Πολλά ακούγονται και γράφονται για τους πυραύλους, τι γίνεται όμως με τις τορπίλες; Οι τορπίλες καμιά φορά απειλούν τα πλοία ακόμη περισσότερο από ότι και οι ισχυρότεροι πύραυλοι.
Η τορπίλη χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1878 από το Ρωσικό Πολεμικό Ναυτικό για να επιτεθεί σε τουρκικά πλοία από μικρή απόσταση.
Ήταν το περιστατικό που άλλαξε την τακτική των ναυμαχιών. Το Sputnik καταγράφει την ιστορία και την εξέλιξη των «σιωπηλών δολοφόνων» που αποτελούν φόβο και τρόμο των αξιωματικών του Ναυτικού σε ολόκληρο τον κόσμο.
Ποιός εφηύρε πραγματικά τις τορπίλες;
Οι τορπίλες είναι υποβρύχια όπλα που εκτοξεύονται από πλοία, υποβρύχια και αεροπλάνα εναντίον πλοίων και υποβρυχίων. Πολλές πηγές αποδίδουν τον σχεδιασμό των πρώτων τορπιλών στο σχέδιο του Άγγλου μηχανικού Ρόμπερτ Ουάιτχεντ. Όμως, στην πραγματικότητα, το όπλο αυτό σχεδιάστηκε από τον Ρώσο εφευρέτη Ιβάν Αλεξαντρόφσκι, ο οποίος το παρουσίασε το 1865, έναν χρόνο πριν από τον Ουάιτχεντ.
Η εξέλιξη των τορπιλών
Στις αρχές του 20ού αιώνα, στρατιωτικοί μηχανικοί εξέτασαν σοβαρά την κατασκευή των τορπιλών για να αντιμετωπίσουν τα τότε κυρίαρχα θωρηκτά. Στο τέλος του 19ου αιώνα και μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, το θωρηκτό ήταν ο ισχυρότερος τύπος πολεμικού πλοίου. Ωστόσο, σχεδόν τα μισά που βυθίστηκαν κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου καταστράφηκαν από τορπίλες.
Από την αρχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι τορπίλες εξελίχθηκαν ακόμα πιο πολύ. Συγκεκριμένα, είχαν αυξημένη ταχύτητα, εμβέλεια μερικών χιλιομέτρων, εκρηκτικό μηχανισμό ο οποίος ενεργοποιούνταν κατά την επαφή με τον στόχο ή και χωρίς, συστήματα καθοδήγησης και παρακολούθησης του στόχου. Αλλά ταυτόχρονα, δεν είχαν αρκετή αξιοπιστία, ακρίβεια και ισχύ.
Για παράδειγμα, τορπίλη κατασκευασμένη στη ναζιστική Γερμανία, και συγκεκριμένα, η G7es (T5) «Zaunkönig», είχε ακουστική καθοδήγηση, μπορούσε να ακολουθήσει τον στόχο, καθοδηγούμενη από το ακουστικό ίχνος της έλικας του πλοίου.
Το Kriegsmarine (Γερμανικό Πολεμικό Ναυτικό) κατείχε αυτές τις τορπίλες από το 1943 και αποτελούσαν ένα από τα κύρια όπλα των γερμανικών υποβρυχίων. Μια τορπίλη διαμέτρου 533 χιλιοστών μπορούσε να μεταφέρει ένα βλήμα βάρους 300 κιλών με ταχύτητα περίπου 50 χιλιομέτρων την ώρα και να χτυπήσει ένα στόχο σε απόσταση άνω των 5.500 μέτρων.
Ωστόσο, η τορπίλη δεν αποδείχτηκε τόσο αποτελεσματική όσο αναμενόταν. Οι Γερμανοί κατέγραψαν μόνο 58 επιτυχίες του τύπου «Zaunkönig» από τις περίπου 650 εκτοξεύσεις. Συχνά, η έκρηξη γινόταν πρόωρα, πριν από την επαφή με το στόχο. Μάλιστα, λόγω της ατέλειας του συστήματος καθοδήγησης, μερικές φορές οι τορπίλες «κυνηγούσαν» το ίδιο το υποβρύχιο από το οποίο εκτοξεύθηκαν.
