Επιμένει ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ σε ότι ανακοίνωσε για την έναρξη του διαλόγου ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία: «Έίναι περισσότερο τεχνικές συζητήσεις παρά διαπραγματεύσεις και δεν αντικαθιστούν τις προσπάθειες της Γερμανίας για πολιτική διαπραγμάτευση. Δεν υπάρχει συμφωνία ακόμη, αλλά οι συζητήσεις έχουν ξεκινήσει».
Εμείς να προσθέσουμε ότι «οι συζητήσεις έχουν ξεκινήσει» με το τουρκικό ερευνητικό σκάφος «Oruc Reis» να πραγματοποιεί έρευνες ακόμα, εντός ελληνικής υφαλοκρηπίδας.
Νωρίτερα ο κυβερνη‘πτικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας είπε για το περιβόητο tweet Στόλτενμπεργκ:
«Ο καθένας που κατέχει δημόσιο αξίωμα πρέπει να κινείται με τη σοβαρότητα που επιβάλλει η θέση που κατέχει. Και ο ΓΓ. του ΝΑΤΟ κατέχει μια μεγάλη θέση»
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος υποστήριξε ότι «ο κ. Στόλτενμπεργκ κατέθεσε προτάσεις για την αποφυγή ατυχήματος σε τεχνικό επίπεδο. Επομένως αυτό απέχει πολύ από το να χαρακτηριστεί ως συμφωνία για επανέναρξη διάλογου παραμένει το ζήτημα της έμπρακτης αποκλιμάκωσης από πλευράς Τουρκίας.
Επρόκειτο για έγγραφο τεχνικού ενδιαφέροντος σε προγραμματισμένη Σύνοδο στην οποία βρισκόταν ο στρατιωτικός υπεύθυνος. Ένα έγγραφο τεχνικού ενδιαφέροντος, για το οποίο ζητήθηκε η αντίδραση και οι προτάσεις των πλευρών, δεν είναι κείμενο συναίνεσης για επανέναρξη συζητήσεων ή να έχουν συμφωνήσει Ελλάδα – Τουρκία για επανέναρξη διαλόγου».
Μόνο που ο Γ.Στόλτενμπεργκ ήταν σαφέστατος και στην «ανασκευαστική» του δήλωση.
Το μόνο που μπορεί να κατηγορηθεί ο Γ.Γ.του ΝΑΤΟ είναι ότι «έδωσε» την ελληνική κυβέρνηση.
Στην Ελλάδα συμβαίνει το εξής παράδοξο: Η κυβέρνηση λέει πως δεν συνομιλεί με την Τουρκία κάτι που όμως έχει ήδη ξεκινήσει να γίνεται από τα μέσα Ιουλίου με την περίφημη μυστική συνάντηση του Βερολίνου.
Αυτό που απασχολούσε το ΝΑΤΟ δεν ήταν αν η Ελλάδα θα προσέλθει στον διάλογο γιατί ήδη το κάνει, αλλά να αποβάλλει από πάνω του και από την ΕΕ τον «βραχνά» να επιβάλλει κυρώσεις στην Τουρκία.
Αν ήταν η Βενεζουέλα ή η Ρωσία, οι κυρώσεις θα είχαν υπογραφεί από… πέρσι.
Η κίνηση του ΝΑΤΟ να φέρει προ τετελεσμένων την Ελλάδα έναντι της Τουρκίας, με τα «περί συμφωνίας» της Αθήνας να προσέλθει σε διάλογο με την Άγκυρα «άνευ όρων» για όλα τα ζητήματα (Που αφορούν μόνο ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα, η Τουρκία δεν έχει τίποτε να χάσει) πέτυχε τον στόχο της αφού κατάφερε να παρουσιάσει την Ελλάδα ως «αδιάλλακτη» και έτσι διαλύθηκε το αφήγημα της ελληνικής κυβέρνησης ότι θα κέρδιζε από την ΕΕ την επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία.
Η «απαίτηση» της κυβέρνησης να φύγει το Oruc Reis από την ελληνική υφαλοκρηπίδα, έχει τόση σημασία όση σημασία είχε το γεγονός ότι διαβεβάιωναν ότι το Oruc Reis δεν κάνει έρευνες στην ελληνική υφαλοκρηπίδα μέχρι που βγήκε ο ναύαρχος ΣΕΑ Α.Διακόπουλος και «έσβησαν τα φώτα».
Το πρόβλημα είναι ότι διαπραγματεύονται για την ελληνική περιουσία. Δεν διαπραγματεύονται για την αυτονομία Ίμβρου καιΤένεδου και για τον σεβασμό των θρησκευτικών δικαιωμάτων των Χριστιανών στην Τουρκία που τα παραβιάζουν κάνοντας τζαμί την Αγία Σοφία και παρεμβαίνοντας ωμά στην Θράκη.
Βασική απαίτηση της ελληνικής κυβέρνησης πρέπει να είναι η απόδοση της αυτονομίας σε Ίμβρο και Τένεδο και η απόσυρση των κατοχικών στρατευμάτων από την Κύπρο κάτι που μπορεί η Ελλάδα να το απαιτήσει ως εγγυήτρια δύναμη βάσει της Συνθήκης της Ζυρίχης.