Η μεταβατική απεσταλμένη του ΟΗΕ στη Λιβύη, η Στέφανι Ουίλιαμς κατήγγειλε σήμερα ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας, ότι οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές στη Λιβύη δεν έχουν αποσύρει τα στρατεύματα παρά τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός που επιτεύχθηκε τον Οκτώβριο.
Η συμφωνία της 23ης Οκτωβρίου προβλέπει «την απόσυρση όλων των στρατιωτικών μονάδων και ένοπλων ομάδων από τις πρώτες γραμμές (και) την αποχώρηση όλων των μισθοφόρων και των ξένων μαχητών από ολόκληρη την λιβυκή επικράτεια εντός 90 ημερών», δήλωσε η Ουίλιαμς.
Δύο αντίπαλες κυβερνήσεις αντιμάχονται στη Λιβύη: η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας (GNA) με έδρα την Τρίπολη, στρατιωτικά υποστηριζόμενη από την Τουρκία και στα ανατολικά, εκείνη του στρατάρχη Χαλίφα Χάφταρ, που στηρίζεται από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, τη Ρωσία και την Αίγυπτο.
«Οι δυνάμεις της GNA παραμένουν σταθμευμένες στο Άμπου Γκρέιν και το αλ Ουάσκα, πραγματοποιώντας περιπολίες», ανέφερε η απεσταλμένη του ΟΗΕ. «Έχουν παρατηρηθεί κλοπές στρατιωτικών φορτίων στα αεροδρόμια αλ Ουατίγια και Μισράτα», πρόσθεσε.
Οι δυνάμεις του Χάφταρ «και βοηθοί τους συνεχίζουν να χτίζουν οχυρώσεις και στρατιωτικά φυλάκια, εξοπλισμένα με συστήματα αεράμυνας, μεταξύ της Σύρτης και της αλ Τζούφρα, και της βόρειας περιοχής της αεροπορικής βάσης αλ Τζούφρα», συμπλήρωσε η Ουίλιαμς.
Η αξιωματούχος του ΟΗΕ σημείωσε παράλληλα την «έντονη δραστηριότητα μεταγωγικών αεροσκαφών μεταξύ του αεροδρομίου της Μπενίνα και των αεροπορικών βάσεων της αλ-Τζούφρα και της αλ-Γκαρνταμπίγια».
Κατά τη διάρκεια της βιντεοδιάσκεψης που πραγματοποιήθηκε στο ΣΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γερμανία, το Βέλγιο και η Γαλλία, ειδικότερα, ζήτησαν την υλοποίηση στρατιωτικών δεσμεύσεων και την πραγματική αποχώρηση ξένων μισθοφόρων.
Οι τελευταίοι δεν θα πρέπει να μετατραπούν σε εκπαιδευτικό προσωπικό, τόνισε το Βερολίνο, ενώ το Λονδίνο έθεσε τη δυνατότητα προσφυγής σε κυρώσεις ενάντια σε όσους δεν τηρούν τη συμφωνία του Οκτωβρίου.