Οι μέχρι στιγμής υπερδεκαετείς προσπάθειες για την απόκτηση γαλλικών κύρων σκαφών επιφανείας φαίνεται ότι καταλήγουν με την απόκτηση πιθανότατα μέσω leasing και εγγύηση των τόκων του leasing με την επιστροφή των τόκων από τα ελληνικά ομόλογα που κατέχει η Γαλλία.
H αρχική προμήθεια αφορά την φρεγάτα FREMM, είτε την αντιαεροπορική έκδοση FREDA, της FREMM.
Μια επιλογή που στο Αιγαίο κρίνεται ως «game changer» («Ο παράγων που αλλάζει το παιχνίδι») υπέρ της Ελλάδας.
Σε ότι αφορά την μίξη των σκαφών, καθώς υπάρχει και η κλάση Belh@rra, επίσης του Naval Group η οποία όμως δεν θα είναι έτοιμη πριν το 2025, προφανώς οδεύουμε άμεσα προς παραλαβή δύο FREMM από αυτές που έχουν ναυπηγηθει για το γαλλικό Ναυτικό και εν συνεχεία ή θα επιστραφούν οι FREMM και θα αντικατασταθούν από τις Belh@rra, είτε θα υπάρξει μία μίξη 2 FREMM και 4 Belh@rra.
Το οποίο θα κοστίσει συνολικά πάνω από 4 δισ. ευρώ για έξι πλοία.
Η παραλαβή δύο FREMM μέχρι το τέλος του έτους, σημαίνει ότι μέχρι το φθινόπωρο του 2019 τα σκάφη θα είναι επιχειρησιακά με το ΠΝ.
Το ΠΝ έχει θέσει ως στόχο την προμήθεια 6 πλοίων (2+4) μέχρι το 2028 και αυτό μπορεί υποτίθεται θα γίνει εφικτό με την επιστροφή των τόκων από τα ελληνικά ομόλογα που κατέχει η Γαλλία.
Αυτά, όμως δεν αρκούν, καθώς και αλήθεια να είναι δεν μπορεί να ξεπεράσουν τα 1,7 δισ. ευρώ οι επιστροφές των τόκων.
Επί της ουσίας, μόνο το leasing και με την προϋπόθεση ύπαρξης των απαραίτητων εγγυήσεων για την έγκριση του τραπεζικού δανεισμού, μπορεί να υπάρξει.
Η επιχειρησιακή πραγματικότητα είναι ότι σήμερα είναι δυσχερής η κατάσταση που βρίσκεται ο Στόλος, ο οποίος δεν μπορεί να υπερασπιστεί τα πλοία του από εκτόξευση stand-off όπλων από την τουρκική Αεροπορία, όπως είναι το νέο βλήμα cruise ναυτικής χρήσης SOM και πολλά άλλα τα οποία θα εισέλθουν σε υπηρεσία τα επόμενα πέντε χρόνια.
Αυτό σε συνδυασμό με την τουρκική επιθετικότητα η οποία κάθε μέρα γίνεται και πιο επικίνδυνη αλλά και τον υπερεξοπλισμό του τουρκικού Ναυτικού (TDK) με νέες μονάδες επιφανείας αποκτά επείγοντα χαρακτήρα.
Η επιλογή του ΠΝ για την FREMM δεν είναι νέα, καθώς υπάρχει σημαντική προϊστορία. Παρόλα αυτά δεν έγινε κατορθωτό να ευδοκιμήσει για τους γνωστούς οικονομικούς λόγους. Η ανακίνηση όμως του θέματος έρχεται σε μια περίοδο όπου το ΠΝ έρχεται καθημερινά αντιμέτωπο με τα προβλήματα που προκύπτουν από τη γήρανση των μονάδων του και τα προβλήματα διαθεσιμότητων τους.
Ουσιαστικά η επιλογή της FREMM αποδείχθηκε μονόδρομος. Οι ανάγκες του ΠΝ προκειμένου να μπορεί να σταθεί ως δύναμη αποτροπής στη θάλασσα ανέρχονται συνολικά σε 6 νέα σκάφη μέχρι το 2028.
