Καρτέλ ναρκωτικών με αρχηγό γυναίκα που διακινούσε κοκαΐνη, κάνναβη και χάπια σε όλη την Αθήνα εξαρθρώθηκε από την ασφάλεια του αεροδρομίου Ελευθέριος Βενιζέλος.

Οι άνδρες της ΕΛ.ΑΣ. πέρασαν χειροπέδες σε τέσσερα άτομα, ενώ όπως διαπιστώθηκε, το κύκλωμα ήταν… οικογενειακό καθώς αρχηγός ήταν η μητέρα 67 ετών και μέλη ο πατέρας 70 ετών και ο γιος 34 ετών.

Ειδικότερα, όπως προέκυψε από την έρευνα των Αρχών, η 67χρονη μεριμνούσε για την προμήθεια, αποθήκευση και πώληση των ναρκωτικών ουσιών είτε απευθείας σε αγοραστές είτε σε έτερα άτομα της οργάνωσης με σκοπό την μεταπώληση αυτών από τους ίδιους.

Επιπλέον σημείωνε σε χαρτιά και τετράδιο τα εισπραχθέντα χρηματικά ποσά από την πώληση των ναρκωτικών. Η αντίστροφη μέτρηση για τον εντοπισμό και τη σύλληψη των μελών του κυκλώματος ξεκίνησε στις 29 Νοεμβρίου λίγο μετά τις 21.00 το βράδυ όταν αστυνομικοί εντόπισαν ένα Smart σκούρου χρώματος, το οποίο κινούνταν ασκόπως στον χώρους στάθμευσης του καταστήματος στο εμπορικό πάρκο του Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών.

Όπως αναφέρεται στο διαβιβαστικό το οποίο φέρνει στο φως το Newsbomb.gr, «ο οδηγός του εν λόγω οχήματος, ο οποίος ήταν νεαρής ηλικίας, μέτριου αναστήματος, αφού στάθμευσε, αποβιβάστηκε και συνάντησε τρεις άγνωστους πιθανόν αλλοδαπούς στο σημείο και τους παρέδωσε κάποιο αντικείμενο, πιθανόν φάκελο. Στην συνέχεια οι τρεις άγνωστοι κινήθηκαν πεζοί προς παρακείμενη στάση λεωφορείου και ο οδηγός του οχήματος επιβιβάστηκε σε αυτό και αναχώρησε με κατεύθυνση τη Λ. Βάρης – Κορωπίου».

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

Τότε έτεροι αστυνομικοί έσπευσαν στην στάση του λεωφορείου για να ελέγξουν τους τρεις άνδρες ωστόσο δεν κατάφεραν να τους εντοπίσουν. Στις 22.00 το βράδυ της ίδιας μέρας ο οδηγός του οχήματος στάθμευσε αυτό στην περιοχή της Γλυφάδας έξω από μία τριώροφη κατοικία και συνάντησε έναν νεαρό. Αφού συνομίλησαν για ελάχιστο χρόνο αποχώρησε μέσω της Λ. Βουλιαγμένης με κατεύθυνση την Αθήνα αναπτύσσοντας μεγάλη ταχύτητα, με αποτέλεσμα λόγω της ταχύτητας του οχήματος σε συνδυασμό με τις κυκλοφοριακές συνθήκες που επικρατούσαν, να καταστεί αδύνατη η συνέχιση της διακριτικής επιτήρησης.