου γνωρίστηκα το 2017 σε νυχτερινό μαγαζί στο Γκάζι όπου εργαζόμουν ως μπάρμαν και εκείνη ως υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων. Εργαστήκαμε μαζί για κάποιο διάστημα και έπειτα συνάψαμε σχέση. Εγώ ένιωθα ότι καταστρέφω τον εαυτό μου γιατί ξενυχτούσα κάθε μέρα και έκανα κατάχρηση ναρκωτικών και αλκοόλ», είπε ο 32χρονος και προσέθεσε: «Αποκάλυψα στην συγκατηγορούμενή μου το πρόβλημα της εξάρτησης μου, η οποία με προέτρεψε και με βοήθησε να διακόψω την νυχτερινή εργασία για να αλλάξω περιβάλλον και να κάνω προσπάθεια να κόψω τα ναρκωτικά.
Σταματήσαμε και οι δύο την νυχτερινή εργασία. Για κάποια διαστήματα κατάφερα να διακόψω τη χρήση αλλά δυστυχώς μετά υποτροπίαζα. Με την συγκατηγορούμενή μου τσακωνόμουν λόγω της χρήσης. Αυτός ήταν και ο λόγος που δεν συγκατοικούσαμε σταθερά, αλλά εκείνη έμεινε στους γονείς της και απλώς ερχόταν κάποια βράδια σπίτι μου. Της είχα υποσχεθεί ότι θα παρακολουθήσω πρόγραμμα απεξάρτησης και θεωρούσαμε ότι αν κάνουμε οικογένεια οργανισμός μου θα απορροφηθεί ψυχικά και πνευματικά και θα ξεφύγω οριστικά».
Ο «Βασίλης», η καραντίνα και η χρήση κοκαΐνης
Στη συνέχεια, ο κατηγορούμενος έδωσε τη δική του εκδοχή για το πώς βρέθηκε να έχει στην κατοχή του 7,827 κιλών κοκαΐνης. Στο υπόμνημα που κατάθεσε στην ανακρίτρια ανέφερε χαρακτηριστικά:
«Μετά τον Μάρτιο του 2020 κατά τη διάρκεια της καραντίνας συνάντησα έναν παλιό γνωστό μου. Με αυτόν είχαμε κάνει χρήση παλαιότερα. Είχε πάντα την κοκαΐνη πάνω του. Τον συνάντησα στην πλατεία Πλυτά όταν έβγαλα βόλτα το σκύλο μου. Τον θυμόμουν από παλιά. Πιάσαμε την κουβέντα και μου είπε ότι ακόμη έχει δυνατότητα να βρίσκει κοκαΐνη και μάλιστα με κέρασε. Κατέληξα μέσα και στην ψυχολογική απομόνωση της καραντίνας να υποτροπιάσω και να κάνω χρήση.
Συνέχισα να προμηθεύομαι από αυτόν και έφτασα στο σημείο να του χρωστάω 6.500 ευρώ. Του είχα υποσχεθεί ότι θα τον αποπληρώσω στο τέλος του φετινού καλοκαιριού. Εγώ γύρισα αλλά δεν είχα τα χρήματα και τότε ξεκίνησε να με απειλεί λέγοντας μου «ξέρω που μένεις, θα έχεις πρόβλημα κι εσύ και η φίλη σου». Τον ρώτησα «που είδες τη φίλη μου;». Μου είπε ότι την είχε δει επειδή έβγαζε και αυτή βόλτα το σκύλο μου στην ίδια πλατεία.
Το άτομο αυτό το ξέρω ως Βασίλη και είναι 40 ετών και πιο ψηλός από μένα. Στις 7 Σεπτεμβρίου 2021 ο Βασίλης ήρθε έξω απ’ το σπίτι μου και με περίμενε με δύο άτομα ακόμη που ήταν πάνω στη μηχανή με κράνη».
Ο κατηγορούμενος υποστήριξε πως ο «Βασίλης» του είπε πως για να μην τον «πειράξει» επειδή του χρωστούσε χρήματα του ζήτησε να κάνει κάτι γι’ αυτόν. Ο 32χρονος υποστήριξε χαρακτηριστικά με το υπόμνημά του:
«Μου είπε ότι επειδή του χρωστούσα θα έπρεπε να κάνω κάτι γι’ αυτόν για να μη με πειράξει. Μου είπε ότι θα με στείλει να παραλάβω από κάπου μια τσάντα και να την παραδώσω κάπου αλλού. Δε μου είχε πει ότι θα περιείχε. Κατάλαβα ότι επρόκειτο για ναρκωτικά αλλά δεν ήξερα το είδος και την ποσότητα. Μου είπε ότι θα έρθει να με βρει πάλι την Πέμπτη το μεσημέρι στην οδό Δικαιάρχου στο ύψος ενός καταστήματος με ψιλικά.
