Τουλάχιστον 111 άνθρωποι σκοτώθηκαν και 200 τραυματίστηκαν σε πυραυλική επίθεση εναντίον στρατοπέδου των κυβερνητικών δυνάμεων στην Υεμένη, από τους σιίτες αντάρτες Χούθι και η σουνιτική-σιιτική σύρραξη (ή καλύτερα αραβο-ιρανική) αναζωπυρώθηκε με μεγάλη ένταση.
Έξι χρόνια κρατάει η σύγκρουση στο άκρο της αραβικής χερσονήσου.
Η επίθεση συγκαταλέγεται στις πιο πολύνεκρες εναντίον των δυνάμεων που ορκίζονται πίστη στη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση του προέδρου Αμπντ Ράμπου Μανσούρ Χάντι (άλλη μια «αναγνωρισμένη» κυβέρνηση για την οποία δεν έχει εξηγηθεί ποια είναι τα κριτήρια «αναγνώρισής» της) από το ξέσπασμα της σύρραξης, το 2014.
Δεν έχει υπάρξει ανάληψη της ευθύνης, αλλά η κυβέρνηση κατηγόρησε τους Χούθι άλλωστε δεν υπάρχει άλλη εμπόλεμη παράταξη στην πολύπαθη χώρα.
Το τέμενος του στρατοπέδου στην επαρχία Μαρίμπ (δυτικά) χτυπήθηκε από βαλλιστικό πύραυλο και κατόπιν με τηλεκατευθυνόμενο μη επανδρωμένο εναέριο όχημα (UAV), εξήγησε πηγή προσκείμενη στον κυβερνητικό στρατό.
«Καταδικάζουμε με τον πλέον σθεναρό τρόπο την τρομοκρατική επίθεση εναντίον τεμένους από τους παραστρατιωτικούς Χούθι (…) η οποία προκάλεσε πάνω από 100 νεκρούς και δεκάδες τραυματίες», ανέφερε μέσω Twitter το υπουργείο Εξωτερικών της διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης.
Οι Χούθι θεωρείται πως έχουν εξοπλιστεί με ιρανικά UAV και ότι έχουν εκπαιδευτεί από τους Ιρανούς για να τα χρησιμοποιούν. Κατ’ άλλους τα χειρίζονται ακόμα και Ιρανοί χειριστές.
Για πολλούς το πυραυλικό κτύπημα ήταν η πρώτη μείζονα απάντηση του Ιράν προς την Δύση που στηρίζει το Ριάντ στον πόλεμο της Υεμένεης. Έχει δηλαδή άμεση σχέση με τα «απόνερα» της εκτέλεσης Σουλεϊμανί από τους Αμερικανούς.
Πλέον διεξάγεται ένας ιδιότυπος πόλεμος των drones στον Περσικό Κόλπο.
Τα θύματα διακομίστηκαν σε νοσοκομείο της πόλης Μαρίμπ, πρωτεύουσας της ομώνυμης επαρχίας. Ιατρικές και στρατιωτικές πηγές νωρίτερα μιλούσαν για 83 νεκρούς στρατιωτικούς.
Ο εκπρόσωπος των κυβερνητικών δυνάμεων στρατηγός Αμπντού Μάτζλι διεμήνυσε ότι θα δοθεί «ανηλεής απάντηση» εναντίον «των πραξικοπηματιών παραστρατιωτικών Χούθι». Σύμφωνα με τον στρατηγό, η επίθεση σκότωσε επίσης και «άμαχους».
Οι Χούθι, οι οποίοι θεωρείται πως υποστηρίζονται από το Ιράν, ελέγχουν το μεγαλύτερο μέρος της επικράτειας της Υεμένης, συμπεριλαμβανομένης της πρωτεύουσας Σανάα.
Η κυβέρνηση του Χάντι, που αναγνωρίζεται από τον ΟΗΕ, υποστηρίζεται στρατιωτικά από μια συμμαχία αραβικών κρατών υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας — του μεγάλου εχθρού της Τεχεράνης στην περιοχή — που επενέβη στον πόλεμο τον Μάρτιο του 2015.
Το τηλεοπτικό δίκτυο Αλ Χαντάθ, σαουδαραβικών συμφερόντων, μετέδωσε πλάνα που διαβεβαίωσε πως τραβήχτηκαν στο κατεστραμμένο τέμενος. Στις μακάβριες εικόνες διακρίνονται λίμνες αίματος και ανθρώπινα μέλη στο δάπεδο ανάμεσα σε συντρίμμια του μεταλλικού σκελετού της οροφής που έχει καταρρεύσει.
