Πολύ σημαντικότερα στο Σκοπιανό ακόμα και από την ονομασία αυτή καθεαυτή είναι η γλώσσα, η ταυτότητα και ο αλυτρωτισμός της χώρας των Σκοπίων που έχουν θεσμοθετηθεί στο σύνταγμά της.
Λίγοι στην Ελλάδα ξέρουν ότι μέσα στο σκοπιανό σύνταγμα γίνεται λόγος για «χαμένα εδάφη που κατέχει η Ελλάδα» και για «σύνορα που μπορούν να αλλάξουν με βάση την αρχή της ελεύθερης βούλησης και τους γενικά αποδεκτούς διεθνείς κανόνες»
Εάν δεν αλλάξει το Σύνταγμα «λύση» δεν μπορεί να υπάρξει καθώς οτιδήποτε συμφωνηθεί θα είναι στον «αέρα» και χωρίς ουσιαστικό αντίκρυσμα.
Άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι οι Σκοπιανοί μαζί με τους Αμερικανούς επιχειρούν να κερδίσουν την ένταξη στο ΝΑΤΟ και μετά να προχωρήσουν στην όποια εφαρμογή της «λύσης».
Όπως είναι γνωστό «ουδέν λάθος αναγνωρίζεται εκ της απομακρύνσεως του ταμείου».
Συνεπώς πρώτα πρέπει να γίνουν οι συνταγματικές αλλαγές και μετά η όποια συμφωνία να εφαρμοστεί. Ακόμα και αυτό πάντως δεν είναι εύκολο. Ο Ζάεφ για να κάνει ένα… βηματάκι πίσω (που στην ουσία θα είναι προς τα μπρος αφού έτσι κι αλλιώς με σύνθετη ονομασία οι Σκοπιανοί ουσιαστικά κερδίζουν τα πάντα) θα πρέπει να τον αφήσουν από το εσωτερικό της χώρας, κάτι που δεν προβλέπεται.
Mε απαίτηση για αλλαγή του Συντάγματος των δύο τρίτων των βουλευτών πως είναι δυνατόν να μπορέσει η κυβέρνηση Ζάεφ να περάσει τις απαιτούμενες διαδικασίες; Ούτε για αστείο.
Για αυτό οι Αμερικανοί επιχειρούν να περάσουν τον ρόλο του «χρήσιμου κορόιδου» στην Ελλάδα. «Συμφωνείστε εσείς και έχει ο Θεός»
Δεν είναι έτσι όμως γιατί όπως έλεγε ο Τούκο στο ο «Καλός ο Κακός και ο Άσχημος» ο Θεός «μισεί τους ηλίθιους». Η Ελλάδα δεν έχει να κερδίσει τίποτα από τις διαπραγματεύσεις αυτές με ένα κράτος το οποίο κινδυνεύει να διαλυθεί και απεγνωσμένα παρακαλάει για την ένταξή του σε ΝΑΤΟ και ΕΕ
Όπως αναφέρει η «Καθημερινή»ο αλυτρωτισμός είναι ευκρινής ήδη από το προοίμιο του συντάγματος, το οποίο, μάλιστα, έχει τροποποιηθεί και βελτιωθεί έναντι της αρχικής μορφής του.
Εκεί γίνεται λόγος για «τις παραδόσεις της πολιτειακής κατάστασης και νομιμότητας της Δημοκρατίας του Κρουσόβου και των αποφάσεων της Αντιφασιστικής Συνέλευσης της Λαϊκής Απελευθέρωσης της Μακεδονίας, και το δημοψήφισμα της 8ης Σεπτεμβρίου 1991», ως θεμέλια της απόφασης για δημιουργία της «Δημοκρατίας της Μακεδονίας», αλλά και του συντάγματος της χώρας.
Η Αντιφασιστική Συνέλευση της Λαϊκής Απελευθέρωσης της Μακεδονίας, γνωστή με το ακρωνύμιο ASNOM, αμέσως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είχε ως βασικό στόχο την «ενοποίηση» της γεωγραφικής Μακεδονίας, παρουσιάζοντας τα τμήματά της που ανήκαν τόσο στη Γιουγκοσλαβία όσο και στα υπόλοιπα κράτη ως υπό κατοχή.
Στο άρθρο 3, το οποίο προσδιορίζει τα σύνορα της ΠΓΔΜ ως «απαραβίαστα», έχει γίνει μια προσθήκη η οποία αναφέρει ότι η χώρα «δεν έχει εδαφικές αξιώσεις έναντι οποιουδήποτε γειτονικού κράτους». Ωστόσο τονίζεται ότι τα σύνορα μπορεί να αλλάξουν μόνο σε συμφωνία με το σύνταγμα «και στην αρχή της ελεύθερης βούλησης, όσο και σε συμφωνία με τους γενικά αποδεκτούς διεθνείς κανόνες».
Τα άρθρα 4 και 7 του Συντάγματος είναι εκείνα που προσδιορίζουν ως «μακεδονική» την ιθαγένεια και τη γλώσσα των Σλαβομακεδόνων της ΠΓΔΜ.
Το άρθρο 49 του Συντάγματος είναι, επίσης, μια κατ’ εξοχήν επίδειξη αλυτρωτισμού. «Η Δημοκρατία ενδιαφέρεται για το καθεστώς και τα δικαιώματα εκείνων των προσώπων που ανήκουν στον Μακεδονικό Λαό σε γειτονικές χώρες καθώς και για τους εκπατρισμένους Μακεδόνες, βοηθά την πολιτισμική ανάπτυξη και προωθεί τους δεσμούς μεταξύ τους» αναφέρει. Στην τελευταία αναθεώρηση έγινε μια προσθήκη (Addendum) όπου αναφέρεται ότι «στην άσκηση αυτής της μέριμνας η Δημοκρατία δεν θα παρεμβαίνει στα κυριαρχικά δικαιώματα άλλων κρατών ή στις εσωτερικές υποθέσεις τους».
Πώς μπορεί να γίνει αναθεώρηση
Τα άρθρα 130 και 131 περιγράφουν τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να γίνει συνταγματική αναθεώρηση στη γείτονα και, εν πολλοίς, σκιαγραφούν τα εμπόδια της Ελλάδας στην πορεία για μια συμφωνία erga omnes. Στο άρθρο 130 τονίζεται ότι αλλαγή στο σύνταγμα μπορεί να γίνει:
Με πρόταση του προέδρου (δηλαδή του εκ του VMRO προερχόμενου Γκιόργκι Ιβάνοφ),
Με κυβερνητική πρωτοβουλία 30 βουλευτών ή
Με 150.000 υπογραφές.
Στο άρθρο 131 ορίζεται ότι «για να αρχίσει» η διαδικασία αλλαγής του συντάγματος, απαιτούνται τα δύο τρίτα (δηλαδή 80 από τους 120 βουλευτές) της Βουλής. Μάλιστα, το 2005 υπήρξε προσθήκη η οποία προβλέπει ότι η πλειοψηφία των ψήφων στη Βουλή θα πρέπει να ανταποκρίνεται όχι επί του συνόλου του πληθυσμού της ΠΓΔΜ αλλά επί κοινοτήτων που την απαρτίζουν.