Μπορεί ο αριθμός 6 να ακούγεται μεγάλος, βάσει των δεδομένων που επικρατούν σήμερα, αλλά ας μην παραβλέπουμε το γεγονός ότι πρόκειται για μεγάλη περίοδο 10 ετών, για την υλοποίηση του φιλόδοξου αυτού στόχου. Μια περίοδο όπου το τουρκικό Ναυτικό θα βρίσκεται κοντά στην ολοκλήρωση ενός μεγαλεπήβολου ναυτικού εξοπλιστικού προγράμματος.
Αυτό θα αποτελείται από τέσσερις κορβέτες κλάσης Ada (έχουν παραδοθεί τρεις υπολείπεται μια), τέσσερις φρεγάτες κλάσης Istif (η πρώτη F-515 İstanbul αναμένεται το 2021) και φυσικά το κύριο πρόγραμμα αυτό της TF-2000 των 7000 τόνων εκτοπίσματος με στόχο τα 8 πλοία.
Τα τουρκικά ναυπηγεία θέλουν να παραδώσουν το πρώτο σκάφος το 2023, αλλά ενδεχομένως να υπάρξουν καθυστερήσεις. Αυτά ξέχωρα από το πρόγραμμα του ελικοπτεροφόρου L-400 Αnadolou το οποίο αναμένεται να καθελκυστεί το 2021 των 6 υποβρυχίων κλάσης Reis (214) και πλήθους αποβατικών σκαφών.
Σε ότι αφορά τη γλώσσα των αριθμών το TDK θα εντάξει στη δύναμή του μέχρι το τέλος της επόμενης δεκαετίας 16 νέα σκάφη, πέραν των 8 MEKO 200 και 8 κλάσης Gabya (O.H.Perry), αριθμός εκ των οποίων θα αποσύρεται σταδιακά με την ένταξη νέων μονάδων, αλλά τουλάχιστον 6 MEKO θα παραμείνουν σε υπηρεσία.
Οι έξι επομένως κύριες μονάδες επιφανείας που θέλει το ΠΝ όχι μόνο δεν είναι επαρκής αριθμός, αντίθετα φέρνει το ΠΝ για πρώτη φορά σε κατά πολύ χειρότερη κατάσταση σε σχέση με το TDK.
Εάν από τις 6 εκσυγχρονισμένες φρεγάτες “S” διατηρηθούν σε υπηρεσία οι τρεις, μαζί με τις 4 ΜΕΚΟ 200HN, (με ένα πρόγραμμα εκσυγχρονισμού για τις τελευταίες που έχει υποβαθμιστεί σε πρόγραμμα διατήρησης μαχητικής ικανότητας) τότε υπολογίζουμε ένα αριθμό 12 ή 13 πλοίων για το ΠΝ απέναντι σε 20 τουλάχιστον μονάδες για το τουρκικό Ναυτικό, εκ των οποίων οι 16 να είναι νέες κατασκευές. Όλα αυτά υπό την αίρεση φυσικά ότι θα συμπληρωθεί ο αριθμός των 6 σκαφών που το ΠΝ θεωρεί ότι μπορεί να διατηρήσουν ένα έλασσον επίπεδο ναυτικής αποτροπής.
Η FREMM βρίσκεται στο επίκεντρο των συζητήσεων που θα πραγματοποιηθούν στα μέσα Φεβρουαρίου με τη γαλλική πλευρά, αλλά το ΠΝ δεν επιθυμεί την όπως περιγράφεται «ανθυποβρυχιακή» έκδοση της FREMM αλλά αυτή με ενισχυμένη αντιαεροπορική ικανότητα της FREDA (FRégate de Défense Aérienne). H τελευταία αποτελεί εξέλιξη της Aquitaine class της FREMM του γαλλικού Ναυτικού, με το πρώτο σκάφος να αναμένεται να εισέλθει σε υπηρεσία το 2022.
Η ενίσχυση των Α/Α ικανοτήτων της FREDA σε σχέση με την FREMM έχει να κάνει με την τοποθέτηση μιας νέας έκδοσης του ραντάρ πολλαπλού ρόλου HERAKLES με μεγαλύτερη ικανότητα σε εμβέλεια (πρόσθετα Τ/R modules) που παρέχουν υψηλότερη ισχύ, παραγωγή νέων παλμών, έχει εφαρμοστεί νέα μέθοδος έρευνας/επιτήρησης.που φέρνουν την εμβέλεια αποκάλυψης στόχων στα 300 με 350 χλμ. από 250 χλμ. του βασικού HERAKLES.
