Η συγκλονιστική ναυτική τραγωδία με την βύθιση του ρωσικού πυρηνοκίνητου υποβρυχίου Kursk πριν από δύο δεκαετίες είχε συγκλονίσει την Ρωσία και ολόκληρη την ανθρωπότητα.
Το «Kursk» βυθίστηκε στις 12 Αυγούστου 2000 σε βάθος 108 μέτρων, και στοίχισε τη ζωή και των 118 μελών του πληρώματος και πυροδοτώντας την πρώτη μεγάλη διεθνή κρίση της προεδρίας του Βλαντιμίρ Πούτιν.
Η επίσημη έρευνα που διέταξε τότε η ρωσική κυβέρνηση κατέληξε δύο χρόνια αργότερα ότι το ατύχημα ήταν αποτέλεσμα έκρηξης τορπίλης, η οποία στη συνέχεια προκάλεσε την έκρηξη πυρομαχικών στο πλοίο.
Ωστόσο, σε μια συνέντευξη στο RIA Novosti, που μεταδόθηκε τη Δευτέρα, ο πρώην διοικητής του Βόρειου Στόλου Βιάτσεσλαβ Ποπόφ ανέπτυξε μια θεωρία για το πώς μπορεί να συνέβη το περιστατικό.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ένα υποβρύχιο που ανήκε δύναμη του ΝΑΤΟ πλησίασε πολύ το ρωσικό υποβρύχιο, τόσο που προσέκρουσε στην πλώρη του και προκάλεσε ζημιά στον σωλήνα της τορπίλης, με αποτέλεσμα να ακολουθήσει η έκρηξη. Στη συνέχεια το σκάφος πλημμύρισε, στέλνοντας το υποβρύχιο στα βάθη της θάλασσας.
«Το υποβρύχιο που συγκρούστηκε με το «Kursk» το ακολουθούσε, προφανώς, πλησίασε πολύ κοντά χωρίς να τηρήσει τις αποστάσεις ασφαλείας και κάποιος απότομος ελιγμός του Kursk οδήγησε στην πρόσκρουση».
Ο Ποπόφ ισχυρίστηκε ότι γνώριζε το όνομα του σκάφους το οποίο μάλιστα επιχειρούσε υπό την ηγεσία των ΗΠΑ «με 90% πιθανότητα». Ωστόσο, παραδέχτηκε ότι δεν είχε επαρκή διαθέσιμα στοιχεία για να δημοσιοποιήσει την υπόθεση αυτή τη στιγμή.
Σύμφωνα με τον πρώην αρχηγό του Ναυτικού, ο οποίος υπηρέτησε μέχρι το 2001, το νατοϊκό σκάφος βρισκόταν στην περιοχή όπου συγκρούστηκε με το «Kursk». Σημείωσε επίσης ότι εκείνη τη στιγμή της πρόσκρουσης στάλθηκαν σήματα SOS από ειδικό εξοπλισμό με τον οποίο δεν ήταν εξοπλισμένα τα ρωσικά σκάφη, υπονοώντας ότι πρέπει να υπήρχε άλλο υποβρύχιο.
Ο Βίκτορ Κραβτσένκο, πρώην αρχηγός του επιτελείου του ρωσικού Ναυτικού, συμφώνησε με τη θεωρία του Ποπόφ, σχολιάζοντας ότι «είχε επίσης την τάση να πιστεύει αυτή την εκδοχή» της πρόσκρουσης του Κουρσκ, σενάριο που προκύπτει από συγκεκριμένα στοιχεία.
Τρία σκάφη του ΝΑΤΟ, το βρετανικό «Splendid» και τα αμερικανικά υποβρύχια «Toledo» και «Memphis», φέρονται να βρίσκονταν κοντά στις ρωσικές στρατιωτικές ασκήσεις στη Θάλασσα του Μπάρεντς εκείνη την εποχή. Ούτε η Ουάσιγκτον όμως, ούτε το Λονδίνο παρείχαν έγγραφα για την θέση των σκαφών τους όταν η Μόσχα ζήτησε τις σχετικές πληροφορίες.
Ωστόσο, η ρωσική κυβέρνηση υποστηρίζει ότι το συμπέρασμα της επίσημης έρευνας είναι το πιο πιθανό, με πολλούς αναλυτές να επισημαίνουν ότι η περίοδος ήταν μια δύσκολη περίοδος για τον ρωσικό στρατό. Ένας συνδυασμός υποχρηματοδότησης, γερασμένου σοβιετικού υλικού και χαμηλού ηθικού θα μπορούσαν όλα να συνέβαλαν στο περιστατικό.