Πράγματι ήρθε την Πέμπτη και μου είπε να πάω στη Νέα Σμύρνη στη γωνία Εφέσου και Πολυκάρπου και ότι θα έρθει στις 3:30 ταξί station βάγκον. Στον οδηγό θα έλεγα ότι «έρχομαι από το Βασίλη» κι αυτός θα μου αφήσει μία τσάντα που εγώ θα πρέπει να την πάω πεζός στην εκκλησία της Αγίας Φωτεινής, στη γωνία με τον παντοπωλείο όπου θα έρθει να την παραλάβει ένα θαλασσί Toyota».
Ακολούθως ο 32χρονος, ανέφερε: «Πήγα πεζός στη διασταύρωση Εφέσου και Πολυκάρπου και μετά από λίγο εμφανίστηκε το station βάγκον ταξί το οποίο στάθμευσε στην απέναντι γωνία της διασταύρωσης. Μετά από τρία δευτερόλεπτα, από την ίδια φορά του δρόμου από την οποία είχε έρθει το ταξί, πέρασαν μπροστά μου δύο μηχανές τις οποίες πρόσεξα επίμονα καθώς περίμενα να προχωρήσουν προκειμένου να περάσω απέναντι με ασφάλεια.
Στη μία επέβαιναν δύο άτομα και στην άλλη ένα. Είδα ότι είχαν και οι τρεις επιβαίνοντες κράνη και στη μηχανή με τα δύο άτομα είδα να κρέμεται και καλώδιο ακουστικού. Περνάω το δρόμο απέναντι, πηγαίνω στον οδηγό του ταξί και του λέω «έρχομαι από το Βασίλη» και εκείνη τη στιγμή εξέρχεται από το ταξί ένα άγνωστο άτομο και βγάζει ένα ταξιδιωτικό σάκο από το χώρο των αποσκευών του αυτοκινήτου και τον αφήνει στο πεζοδρόμιο.
Την ίδια στιγμή, εγώ ανήσυχος του είπα «είδες τις μηχανές που πέρασαν» και αυτός μου απάντησε «ναι τις είδα και πιο πριν! Πάρτα και φύγε» και μπήκε στο αυτοκίνητο και έφυγε βιαστικά. Μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχα ακουμπήσει την τσάντα. Σκέφτηκα τις μηχανές που πέρασα με το ακουστικό μπορεί να ήταν αστυνομικοί και δίστασα να πάρω την τσάντα αλλά οδηγός του ταξί την άφησε και έφυγε και φοβήθηκα να την αφήσω μη χαθεί και βρω τον μπελά μου από το Βασίλη και με κατηγορείς ότι την έκλεψα.
Ενώ λοιπόν στεκόμουν δίπλα στο σάκο φρεναρίσματα, κοιτάω πίσω μου και βλέπω τις μηχανές δεν έχουν έρθει ανάποδα στο δρόμο προς τη μεριά μου. Ήταν αστυνομικοί με έριξαν κάτω και με χτύπησαν. Δεν αντιστάθηκα καθόλου και τους φώναξα «είμαι κάτω ότι πείτε».
Μου πέρασαν χειροπέδες και με ρωτούσαν «ποιος σε έστειλε; που θα τα πήγαινες αυτά; (Δεν με ρώτησαν ποιος μου έδωσε το σάκο, γιατί πιθανόν γνώριζαν). Αφού μου αφαιρέσουν τα προσωπικά μου αντικείμενα και μου φορέσουν χειροπέδες τους είπα ότι επιθυμώ να συνεργαστώ και να τους πω ότι γνωρίζω. Τους αποκάλυψα το σημείο που θα παρέδιδα το σάκο και μου ζήτησαν να πάμε μαζί.
Πήγαμε στην Αγία Φωτεινή αλλά δεν εμφανίστηκε κανείς γιατί προφανώς αντιλήφθηκαν ότι υπήρχαν κι άλλα άτομα και ότι δεν έφτασα εκεί πεζός». Ωστόσο, ο 32χρονος κατηγορείται και για βία κατά υπαλλήλων, καθώς φέρεται να προέβαλε αντίσταση κατά τη σύλληψή του.
«Εγώ φταίω για την εμπλοκή της συντρόφου μου»
Σε ό,τι αφορά τη σύντροφό του ο 32χρονος κατηγορούμενος με το υπόμνημά του ανέφερε τα εξής: «Η σύντροφος μου δεν έχει απολύτως καμία σχέση και φταίω αποκλειστικά εγώ για την εμπλοκή της, υπό την έννοια ότι αν δεν βρισκόταν στο μικρό σπίτι μου δεν θα ήταν κατηγορούμενη. Αντιλαμβάνομαι ότι έπρεπε να μη δεχθώ να πάω να παραλάβω την κατασχεθείσα ποσότητα. Έκανα λάθος, το μετανιώνω ειλικρινά και γνωρίζω ότι θα υποστώ τις συνέπειες του νόμου».