Ταυτόχρονα θα υπάρχει και αύξηση στον αριθμό διαχείρισης ιχνών, μέσω του βελτιωμένου κέντρου διαχείρισης μάχης (CMS) και του κέντρου πληροφοριών μάχης (CIC) το οποίο θα διαθέτει περισσότερες κονσόλες παρουσίασης δεδομένων.
Σε ότι αφορά τον Α/Α η FREDA θα διαθέτει 4 οκταπλούς εκτοξευτές A50 Sylver με 32 θέσεις εκτόξευσης βλημάτων ASTER 15/30 ενώ θα διαθέτει και ικανότητα εκτόξευσης MICA VL για εγγύτερες αποστάσεις. Συγκριτικά η FREMM ASW διαθέτει δύο οκταπλούς εκτοξευτές A-43 για ASTER 15 και MICA και δύο Α-70 για ASTER 15/30 ή SCALP NAVAL.
Από την άλλη πλευρά η FREDA δε θα διαθέτει τον εκτοξευτή A-70 ο οποίος μπορεί να εκτοξεύει τα βλήματα SCALP NAVAL και αυτό είναι ένα σημαντικό μειονέκτημα της συγκεκριμένης έκδοσης της FREMM.
Να σημειωθεί όμως εδώ ότι το γεγονός ότι η FREDA δε θα διαθέτει αυτή την ικανότητα δεν οφείλεται σε σχεδιαστική αδυναμία αλλά στις απαιτήσεις του γαλλικού Ναυτικού το οποίο διαθέτει σκάφη FREMM για τη μεταφορά των συγκεκριμένων βλημάτων.
Αυτό σημαίνει ότι εάν το ΠΝ προσχωρήσει στην επιλογή της συγκεκριμένης έκδοσης θεωρητικά υπάρχει η δυνατότητα αντικατάστασης των δύο από τους τέσσερις Α-50 από A-70 διατηρώντας την ικανότητα μεταφοράς του SCALP NAVAL.
Έτσι ένας Α-70 θα μπορεί να φιλοξενεί από 4 έως 8 SCALP NAVAL. Στην περίπτωση που επιλεγεί η διαμόρφωση των τεσσάρων SCALP τότε το φορτίο των ΑSTER μειώνεται μόλις κατά τέσσερα βλήματα στα 28, γεγονός αποδεκτό εάν κρίνουμε τα σημαντικά επιχειρησιακά πλεονεκτήματα των γαλλικών βλημάτων cruise.
Σε ότι αφορά τις ανθυποβρυχιακές ικανότητες αυτές παραμένουν αμετάβλητες όπως στις FREMM καθώς διατηρείται το σόναρ μεταβλητού βάθους CAPTAS-4. Το γεγονός ότι το ΠΝ θέλει την προμήθεια των FREDA αφορά την πάγια επιθυμία του για έλεγχο αεράμυνας περιοχής των 120 χλμ. που προσφέρει ο ASTER 30 και των 300 χλμ. που θα προσφέρει το HERAKLES PLUS στον εντοπισμό επερχομένων στόχων.
Πρόκειται επομένως για ένα σκάφος με αναβαθμισμένες ικανότητες Αεράμυνας Περιοχής σε ένα τόξο 350/120 χλμ. χάρη στο ισχυρότερο ραντάρ και με πλήρεις δυνατότητες αγώνα κατά σκαφών επιφανείας με 8 βλήματα Exocet MM 40 Block III.
Εξακολουθεί όμως να παραμένει υπαρκτό το σενάριο προμήθειας 2 επιπρόσθετων FREMM σε δεύτερο χρόνο προκειμένου να ενισχυθεί περισσότερο το ΠΝ σε ικανές μονάδες επιφανείας.
Τα σενάρια για την απόκτηση των 6 νέων σκαφών ποικίλουν σε ότι αφορά τη σύνθεση όσο και το αν θα πρόκειται για αγορά νέων σκαφών ή απόκτησης με το καθεστώς leasing.
Έτσι τα σενάρια που «κυοφορούνται» αναφέρουν την πιθανή απόκτηση έως τεσσάρων Belh@rra συν δύο FREDA.
