Η Αυστραλία θα υποχρεωθεί να πληρώσει έως και 5,5 δισεκατομμύρια αυστραλιανά δολάρια (3,7 δισεκ. ευρώ) για να σπάσει τη συμφωνία της με τη Γαλλία για την αγορά υποβρυχίων, αφού προτίμησε τελικά να προμηθευτεί αμερικανικά και βρετανικά πυρηνοκίνητα υποβρύχια.
Πέρυσι, ο Αυστραλός πρωθυπουργός Σκοτ Μόρισον ακύρωσε το συμβόλαιο με τον γαλλικό όμιλο Naval Group για τη ναυπήγηση υποβρυχίων κλασικού τύπου (με κινητήρες ντίζελ), επιλέγοντας ως εναλλακτική λύση τα πυρηνοκίνητα, στο πλαίσιο της ιστορικής συμφωνίας συνεργασίας στον τομέα της ασφάλειας που σύναψε η Αυστραλία με τις ΗΠΑ και τη Βρετανία (AUKUS).
Σήμερα, όταν ρωτήθηκαν από μία γερουσιαστή της αντιπολίτευσης, αξιωματούχοι του υπουργείου Άμυνας αποκάλυψαν ότι η εγκατάλειψη της σύμβασης με τη Γαλλία συνεπάγεται την καταβολή υψηλής ρήτρας.
«Οι φορολογούμενοι θα πρέπει επομένως να πληρώσουν 5,5 δισεκ. δολάρια (Αυστραλίας) για υποβρύχια που δεν υπάρχουν;» ρώτησε η Πένι Γουόνγκ κατά τη διάρκεια μιας συνεδρίασης στην Καμπέρα.
Το ποσό που θα προκύψει κατόπιν διαπραγμάτευσης «θα κυμαίνεται σε αυτά τα επίπεδα», απάντησε ο υφυπουργός Άμυνας Τόνι Ντάλτον. Διευκρίνισε ότι το ακριβές ποσό δεν έχει αποσαφηνιστεί επειδή οι διαπραγματεύσεις με τη Naval Group συνεχίζονται.
Ο υπουργός Οικονομικών της Αυστραλίας Σάιμον Μπέρμιγχαμ επέμεινε ότι η απόφαση ακύρωσης της σύμβασης με τη Γαλλία ήταν «αναγκαία για τις επόμενες δεκαετίες», σημειώνοντας ότι η κυβέρνηση «γνώριζε ότι οι συνέπειες θα ήταν σημαντικές».
Σύμφωνα με μια μελέτη που δόθηκε στη δημοσιότητα τον Δεκέμβριο από το αυστραλιανό Ινστιτούτο Στρατηγικής Πολιτικής, το πρόγραμμα AUKUS θα στοιχίσει περισσότερα από 80 δισεκατομμύρια δολάρια και θα χρειαστούν δεκαετίες μέχρι να μπει σε φάση λειτουργίας. Θα έδινε όμως στην Αυστραλία σημαντικό πλεονέκτημα, όσον αφορά τη δυνατότητά της να αποκρούσει μια επίθεση.