Η στρατηγική των σαμουράι
Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, χρησιμοποιήθηκαν και «ανθρώπινες» τορπίλες. Η πιο διάσημη σε αυτή τη κατηγορία ήταν η «Kaiten». Η «Kaiten» ήταν μία επανδρωμένη τορπίλη, σκάφος αυτοκτονίας που χρησιμοποίησε το αυτοκρατορικό Ιαπωνικό Ναυτικό κατά την τελική φάση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ήδη από το τέλος του 1943, όταν άρχισε να διαφαίνεται η αρνητική εξέλιξη του πολέμου, η ανώτατη στρατιωτική διοίκηση της Ιαπωνίας άρχισε να εξετάζει την κατασκευή σκαφών αυτοκτονίας. Στην Αεροπορία ήταν τα γνωστά αεροπλάνα «καμικάζι», ενώ στο Ναυτικό οι υποβρύχιες τορπίλες «Kaiten». Η «Kaiten», στην πραγματικότητα, ήταν ένα μικρό υποβρύχιο, μέσα στο οποίο χωρούσε ένας οδηγός, που είχε πλήρη έλεγχο των κινήσεων της.
Στο ξεκίνημα της κατασκευής της «Kaiten», υπήρχε η σκέψη να χρησιμοποιήσουν κάποιο σύστημα εκτίναξης, αλλά αργότερα η ιδέα εγκαταλείφθηκε λόγω του γεγονότος ότι ο πιλότος, που βρισκόταν στο επίκεντρο της έκρηξης, έτσι και αλλιώς είχε ελάχιστες πιθανότητες να επιβιώσει.
Στο μπροστινό τμήμα της τορπίλης υπήρχε μία κεφαλή βάρους 1,5 τόνων ικανή να καταστρέψει σχεδόν οποιοδήποτε πλοίο του αμερικανικού στόλου.
Ωστόσο, η αποτελεσματικότητα της «Kaiten» ήταν πολύ χαμηλή, καθώς οι Ιάπωνες βύθισαν 10 αμερικανικά πλοία, χρησιμοποιώντας πάνω από 100 τορπίλες «καμικάζι». Η «Kaiten» κάποιες φορές βυθιζόταν, κάποιες φορές πρόωρα. Επιπλέον, η «Kaiten» ήταν αρκετή μεγάλη και εντοπιζόταν εύκολα την ώρα που πλησίαζε το στόχο.
Ωστόσο, το πρόγραμμα «Kaiten» από την άποψη της στρατιωτικής αποτελεσματικότητας ήταν μια πραγματική αποτυχία. Είχε πολύ μεγάλο κόστος για την Ιαπωνία, τόσο οικονομικό όσο και σε ανθρώπινες ζωές, καθώς τα αμερικανικά πλοία είχαν περιορισμένες απώλειες.
Οι τορπίλες ως μέσο μεταφοράς
Η ιταλική τορπίλη «Maiale» ήταν ένα λίγο πιο επιτυχημένο πρόγραμμα. Σε αυτή την περίπτωση δεν χρειαζόταν αυτοθυσία. Η «Maiale» διέθετε ηλεκτρική πρόωση και μπορούσε να μεταφέρει επάνω της δυο βατραχανθρώπους που οδηγούσαν την τορπίλη με χαμηλή ταχύτητα έως οχτώ χιλιόμετρων την ώρα για να προσεγγίσουν τον στόχο και να τοποθετήσουν εκρηκτικά. Το επίσημο όνομα της τορπίλης στα ιταλικά ήταν: «Siluro a Lenta Corsa, SLC» (Τορπίλη χαμηλής ταχύτητας) αλλά οι Ιταλοί βατραχάνθρωποι της έδωσαν το παρατσούκλι «Maiale» που σημαίνει «γουρούνα» γιατί δυσκολεύονταν πολύ στην οδήγησή της.