Βέβαια η απόκτηση των Belh@rra έχει δύο σημαντικά μειονεκτήματα: Αυτό του χρόνου παράδοσης και της αποστέρησης της δυνατότητας του ΠΝ να καταστεί στρατηγικό «εργαλείο» κρούσης στην εχθρική ενδοχώρα με την χρήση πυραύλων cruise SCALP Naval.
Το πρώτο σκάφος αναμένεται να ενταχθεί στο γαλλικό Ναυτικό την περίοδο 2023-2025, κάτι που σημαίνει πως οποιαδήποτε ελληνική παραγγελία θα μπορεί να υλοποιηθεί από το 2025 και μετά. Απελπιστικά αργά δηλαδή για τις επείγουσες ανάγκες που έχει το ΠΝ σήμερα. Επομένως υπάρχουν δύο πλαίσια στα οποία θα κινηθεί η μελλοντική ενίσχυση του Ναυτικού.
Ένα που αφορά την άμεση ενίσχυση, τουλάχιστον μέχρι το 2022 το αργότερο με φρεγάτες FREMM και ένα για το μετέπειτα χρονικό διάστημα με φρεγάτες Belh@rra.
Το πλοίο έχει μήκος περίπου 121 μέτρα, εκτόπισμα 4.200 τόνους και θα είναι εξοπλισμένο με το νέο ενεργό ραντάρ διάταξης φάσης Sea Fire της εταιρείας Thales με τέσσερα στοιχεία τοποθετημένα περιμετρικά του κυρίου ιστού αισθητήρων παρέχοντας κάλυψη 360 μοιρών.
Σε ότι αφορά τις επιδόσεις του συστήματος δεν υπάρχουν στοιχεία, αλλά η Thales η οποία παρουσίασε το σύστημα εδάφους (Ground Fire Radar) επί φορτηγού οχήματος τον περασμένο Ιούνιο έγινε γνωστό ότι η μέγιστη εμβέλεια φτάνει τα 399 χλμ. και ότι είναι πανομοιότυπο με τη ναυτική έκδοση. Ακόμη η φρεγάτα θα διαθέτει σύστημα Διαχείρισης Μάχης τύπου Setis και το συρόμενο σόναρ τύπου CAPTAS-4 της εταιρείας Thales.
Το πλοίο θα έχει πλήρωμα 125 άτομα και προωθείται από συνδυασμό κινητήρων τεσσάρων diesel (CODAD – Combined Diesel and Diesel) επιτυγχάνοντας ταχύτητα 27-29 κόμβους.
Το πλοίο θα είναι εξοπλισμένο με ένα κύριο πυροβόλο των 76 χλστ της OTO MELARA (εναλλακτικά θα μπορεί να είναι εξοπλισμένο με πυροβόλο των 127 χλστ), 16 εκτοξευτές πυραύλων Aster 30 ή Mica VL, 8 πυραύλους επιφανείας-επιφανείας MM 40 Block III Exocet, έξι τορπιλοσωλήνες εξοπλισμένες με τορπίλες MU90, δύο πυροβόλα των 20 χλστ και ένα ελικόπτερο ναυτικής συνεργασίας.
Όλα τα παραπάνω μπορεί να μεταβληθούν στην περίπτωση που γίνει δυνατή η παραχώρηση από τις ΗΠΑ δύο αντιτορπιλικών Arleigh Burke καθώς υπάρχει πάγιο αίτημα από την Ελλάδα.
Μέχρι τώρα δεν έγινε δυνατή η παραχώρηση των σκαφών εξαιτίας μη ανταπόκρισης εκ μέρους των ΗΠΑ. Καθώς όμως η περίοδος πλησιάζει όπου το αμερικανικό Ναυτικό θα θέσει σκάφη από το Flight I σε εφεδρεία τότε θα μπορέσει να γίνει δυνατή μια μεταβίβαση δύο σκαφών στο ΠΝ.
Πόσο θα επηρεάσει μια τέτοια εξέλιξη το θέμα των FREMM είναι άγνωστο. Η κατάσταση είναι εξαιρετικά ρευστή και αυτό θα κριθεί και από το πόσο η Τουρκία θα εντείνει και άλλο την γεωστρατηγική της πίεση έναντι της Ελλάδας και αν κρίνουμε από την προϊστορία δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι το γενικότερο κλίμα θα βελτιωθεί. Το αντίθετο μάλιστα. Τι μπορεί να σημαίνει αυτό; Ότι είναι πολύ πιθανό σε κάποιο σημείο το ΠΝ να βρεθεί και με τους δύο τύπου σκαφών στη δύναμή του.
