Μια ακόμη σοκαριστική υπόθεση σεξουαλικής κακοποίησης μαθήτριας από καθηγητή της βρίσκεται στα χέρια των ανακριτικών αρχών, οι οποίες καλούν σε απολογία τον κατηγορούμενο εκπαιδευτικό για τα κακουργήματα της αποπλάνησης ανηλίκου και της ασέλγειας σε ανήλικο κάτω των 12 ετών.
Παρακάτω παρουσιάζονται άγνωστα στοιχεία της δικογραφίας που έχει σχηματιστεί για τη ζοφερή αυτή υπόθεση, η οποία έρχεται να προστεθεί σε όσα συγκλονιστικά έχουν δει το φως της δημοσιότητας στο πλαίσιο των αποκαλύψεων του ελληνικού #metoo. Καταπέλτης για τον κατηγορούμενο είναι η 20σελιδη γνωμάτευση γνωστού παιδοψυχίατρου των Αθηνών, στην οποία περιγράφεται καρέ-καρέ η καταστροφή του ψυχισμού του ανήλικου κοριτσιού που αρίστευε στο σχολείο, αλλά μετά τα όσα υπέστη από τον καθηγητή Μαθηματικών του φροντιστηρίου της έφτασε στο σημείο να θέλει να βάλει τέλος στη ζωή της και να αυτοτραυματίζεται κόβοντας το σώμα της με ξυράφια.
Σύμφωνα με την παιδοψυχιατρική γνωμάτευση που βρίσκεται στα χέρια της ανακρίτριας, τα όσα εξιστορεί η 16χρονη σήμερα κοπέλα σε βάρος του καθηγητή της και διευθυντή του φροντιστηρίου στο οποίο πήγαινε όχι μόνο είναι αξιόπιστα και βάσιμα αλλά τη σημάδεψαν τόσο βαθιά ώστε να υποφέρει από «καταθλιπτικό επεισόδιο βαριάς μορφής» και «μετατραυματική διαταραχή άγχους, απότοκο των σεξουαλικών πράξεων στις οποίες εκτέθηκε».
Συμπάθεια και καραμέλες
Όλα ξεκίνησαν όταν η ανήλικη σε ηλικία 11 ετών άρχισε φροντιστήριο στην ΣΤ’ Δημοτικού. Τα όσα ακολούθησαν, όπως αυτά αποτυπώθηκαν από τις μαρτυρίες της μαθήτριας ενώπιον του παιδοψυχίατρου, καταγράφονται στην 20σελιδη γνωμάτευσή του και σοκάρουν: «Αρχικά ο διευθυντής του φροντιστηρίου έδειχνε στη Μ. συμπάθεια, την άφηνε στο γραφείο των καθηγητών, της μιλούσε με τα καλύτερα λόγια, της έδινε καραμέλες, και η ίδια ένιωθε ότι απολάμβανε μια ξεχωριστή μεταχείριση από αυτόν και ότι αυτό γίνονταν διότι είχε καλούς βαθμούς. Στο τέλος της ΣΤ’ Δημοτικού η Μ. ανέφερε ότι ο διευθυντής άρχισε τις δωροδοκίες του είδους “αν θες την καραμέλα θα πρέπει να με φιλήσεις, αν θες τον υπολογιστή μου θα πρέπει να με φιλήσεις” και προοδευτικά άρχισε να γίνεται πιο βίαιος, για παράδειγμα, να της κρατά τα χέρια και το σώμα της».
Η νεαρή κοπέλα ρωτήθηκε από τον παιδοψυχίατρο για το πώς αντιδρούσε και πώς ένιωθε για όλα αυτά. «Είχα φόβο, νεύρα με εμένα, στεναχώρια, απογοήτευση, δεν μου άρεσε αυτό που συνέβαινε αλλά δεν μπορούσα να κατανοήσω τι είναι. Δεν μου είχε μάθει ποτέ κανένας ότι αυτό μπορεί να γίνει από άτομο που σέβονται όλοι», ήταν η συγκλονιστική απάντηση της ανήλικης, δηλωτική της αθωότητάς της, την οποία, κατά την κατηγορία, εκμεταλλεύτηκε με τον πιο χυδαίο τρόπο ο άνθρωπος που φρόντιζε, κατά τ’ άλλα, για τη μόρφωσή της!
