Νέα στοιχεία για την πολύκροτη υπόθεσης της απαγωγής Λεμπιδάκη μέσα από την ογκωδέστατη δικογραφία των έξι χαρτοκιβωτίων που συνέταξε η Ασφάλεια Ηρακλείου. Έτσι, προκύπτει ότι κομβικό πρόσωπο στην εξάρθρωση του δεύτερου πυρήνα αποτέλεσε ο 22χρονος Γ.Ε, από τη Σκαλωτή Σφακίων καθώς τα μεσάνυχτα της 7ης Ιουλίου προσήχθη από αστυνομικούς την ώρα που κινούνταν στην περιοχή Λατζιμά Ρεθύμνου.
Οι αστυνομικοί διαπίστωσαν ότι ο νεαρός πέταξε ένα παλιό κινητό NOKIA, στο δρόμο αφού πρώτα το έσπασε σε κομμάτια για να ξεφορτωθεί κάθε στοιχείο.
Στις ερωτήσεις των ανακριτικών υπαλλήλων κατά τη διάρκεια της κατάθεσης που έδωσε μετά τη σύλληψη του, κράτησε το στόμα του κλειστό ενώ απέφυγε να απαντήσει και στην ερώτηση “Γιατί στις επισκέψεις σου τις μεταμεσονύκτιες ώρες στην οικία του Κ.Β στον Θρασκά Χανίων απο κοινού με τους Σ.Ε (αναφέρεται το όνομα ανθρώπου που είχε κατηγορηθεί για την απαγωγή του Περικλή Παναγόπουλου όμως δεν συνελήφθη για την υπόθεση Λεμπιδάκη), Π.Μ (το όνομα του είναι στους οκτώ κατηγορουμένους), Π.Ι και Α.Γ (τα ονόματα τους δεν υπάρχουν στους κατηγορούμενους) λαμβάνοντας αυξημένα μέτρα ασφαλείας προσεγγίζοντας το χώρο χωρίς φωτισμό στα οχήματα σας και μεμονωμένα ο καθένας. Για ποιο λόγο γίνονταν αυτά;”.
Ουσιαστικά, οι αστυνομικοί αναφέρονται στο πρώτο κρησφύγετο που είχαν φυλακίσει τον Λεμπιδάκη και στην αποτυχημένη απόπειρα απελευθέρωσης του που οδήγησε στην απομάκρυνση του πρώτου πυρήνα της εγκληματικής οργάνωσης.
Παράλληλα, όπως προκύπτει από το διαβιβαστικό, η αρχική ομάδα των απαγωγέων ξεκίνησε τη δράση της από τον Φεβρουάριο και έκανε πολλές πρόβες για να πραγματοποιήσει την απαγωγή στις 15:24 της 30ης Μαρτίου. Όπως αναφέρεται, εκείνη την ώρα ο Λεμπιδάκης μιλούσε στο κινητό τηλέφωνο με έναν φίλο του που βρισκόταν στη Γαλλία. Σύμφωνα με τα όσα κατέθεσε στην Αστυνομία ο συνομιλητής του, εκείνη τη στιγμή, άκουσε τον Λεμπιδάκη να λέει “Με τράκαραν” και στη συνέχεια πλήθος έντονων ομιλιών στην ελληνική γλώσσα.
Η πρώτη επικοινωνία έγινε στις 18:13 την Κυριακή 2 Απριλίου με ένα sms στο κινητό του αδερφού του. Το συγκεκριμένο sms περιείχε το ΑΦΜ του απαχθέντος, τον αριθμό του διαβατηρίου του, την ημερομηνία γέννησης της συζύγου του και ζητούσαν 100.000.000 για να απελευθερώσουν τον 54χρονο. Από την ημέρα της απαγωγής μέχρι στις 2 Οκτωβρίου, ο Μιχάλης Λεμπιδάκης μεταφέρθηκε σε συνολικά πέντε χώρους – κρησφύγετα.
Το ειδικό σχέδιο “Νικίας”
Σύμφωνα με τη δικογραφία “Το πλαίσιο διαχείρισης του περιστατικού και καθ’ολο το διάστημα που διήρκεσε η παράνομη κατάσταση, τέθηκαν σε εφαρμογή τα οριζόμενα στο ειδικό σχέδιο “Νικίας” ως προς τις διαπραγματεύσεις σε περιπτώσεις ομηρείας και απαγωγών οπότε ειδικοί διαπραγματευτές της ΕΛ.ΑΣ σε συνεργασία με ειδικό ψυχολόγο, ανέλαβαν την υποστήριξη της οικογένειας του απαχθέντος κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων μέχρι και της επιστροφής αυτού”.
Οι χαρακτήρες των κατηγορουμένων
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στις πρώτες σελίδες του διαβιβαστικού για τους απαγωγείς “Αναφορικά με την προσωπικότητα και τη στάση των κατηγορουμένων, επισημαίνεται ότι, δεδομένου της φύσης και του τρόπου τέλεσης του αδικήματος, των προσδοκιών οικονομικού οφέλους αυτών και των μεθόδων που χρησιμοποίησαν για την επίτευξη του σκοπού τους και κυρίως την αρκετά μεγάλης διάρκειας που διήρκεσε η παράνομη κράτηση του Λεμπιδάκη και των συνθηκών κράτησης κάτω από τις οποίες αυτή τελέστηκε, είναι καταφανές ότι η ζωή του διέτρεξε μεγάλο και σοβαρό κίνδυνο.
Η δε ψυχική και σωματική υγεία αυτού επιβαρύνθηκαν σημαντικά από τις συνθήκες εγκλεισμού, υγιεινής και διατροφής καθώς και από τον διαρκή και αναμφίβολο φόβο του παθόντα για την κατάληξη του περιστατικού, εμπεριεχομένης και της πιθανότητας θανάτου του.
Επιπροσθέτως, προέκυψε ότι καθ΄’ολη τη διάρκεια της απαγωγής, οι δράστες χορηγούσαν ημερησίως ποσότητα ηρεμιστικών φαρμάκων για να μην υποστεί ο απαχθείς κρίσεις πανικού και να παραμένει ήρεμος, γεγονός που από μόνο του συνιστά σημαντική επιβάρυνση και διακινδύνευση για την υγεία και τη ζωή του απαχθέντος αντίστοιχα. Παράλληλα, ουδέποτε ήρθε σε επαφή με το φως της ημέρας κατά τη διάρκεια της απαγωγής του, ενώ διαρκώς ήταν δεμένος με αλυσίδα, είτε από το χέρι, είτε από το πόδι με περιορισμένη δυνατότητα κίνησης. Ως εκ τούτου, η στάση των απαγωγέων χαρακτηρίζεται από βαναυσότητα…”.