Τα ομόλογα και η χρηματοδότηση
Το θέμα της χρηματοδότησης της αγοράς των σκαφών έχει έρθει στο προσκήνιο με την υπόθεση των ομολόγων και της απόφασης της ΕΕ να επιστρέψει στην Ελλάδα τα κέρδη από τα ελληνικά ομόλογα.
Στην περίπτωση της Γαλλίας αυτά αντιστοιχούν σε 2 δισ. € ποσό που είναι αρκετό να υπερκαλύψει την αγορά δύο FREDA, μαζί με τα όπλα και τις λοιπές ανάγκες υποστήριξης.
Η υπόθεση είχε ξεκινήσει τον Οκτώβριο του 2017 όταν σε δημοσίευμά τους οι Financial Times ανέφεραν ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μέσω του επικεφαλής της Mario Draghi, αναγνώριζε πως είχε κερδίσει 7,8 δισ.€ από τα ελληνικά κρατικά ομόλογα που έχει στην κατοχή της.
Τα ομόλογα είχαν αγοραστεί με βάση το πρόγραμμα SMP (Securities and Markets bond-buying programme), το οποίο είχε ως στόχο την ισχυροποίηση του Ευρώ, αλλά και για να βοηθηθούν οι χώρες της Ευρωζώνης με προβλήματα αξιοπιστίας των ομολόγων τους, όπως Ελλάδα.
Τα ομόλογα, κρατικά ή εταιρικά, αν πληρωθούν κανονικά, στην περίπτωση της Ελλάδας γίνεται χάρη στα παράλληλα προγράμματα στήριξης (Μνημόνια), αποφέρουν κέρδη στον κάτοχό τους.
Στην ελληνική περίπτωση τα κέρδη πλησιάζουν τα 8 δισ. €. Έτσι και κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων και για τα 3 Μνημόνια, οι ευρωπαίοι υποσχέθηκαν την επιστροφή των τόκων αυτών στη χώρα μας. Τα καλοκαίρι του 2017, η γερμανική εφημερίδα Handelsblatt σε δημοσίευμά της ανέφερε πως τα κέρδη της Γερμανίας από την Ελλάδα ήταν 1,3 δισ. € κυρίως μέσω των ομολόγων.
Το ποσό αυτό βέβαια είναι πολύ μικρό, αναλογικά με την συμμετοχή της Γερμανίας στο πρόγραμμα διάσωσης και την ΕΚΤ και ο υπολογισμός είχε γίνει προ του 2017.
Στην πραγματικότητα αυτό κατά πολύ μεγαλύτερο, αλλά αυτό που ενδιαφέρει την Ελλάδα είναι το ποσό που αφορά την Γαλλία καθώς το Παρίσι έχει ουσιαστικά αφήσει να εννοηθεί πως θα μας επιστρέψουν τα κέρδη από τους τόκους εάν εφαρμόσουμε τις μεταρρυθμίσεις για τις οποίες έχουμε δεσμευθεί.
Μια τέτοια «μεταβίβαση», τα χρήματα που έχουν υποσχεθεί στους Έλληνες αντί πολεμικού υλικού, θα περάσει από τη γαλλική Βουλή, χωρίς δυσκολία αφού το αντάλλαγμα θα είναι η αγορά γαλλικών όπλων.
H αεράμυνα περιοχής και τα βλήματα ASTER-30
Η αεράμυνα περιοχής πρακτικά αντιπροσωπεύει ένα δόγμα που προήλθε από την αναβάθμιση των επιδόσεων των ναυτικών αντιαεροπορικών βλημάτων που με τη σειρά τους αναβίβασαν την ικανότητα προσαρμογής της ναυτικής αεράμυνας σε μεγαλύτερες αποστάσεις.
Τα σκάφη καθίστανται ουσιαστικά κέντρα αεράμυνας όπου εκτός του γεγονότος πως είναι ικανά να πλήττουν στόχους σε μεγάλες αποστάσεις μπορούν ταυτόχρονα να σχηματίζουν ένα πολυκεντρικό δίκτυο αεράμυνας.
Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του είναι η δυνατότητά του μετασχηματισμού του – σε γεωμετρικούς όρους – σε αντίθεση με τα σταθερά αντιαεροπορικά δίκτυα που υπάρχουν σε βάσεις εδάφους οι θέσεις των οποίων δε μεταβάλλονται.
Δύο είναι τα κυριότερα στοιχεία που δίνουν στο βλήμα ASTER την ποιοτική διαφοροποίηση σε σχέση με τα υπόλοιπα βλήματα της κατηγορίας του. Το πρώτο είναι το σύστημα προώθησης με την τεχνική «PIF-PAF» και το δεύτερο ο ενεργός ερευνητής που του παρέχει χαρακτηριστικά αυτόνομης καθοδήγησης προς το στόχο, αποδεσμεύοντας ένα κανάλι παρακολούθησης από το ραντάρ του σκάφους φορέα από την ανάγκη περαιτέρω συνεργασίας με το βλήμα.
Το σύστημα PIF-PAF συνιστά το συνδυασμό από το σύστημα κατευθυνόμενης ώσης, το οποίο εκτρέπει το διάνυσμα των αερίων καύσης και από την εκμετάλλευση των αερίων με τέτοιο τρόπο ώστε να επενεργούν στο κέντρο βάρος του βλήματος επιτυγχάνοντας ξαφνικές αλλαγές στην πορεία του βλήματος σε φορτία δεκάδων g.
Έτσι το σύστημα επιτρέπει στο βλήμα να αναπτύσσει φορτία της τάξης των 62g εναντίον στόχων που ελίσσονται έχοντας ταχύτητα 4 mach. Αυτά τα δύο χαρακτηριστικά (PIF και PAF) συνδυάζονται για να παράγουν υψηλά φορτία «g» χάρις στα οποία παρέχονται γρήγορες πλευρικές επιταχύνσεις και αλλαγές πορείας ανεξάρτητα από την ταχύτητα ή ύψος πτήσης του πυραύλου.
Η ταχύτητα και η ικανότητα γρήγορης αντίδρασης του ASTER 30, είναι πολύ σημαντική αν αναλογιστεί κανείς το μικρό χρονικό διάστημα μεταξύ της αναγνώρισης του πυραύλου και τον πιθανό χρόνο πρόσκρουσής του στο στόχο, χωρίς να αναφέρουμε τη σχετική ταχύτητα και των δύο πυραύλων.
Η καθοδήγηση του ASTER αποτελεί ένα συνδυασμό από αδρανειακό σύστημα ναυτιλίας, με ενημέρωση από to ραντάρ ανανεώνοντας τα δεδομένα ναυτιλίας μέσω ανοδικής ζεύξης για την τροχιά που θα ακολουθηθεί, τα δεδομένα του στόχου και του περιβάλλοντος και ενεργού ερευνητή που αναλαμβάνει και την τελική πορεία προς το στόχο.
Η αξιολόγηση των απειλών, το σχέδιο εμπλοκής και ο έλεγχος της εμπλοκής διεξάγονται με την συνεργασία του CMS και του συστήματος ελέγχου WCS (Weapon Control System) του ASTER.
Κατά τη διάρκεια της πτήσης, ο πύραυλος έχει την ικανότητα να επαναπροσδιορίζει το ίχνος πτήσης του βάσει νέων δεδομένων που αφορούν τις συντεταγμένες του στόχου και τη σχετική ταχύτητά του, έτσι όπως αυτές εξάγονται από το ραντάρ πολλαπλών ρόλων και στην περίπτωση των FREMM που πρόκειται να αποκτήσει το ΠΝ από το ραντάρ HERΑCLES.
Η μέγιστη εμβέλεια του ASTER 30 ανέρχεται στα 120 χλμ. κάτι που το κατατάσσει στα βλήματα με δυνατότητες μακράς ανάσχεσης αλλά και η ελάχιστη απόσταση προσβολής στόχου είναι μόλις 3 χλμ. γεγονός που του προσδίδει ένα μεγάλο εύρος επιχειρησιακής ευελιξίας.