Ακολούθως, η 16χρονη ρωτήθηκε για το πώς εξελίχθηκαν στη συνέχεια τα γεγονότα και η απάντηση που έδωσε αποτυπώνεται ως εξής στη γνωμάτευση του παιδοψυχίατρου: «Ο διευθυντής του φροντιστηρίου, χωρίς να τη ρωτά, ακουμπούσε τα οπίσθια και το στήθος της αρχικά, κάνοντάς της μασάζ στους ώμους. Στην Α’ Γυμνασίου, η προσέγγιση του καθηγητή συνεχίστηκε. “Μέσα στην τάξη έτριβε το μόριο του πάνω της, στην πλάτη της και ένιωθε ότι ήταν σε στύση. Αυτό μπορεί να γινόταν την ώρα που ήταν και άλλα παιδιά μέσα στην τάξη (συνολικά άλλα δυο παιδιά) αλλά όταν έρχονταν η γυναίκα του στο φροντιστήριο αυτός έκανε ότι δεν την ήξερε (σ.σ.: την ανήλικη)”… Ο καθηγητής ακουμπούσε το παιδί κάτω από τα ρούχα του “στα γεννητικά του όργανα και στο στήθος με κυκλικές κινήσεις”».
«Πονούσα και έκλαιγα»
«Έβαζε τα χέρια του μέσα από την μπλούζα μου, αγγίζοντας το γυμνό κορμί μου, πίεζε και τραβούσε τις θηλές μου και άγγιζε με βίαιο τρόπο τα στήθη μου. Πονούσα κι έκλαιγα… Ένιωθε ευχαρίστηση και ηδονή, ανασαίνοντας βαθιά και ακουμπώντας το μόριό του, το οποίο ήταν μονίμως σε στύση, στους μηρούς μου. Κατόπιν έβαζε το άλλο του χέρι μέσα στο εσώρουχο μου και μου χάιδευε με μανία…», αναφέρεται στη μήνυση που έχει καταθέσει η οικογένεια σε βάρος του εκπαιδευτικού και η οποία οδήγησε στην άσκηση της κακουργηματικής ποινικής δίωξης σε βάρος του. Σύμφωνα με τη μήνυση, ο κατηγορούμενος για να εξασφαλίσει τη σιωπή της ανήλικης, «χρησιμοποιούσε τους βαθμούς και τις επιδόσεις μου, λέγοντάς μου ότι αν δεν ανταποκρινόμουν κάθε φορά στο κάλεσμά του, θα μετέφερε στους γονείς μου ότι ήμουν αδιάβαστη και ότι παρουσίαζα κάκιστες επιδόσεις και μη κόσμια διαγωγή».
Όπως αναφέρεται στην παιδοψυχιατρική έκθεση, η μαθήτρια βρέθηκε σταδιακά σε ψυχολογικό αδιέξοδο και ανέπτυξε «δυσλειτουργικές στρατηγικές» για να βγει από αυτό, όπως οι αυτοτραυματισμοί. «Ξεκίνησε αυτοτραυματικές συμπεριφορές, όπως το να κόβει το χέρι της, να το καίει με τσιγάρο, να πιάνει επίτηδες το χέρι της στην πόρτα για να πονάει (…) Ενιωθε μίσος για τον εαυτό της, τον κατηγορούσε πως ένιωθε αποτυχημένη και ήθελε να πεθάνει. Χαρακτηριστικά ανέφερε πως μετά από κάποιο άγγιγμα του καθηγητή στο σώμα της έστω και αν έκανε μπάνιο ένιωθε βρώμικη. Ο ύπνος της διαταράχθηκε με αϋπνία λόγω αρνητικών σκέψεων που είχε στο μυαλό της».
Στο πλαίσιο της ανάκρισης που βρίσκεται σε εξέλιξη για τη συγκεκριμένη υπόθεση, έχουν καταθέσει οι γονείς της μαθήτριας και πλέον σε απολογία καλείται ο κατηγορούμενος. Αμέσως μετά ανακρίτρια και εισαγγελέας θα κρίνουν αν ο εκπαιδευτικός θα πάρει ή όχι τον δρόμο για τις φυλακές.
Σε δήλωσή του ο δικηγόρος της οικογένειας της 16χρονης Βασίλης Καπερνάρος αναφέρει: «Πώς μπορεί να γίνει ανθρωπίνως αποδεκτό και μόνον ως σκέψη το γεγονός ότι ένας γονιός ενός 11χρονου παιδιού που εμπιστεύεται το παιδί του σε έναν καθηγητή Μαθηματικών στο φροντιστήριο της γειτονιάς του, εκείνος με επιτήδειους τρόπους θα το αποπλανήσει και θα ασελγήσει πάνω του; Σήμερα το παιδί είναι υπό παρακολούθηση παιδοψυχίατρου με κατεστραμμένη την παιδικότητά του και ο κατηγορούμενος, ίσως μηχανεύεται νέους τρόπους παραπλάνησης-αποπλάνησης εναντίον άλλων παιδιών».