Το Ισραήλ δεν έχει παραδεχτεί, αλλά και δεν έχει απορρίψει πληροφορίες ότι κατέχει πυρηνικά όπλα, αν και υπολογίζεται ότι διαθέτει 40-400 πυρηνικές κεφαλές και είναι η μόνη εξοπλισμένη με πυρηνικά όπλα χώρα στη Μέση Ανατολή.
Το 1958 ξεκίνησε η λειτουργία του πυρηνικού αντιδραστήρα στη Ντιμόνα χωρίς καν να έχουν ενημερωθεί τα μέλη της τότε κυβέρνησης και το κοινοβούλιο αποκαλύπτει ο Ισραηλινός ιστορικός Άνταμ Ραζ.
Σύμφωνα με τα έγγραφα που φέρνει στο φως ο τότε σύμβουλος των πρωθυπουργών Λεβί Εσκόλ και Γκόλντα Μέιρ, Ίσραελ Γκαλίλι, είχε πολλές επιφυλάξεις σχετικά με το πυρηνικό πρόγραμμα τόσο ηθικές, αλλά και καθαρά πρακτικές, καθώς θεωρούσε πως έτσι νομοποιείτο ο Νάσερ της Αιγύπτου να πλήξει το Ισραήλ ή να ξεκινήσει ανάλογο πρόγραμμα.
Επίσης οι επιφυλάξεις αφορούσαν το κόστος καθώς ο πυρηνικός αντιδραστήρας της Ντιμόνα κόστισε πολλά εκατομμύρια δολάρια, ίσως και 340 (2,75 δισ. σε σημερινές τιμές). Η Γκόλντα Μέιρ, σύμφωνα πάντα με την έρευνα, είχε αποφασίσει να δημοσιοποιήσει τα του ισραηλινού πυρηνικού προγράμματος με σκοπό να περάσει «από την άμυνα στην επίθεση» και κερδίσει υποστήριξη από το εβραϊκό λόμπι στις ΗΠΑ. Υποστήριζε πως η θέση του Ισραήλ θα ισχυροποιείτο από την αποκάλυψη.
Τα έγγραφα επίσης αποκαλύπτουν πως το Ισραήλ δέχτηκε πιέσεις από τη Γαλλία του Ντε Γκολ, και τις ΗΠΑ επί προέδρων Κένεντι, Τζόνσον και Νίξον, να δεχτεί έλεγχο των πυρηνικών του εγκαταστάσεων. Παρόλα αυτά δεν υπέκυψε.
Πάντως το Ισραήλ, αρκετό καιρό μετά την έναρξη λειτουργίας του αντιδραστήρα δεν είχε κατασκευάσει πυρηνικά όπλα. Το 1973 όμως, σκληρά πιεζόμενο από τους Άραβες αντιπάλους του κατά τον πόλεμο του Γιόμ Κιπούρ, τέθηκε στο τραπέζι η ιδέα χρήσης πυρηνικών από το Ισραήλ. Η ιδέα ανήκε στον υπουργό Άμυνας Μοσέ Νταγιάν. Η πρωθυπουργός Μέιρ όμως δεν έδωσε το πράσινο φως.