Το ραντάρ HERACLES
Το ραντάρ HERACLES της βασικής έκδοσης και όχι το HERAKLES Plus που θα τοποθετηθεί στην έκδοση FREDA (καθώς θα διαθέτει επιπλέον στοιχεία εκπομπής/λήψης), χρησιμοποιεί μια κεραία τραπεζοειδούς διάταξης με 1761 στοιχεία λήψης.
Πρόκειται για μία «υβριδική» διάταξη καθώς χρησιμοποιούνται 40 μικρό-πομποί με ηλεκτρονικά στερεάς κατάστασης μέγιστης συνολικής ισχύος 25Kw που δεν βρίσκονται επί της κεραίας αλλά χαμηλότερα στην υπερκατασκευή με δυνατότητα σχηματισμού πολλαπλών δεσμών.
Καλύπτει τομέα αζιμουθίου 360 μοιρών και 70 μοιρών σε ανύψωση σε ύψος έως και τα 80.000 πόδια. Η μέγιστη αναφερόμενη εμβέλεια εντοπισμού και ιχνηλάτησης φθάνει τα 250 χλμ. για στόχους μεγάλου μεγέθους όπως ένα αεροσκάφος ναυτικής συνεργασίας.
Παράλληλα προσφέρεται η δυνατότητα παροχής δεδομένων ίχνους 2D για στόχο επιφανείας με μέγιστη εμβέλεια 80 χλμ. και ο έλεγχος πυρός πυροβόλων μέσω αυτόματης ή χειροκίνητης ιχνηλάτησης.
Ενδεικτικά αναφέρεται τυπική εμβέλεια 150 χλμ. για αεροσκάφος με μέγεθος ανάλογο ενός F-16, βλήμα anti-ship 23 χλμ., βλήμα εναντίον ραντάρ 40 χλμ. κ.ά.
Παρέχεται η δυνατότητα επεξεργασίας 500+ εναέριων ιχνών πλέον στόχων επιφανείας με ταυτόχρονη εμπλοκή 16 στόχων με βλήματα ASTER εκ των οποίων οι οκτώ στόχοι βρίσκονται σε τόξο αζιμουθίου 90 μοιρών.
Ο συνδυασμός ASTER και HERACLES
Κάθε ανεξάρτητο τμήμα (module) του εκτοξευτή SYLVER Α70 και Α50 των FREMM (αλλά και της FREDA εάν υπάρξει ανάλογη απαίτηση από το ΠΝ) φέρει οκτώ θέσεις εκτόξευσης για ισάριθμα βλήματα. Ένας πιθανός συνδυασμός βλημάτων θα μπορούσε να είναι 8 βλήματα SCALP σε εκτοξευτή Α70 και 24 βλήματα ASTER 30 σε τρεις οκταπλούς Α70 ή Α50 ή 4 SCALP και 28 ASTER.
Όπως αναφέρθηκε το HERACLES είναι ένα σύστημα πολλαπλών καθηκόντων που αναλαμβάνει πρακτικά τον έλεγχο όλης της διαδικασίας ανάσχεσης του στόχου από τη στιγμή του αρχικού εντοπισμού του στόχου έως την προσβολή του.
Αυτό σε συνδυασμό με τα 120 χλμ. της μέγιστης εμβέλειας των ASTER 30 καθιστά τα συγκεκριμένα σκάφη ιδανικά για τέτοιου είδους αποστολές προσδίδοντας στο ΠΝ δυνατότητες που δεν έχει έως σήμερα.
Ένα σημαντικό στοιχείο που πρέπει να υπογραμμιστεί είναι η ταυτόχρονη ικανότητα της καθοδήγησης έως και 16 βλημάτων ASTER γεγονός που καταδεικνύει την ανθεκτικότητα του συστήματος έναντι επιθέσεων κορεσμού.
Είναι σημαντικό τέλος να αναφέρουμε πως το βλήμα ASTER έχει πλήρεις αντι-πυραυλικές δυνατότητες τόσο για βλήματα αέρος-επιφανείας που κινούνται είτε διηχητικά είτε υπερηχητικά. Ταυτόχρονα και βάσει του ενοποιημένου περιβάλλοντος εικόνας και δεδομένων που οι ΕΔ υιοθετούν μέσω της συνεργασίας με τα EMB-145H αλλά και τα υπόλοιπα σκάφη του ΠΝ δημιουργείται στην πράξη ένα ολοκληρωμένο δίκτυο ελέγχου.