Επισήμανε, δε ότι αρνείται την κατηγορία όπως του αποδίδεται δηλώνοντας ότι δεν είναι έμπορος ναρκωτικών. «Αρνούμαι την κατηγορία, όπως μου αποδίδεται. Δεν είμαι έμπορος ναρκωτικών. Εργάζομαι από 13 ετών και στη ζωή μου έχω αγωνιστεί με τιμιότητα και ιδρώτα για να επιβιώνω» υποστηρίζει για να προσθέσει:
«Αποδέχομαι ότι αποπειράθηκα να μεταφέρω την κατασχεθείσα ποσότητα από το σημείο που θα την παραλαμβάνει στο σημείο που μου είχε υποδειχθεί. Όμως με κάθε ειλικρίνεια δηλώνω ότι η κατασχεθείσα ποσότητα δεν ήταν δική μου, δεν μου ανήκει ακόμα δεν είχα εξουσία διαθέσεως της ούτε αποφάσιζα για την τύχη της. Δεν πρόλαβα να αποκτήσω κατοχή της βαλίτσας. Προτού την ακουμπήσω με συνέλαβαν οι αστυνομικοί».
Αιτήματα
Ο 32χρονος υπέβαλλε τα εξής αιτήματα στην ανακρίτρια: Να ερευνηθεί από το χημείο του κράτους το ποσοστό περιεκτικότητας σε κοκαΐνη στη ποσότητα που βρέθηκε και κατασχέθηκε, όπως επίσης να εξεταστεί και ο ίδιος από πραγματογνώμονα ώστε να διαπιστωθεί ο βαθμός εξάρτησής του.
Τέλος, υπέβαλλε αίτημα για αναζήτησή βιντεοληπτικού υλικού από το σημείο της επίδικης διασταύρωσης προκειμένου να αποδειχθεί ότι: «1. Δεν αντιστάθηκα, αντίθετα χτυπήθηκα, 2. Δεν πρόλαβα να ακουμπήσω τη βαλίτσα, 3. Οι ίδιοι οι αστυνομικοί που με συνέλαβαν ήταν αυτοί που ακολουθούσαν το ταξί και πέρασαν μπροστά μου δευτερόλεπτα αφότου στάθμευσε οδηγός του ταξί».
Επιπρόσθετα, κατά την εμφάνιση του ενώπιον της ανακρίτριας για χορήγηση προθεσμίας ο κατηγορούμενος, είχε ζητήσει να υποβληθεί σε τοξικολογικές εξετάσεις για να διαπιστωθεί ότι υπήρχε κοκαΐνη στο αίμα του.
Σε δήλωσή του, ο δικηγόρος 29χρονης, Παντελής Κοκοτός, μετά τη προφυλάκιση της εντολέας του ανέφερε: «Η εντολέας μου ισχυρίστηκε το έλλειμμα οποιαδήποτε γνώσης για τα ναρκωτικά. Ωστόσο, το αποτέλεσμα είναι γνωστό. Είμαστε στην αρχή μιας ποινικής διαδικασίας. Λειτουργούν οι ενδείξεις. Σεβόμαστε την απόφαση, αλλά υπάρχει πλειάδα στοιχείων που στην παρούσα φάση δεν μπορούν να ανατρέψουν την απόφαση. Θα αιτηθεί την αντικατάσταση της προσωρινής της κράτησης. Είναι παράπλευρη απώλεια ενός ανθρώπου που αντί να ανεβεί τα σκαλιά της εκκλησίας μαζί της στις 15 Οκτωβρίου, βρέθηκαν σε αυτή την κατάσταση».
Αναφερόμενος στον ισχυρισμό των αστυνομικών ότι η 29χρονη πέταξε ναρκωτικά στη λεκάνη της τουαλέτας, ο συνήγορός της ανέφερε: «η εντολέας μου ουδέποτε έχει καπνίσει, ουδέποτε έχει πιει, δεν έχει απασχολήσει ποτέ τις αρχές. Ο ισχυρισμός δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, αλλά αυτή τη στιγμή δεν μπορεί να αποδειχθεί».
Από τη πλευρά του ο συνήγορος του 32χρονου, Σταύρος Γεωργοπουλος, δήλωσε: «Όποιος κάνει χρήση ναρκωτικών καταστρέφει τον οργανισμό του, χάνει την αυτοκυριαρχία του και αν φτάσει στο σημείο να χρωστάει στα κυκλώματα που τον προμηθεύουν κινδυνεύει να γίνει υποχείριο τους και να εγκλωβιστεί ως αναλώσιμος αχυράνθρωπος σε καταστάσεις οι οποίες τον οδηγούν στη φυλακή. Κάτι τέτοιο έχει συμβεί σήμερα με τον εντολέα μου, ο οποίος δεν είναι κανένας μεγαλεμπόρους ναρκωτικών, κατοικεί σε ένα διαμέρισμα ταπεινό και φτωχικό 50 τετραγωνικών, εργαζόταν από τα 13 του έτη και δυστυχώς εγκλωβίστηκε σε αυτή την υπόθεση».