Οι αρχές κατάφεραν να εξιχνιάσουν την υπόθεση της δολοφονίας του επιχειρηματία Αλέξανδρου Σταματιάδη στην Κηφισιά. Υπενθυμίζεται πως είχε δεχτεί επίθεση μέσα στο σπίτι του με τους δράστες να τον πυροβολούν δύο φορές στην πλάτη.
Σπείρα ληστών έπεσε στα χέρια της αστυνομίας και σύμφωνα με πληροφορίες εμπλέκονται στην δολοφονία που είχε συγκλονίσει το πανελλήνιο. Ο Αλέξανδρος Σταματιάδης είχε παλέψει για να προστατεύσει την οικογένειά του και τελικά δέχθηκε δύο πυροβολισμούς στην πλάτη μετά από επίθεση μέσα στο σπίτι του τα ξημερώματα της Μεγάλης Δευτέρας. Πέθανε 18 ημέρες μετά την επίθεση και αφού είχε δώσει γενναία μάχη για να κρατηθεί στην ζωή.
Το χρονικό της αιματηρής ληστείας
Ξημερώματα Μεγάλης Δευτέρας δυο κουκουλοφόροι εισέβαλαν στο σπίτι του Αλέξανδρου Σταματιάδη στην Κηφισιά. Αρχικά προσπάθησαν να μπουν στο σπίτι του αδερφού του. Ένα σπίτι το οποίο βρίσκεται στο ίδιο συγκρότημα οικογενειακών κατοικιών.
Όμως το οίκημα στο οποίο διαμένει ο αδερφός του 52χρονου διαθέτει πόρτα ασφαλείας, συναγερμό και βέβαια κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης. Οι κακοποιοί προσπάθησαν να διαρρήξουν την πόρτα ασφαλείας χωρίς τελικά να τα καταφέρουν. Έτσι, κατέληξαν στο διπλανό οίκημα: Αυτό στο οποίο έμενε ο Αλέξανδρος Σταματιάδης, δηλαδή, που άλλωστε δεν διέθετε πόρτα ασφαλείας και βέβαια τα ανάλογα συστήματα.
Πρώτα έψαξαν το ισόγειο της μεζονέτας, χωρίς να βρουν κάτι. Έψαξαν ακόμα και στο γραφείο του Αλέξανδρου Σταματιάδη. Έπειτα, αποφάσισαν να ανεβούν στον επόμενο όροφο όπου και βρίσκεται η κρεβατοκάμαρα του ζευγαριού. Εκεί, πλέον, στην κρεβατοκάμαρα ο Αλέξανδρος Σταματιάδης τους αντιλήφθηκε. Ήρθαν στα χέρια, με αποτέλεσμα να τον πυροβολήσουν τρεις φορές. Δύο από αυτές ήταν σχεδόν εξ’ επαφής στην πλάτη!
Η σύζυγός του σοκαρισμένη άρχισε να καλεί σε βοήθεια. Οι κακοποιοί δεν δίστασαν να την απειλήσουν κι εκείνη για να την κάνουν να σωπάσει. Ευτυχώς αποχώρησαν με βιαστικές κινήσεις χωρίς να της κάνουν κακό.
Ο γιος του Αλέξανδρου Σταματιάδη, είπε στους αστυνομικούς για τις δραματικές στιγμές που έζησε μέσα στο ίδιο του το σπίτι: «Ξαφνικά άκουσα την μητέρα μου να ουρλιάζει, να καλεί σε βοήθεια και να φωνάζει το όνομά μου. Πετάχτηκα από το κρεβάτι μου και κατέβηκα τρέχοντας τις σκάλες προς το δωμάτιο των γονιών μου. Αντίκρισα τη μητέρα μου μέσα στα αίματα να κρατά τον πατέρα μου, ο οποίος ήταν πεσμένος στο δάπεδο, μέσα σε μια λίμνη αίματος».