Οι σύγχρονες τεχνολογικές εξελίξεις επηρέασαν και τις τορπίλες και τις κατέστησαν ένα από τα πιο θανατηφόρα όπλα. Για παράδειγμα, το Πολεμικό Ναυτικό της Ρωσίας διατηρεί στην κατοχή του την ταχύτερη τορπίλη στον κόσμο, την «Shkval». Το όνομά της σημαίνει «Μπουρίνι».
Η τορπίλη δεν μπορεί να ελεγχθεί, ταυτόχρονα, είναι πολύ θορυβώδης και μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πολύ μικρή απόσταση από τον στόχο, περίπου 10 χιλιόμετρα. Ωστόσο, είναι σε θέση να αναπτύξει την απίστευτη ταχύτητα των 370 χλμ./ώρα χάρη στον hydrojet κινητήρα της. Η τορπίλη δοκιμάστηκε το 1977 και σήμερα αναβαθμίζεται, για να έχει δυνατότητα κατάδυσης πάνω από 100 μέτρα. Επιπλέον, η τορπίλη μπορεί να εξοπλιστεί και με πυρηνική κεφαλή.
Μια άλλη σύγχρονη ρωσική τορπίλη, η «Fizik» δεν αναπτύσσει τέτοια ταχύτητα, αλλά μπορεί να καλύψει απόσταση 50 χιλιομέτρων κάτω από νερό και να πλήξει τον στόχο εφοδιασμένη με 300 κιλά εκρηκτικών. Επίσης είναι σε θέση να εντοπίσει το ακουστικό ίχνος ενός πλοίου σε απόσταση 2,5 χιλιόμετρων. Μετά τον εντοπισμό του στόχου, θεωρείται σχεδόν αδύνατο να αστοχήσει. Η «Fizik» είναι σχεδόν αθόρυβη, γεγονός που περιπλέκει το ζήτημα της ανίχνευσής της.
Μία από τις τελευταίες εξελίξεις του αμερικανικού στρατιωτικού-βιομηχανικού κατεστημένου στον τομέα των τορπιλών είναι η μικρού μεγέθους τορπίλη «Mark 54».
Αυτό το «μωρό», ζυγίζει 300 κιλά και μπορεί να μεταφέρει μόνο 40 κιλά εκρηκτικών. Το πλεονέκτημά της είναι ότι το αεροπλάνο από το οποίο εκτοξεύεται δεν χρειάζεται καν να εισέλθει στη ζώνη που καλύπτει η αντιαεροπορική άμυνα του εχθρικού σκάφους.
Για να πετύχουν αυτό, οι Αμερικανοί έχουν αναπτύξει το σύστημα HAAWC (High Altitude Anti-Submarine Warfare Weapon Capability). Η τορπίλη διαθέτει πτερύγια και ουρά, που επιτρέπουν την εκτόξευση των «Mark 54» από αεροσκάφη σε μεγάλη απόσταση από τον στόχο και σε υψόμετρο από 250 μέτρα έως 15 χιλιόμετρα.
Όταν η τορπίλη φτάνει σε ένα ασφαλές ύψος για να εισέλθει στο νερό, η πρόσθετη αεροδυναμική κατασκευή της απορρίπτεται και η τορπίλη κινείται προς τον στόχο κατά τον συνήθη τρόπο. Αυτή η λύση καθιστά την εκτόξευση ασφαλή και μυστική, ενώ το αεροπλάνο παραμένει εκτός εμβέλειας του συστήματος αεράμυνας.
Αξίζει να επισημανθεί πως η τορπίλη «Mark 54» μπορεί να εκτοξευτεί και από τυπικούς εκτοξευτές πλοίων.