Η επίθεση εξαπολύθηκε έπειτα από την έναρξη εφόδου των κυβερνητικών δυνάμεων με την υποστήριξη της συμμαχίας υπό το Ριάντ εναντίον σιιτών ανταρτών στην περιοχή Νιχμ, βόρεια της πρωτεύουσας, σύμφωνα με αξιωματούχους.
Ο πρόεδρος Χάντι, ο οποίος επέρριψε επίσης στους Χούθι την ευθύνη για αυτή την «άνανδρη» και «τρομοκρατική» επίθεση κάλεσε τις ένοπλες δυνάμεις να «αυξήσουν το επίπεδο επαγρύπνησής τους», σύμφωνα με το πρακτορείο ειδήσεων SABA, το οποίο πρόσκειται στην κυβέρνησή του.
Ο αρχηγός του κράτους, εξόριστος στο Ριάντ, χαρακτήρισε τους Χούθι «παραστρατιωτική» οργάνωση που «δεν έχει καμιά πρόθεση» να επιτρέψει να αποκατασταθεί η ειρήνη και αποτελεί «όργανο του Ιράν στην περιοχή».
Ο επικεφαλής της υεμενίτικης διπλωματίας Μοχάμεντ αλ Χαντράμι συναντήθηκε χθες με τον υφυπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ αρμόδιο για τον Κόλπο, τον Τιμ Λέντερκινγκ, ανέφερε το ΥΠΕΞ μέσω Twitter, χωρίς να διευκρινίσει το πού.
Ο ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ για την Υεμένη Μάρτιν Γκρίφιθς εξόρκισε τα αντίπαλα μέρη να κατευθύνουν την «ενέργειά τους» μακριά «από τα πολεμικά μέτωπα, προς την πολιτική» διαδικασία. «Η πρόοδος που κατακτήθηκε με σκληρή προσπάθεια για την αποκλιμάκωση είναι πολύ εύθραυστη», προειδοποίησε και πρόσθεσε πως «τέτοιες ενέργειες μπορεί να εκτροχιάσουν την πρόοδο αυτή»
Ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Τζουζέπ Μπορέλ, μέσω εκπροσώπου του, προέτρεψε από την πλευρά του χθες βράδυ «όλα τα μέρη να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση και να συζητήσουν εποικοδομητικά με τον απεσταλμένο του ΟΗΕ προκειμένου να τερματιστεί η σύρραξη». «Η ΕΕ θα συνεχίσει να υποστηρίζει τον ΟΗΕ (…) με όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή της», προστίθεται σε ανακοίνωση του εκπροσώπου του Ύπατου Εκπρόσωπου.
Η επίθεση βάζει τέλος στην περίοδο αποκλιμάκωσης που διαπίστωνε ο Γκρίφιθς την Πέμπτη, όταν μίλαγε για μια από τις «πιο ήρεμες» περιόδους από το ξέσπασμα της ένοπλης σύρραξης.
Τα Ηνωμένα Έθνη μοιάζουν επί σειρά ετών να αδυνατούν να συμβάλλουν στην αποκατάσταση της ειρήνης στην Υεμένη. Η συμφωνία που υπεγράφη υπό την αιγίδα του ΟΗΕ το 2018 στη Σουηδία επέτρεψε να υπάρξει αποκλιμάκωση στη Χοντάιντα, λιμένα στρατηγικής σημασίας (νοτιοδυτικά), αλλά δεν εφαρμόζεται στο σύνολό της.
Σύμφωνα με ανθρωπιστικές οργανώσεις, ο πόλεμος στην Υεμένη έχει στοιχίσει τη ζωή σε πάνω από 100.000 ανθρώπους, στην πλειονότητα τους άμαχους. Περίπου 3,3 εκατ. πολίτες είναι πάντα εκτοπισμένοι ενώ 24,1 εκατομμύρια άλλοι, δηλαδή πάνω από τα δύο τρίτα του πληθυσμού, χρειάζονται ανθρωπιστική βοήθεια, σύμφωνα με τον ΟΗΕ, που περιγράφει την κατάσταση στην Υεμένη ως τη χειρότερη ανθρωπιστική κρίση στον κόσμο.
Ο συντονιστής των Ηνωμένων Εθνών για τις ανθρωπιστικές υποθέσεις Ραμές Ρατζασίνγκαμ προειδοποίησε νωρίτερα αυτή την εβδομάδα εναντίον του κινδύνου λιμού.