Ο υφυπουργός Εθνικής Άμυνας, Αλκιβιάδης Στεφανής, σε ομιλία του με τίτλο «Τα εθνικά θέματα από την ελληνική ένταξη στο κοινοτικό σύστημα μέχρι σήμερα» σε συνεδρία του διήμερου διαδικτυακού συμποσίου ενόψει των 40 χρόνων από την ένταξη της Ελλάδας στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες (1981-2021), τόνισε μεταξύ άλλων πως «η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της κοινής ευρωπαϊκής προσπάθειας για κοινωνική και οικονομική ευημερία».
Το συνέδριο διοργανώνεται από το Europe Direct Βορείου Αιγαίου σε συνεργασία με το Εργαστήριο Κοινωνικών και Πολιτικών Θεσμών του Τμήματος Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου.
Ο υφυπουργός αναφέρθηκε σε «δύο θέματα διασφάλισης των εθνικών και ευρωπαϊκών συνόρων με τη συνδρομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
«Το πρώτο θέμα», είπε, «αφορά την αντιμετώπιση της εργαλειοποίησης της μεταναστευτικής κρίσης από την Τουρκία και το δεύτερο την αντιμετώπιση της κρίσης που προκλήθηκε από την έξοδο του ερευνητικού σκάφους Όρουτς Ρέις, συνοδευόμενου από πολεμικά πλοία του τουρκικού στόλου».
«Τα δύο αυτά πρόσφατα παραδείγματα -μεταξύ άλλων στο παρελθόν- αποδεικνύουν την ορθή επιλογή μας να ενταχθούμε πριν από τέσσερις δεκαετίες στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα» πρόσθεσε ο υφυπουργός.
Υπογράμμισε ότι «οι γεωπολιτικές εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, στις χώρες της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής έχουν διαμορφώσει ένα ιδιαίτερα επικίνδυνο και ασταθές τοπίο, θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια της διεθνούς κοινότητας και συμβάλλουν στην αύξηση των μεταναστευτικών ροών».
Επισήμανε δε ότι «η χώρα μας κλήθηκε το 2020 να διασφαλίσει τα ελληνικά και ευρωπαϊκά σύνορα από μια αιφνίδια, μαζική και οργανωμένη εισβολή μεταναστών, αναπτύσσοντας και εφαρμόζοντας εκείνες τις αναγκαίες πολιτικές και τακτικές που θα της επέτρεπαν να διατηρήσει το αίσθημα ασφάλειας, την κοινωνική συνοχή και την ευημερία του ελληνικού λαού και κατ’ επέκταση της Ευρώπης».
«Η στρατηγική της Τουρκίας με την εργαλειοποίηση του ζητήματος αυτού οδήγησε σε σημαντική αύξηση των ροών στο σύνολο των ελληνοτουρκικών χερσαίων και θαλάσσιων συνόρων, από τον Ιούλιο του 2019, σε δυσανάλογα μεγάλο βαθμό σε σχέση με την προηγούμενη διετία» συμπλήρωσε.
«Για την αντιμετώπιση αυτής της επικίνδυνα εξελισσόμενης απειλής», η ελληνική κυβέρνηση «προέβη άμεσα σε εκτίμηση της κατάστασης, ενδελεχή ανάλυση όλων των παραγόντων επιρροής και σχεδιασμό των μελλοντικών της ενεργειών, εξασφαλίζοντας την έγκαιρη προετοιμασία».
Σε αυτό το πλαίσιο, ο υφυπουργός τόνισε ότι λήφθηκε η απόφαση για συνδρομή των Ενόπλων Δυνάμεων στο έργο των Σωμάτων Ασφαλείας για την αντιμετώπιση των μεταναστευτικών ροών.
Παράλληλα, όπως ανέφερε, ορίστηκε Εθνικός Συντονιστής «για την αντιμετώπιση και διαχείριση του μεταναστευτικού – προσφυγικού ζητήματος, ο οποίος υπάγεται απευθείας στον πρωθυπουργό».
Επιπλέον, συστάθηκε Ενιαίος Φορέας Επιτήρησης Συνόρων (ΕΝΦΕΣ), «που υπάγεται απευθείας στον Εθνικό Συντονιστή και έχει ως αποστολή τον έλεγχο και την επιτήρηση των χερσαίων και θαλάσσιων συνόρων της ελληνικής επικράτειας».
Και επίσης, η ελληνική πλευρά προχώρησε σε διεθνοποίηση «της κατάστασης σε διμερές και πολυμερές επίπεδο, ενεργοποιώντας την Ευρωπαϊκή Ένωση, το ΝΑΤΟ και τους συμμάχους μας».
Αναλυτικότερα, όπως υπογράμμισε ο Αλκ. Στεφανής, «υλοποιήθηκε σημαντικός αριθμός ενεργειών και δράσεων στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, με κυριότερες τη διοργάνωση συσκέψεων σε υψηλό κυβερνητικό επίπεδο, την αναβάθμιση της επιτήρησης των συνόρων, την πραγματοποίηση επισκέψεων στην περιοχή του Έβρου και των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, την ενημέρωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του ΝΑΤΟ, καθώς και των εξειδικευμένων υπηρεσιών τους, όπως ο FRONTEX».
«Παράλληλα», συνέχισε, «καθορίστηκαν και προτεραιοποιήθηκαν οι εξοπλιστικές ανάγκες όλων των εμπλεκόμενων υπηρεσιών και εξασφαλίστηκε η χρηματοδότησή τους, σε συνεργασία με το υπουργείο Οικονομικών, από τον εθνικό προϋπολογισμό και κυρίως από τον ευρωπαϊκό».
«Αποτέλεσμα ήταν η πλήρης ετοιμότητά μας και η επιτυχής αντιμετώπιση της ενορχηστρωμένης υβριδικής επίθεσης που εξαπολύθηκε τις βραδινές ώρες της 27ης προς 28ης Φεβρουαρίου 2020 από την Τουρκία, τόσο στην περιοχή του Έβρου, αποτρέποντας την παράνομη είσοδο περίπου 9.400 μεταναστών μόνο την πρώτη ημέρα, όσο και στην περιοχή του Ανατολικού Αιγαίου.
Με τον τρόπο αυτόν ανατρέψαμε πλήρως τον σχεδιασμό της Τουρκίας που -κατά ομολογία της ηγεσίας της- επεδίωκε την εισβολή 143.000 μεταναστών στη χώρα μας» πρόσθεσε ο Αλκ. Στεφανής.
«Ένα, αρχικά και φαινομενικά, ελληνοτουρκικό θέμα μετατράπηκε σε ευρωτουρκικό και αποτέλεσμα αυτής της εξέλιξης ήταν η ενίσχυση των ελληνικών δυνάμεων ασφαλείας που επιχειρούν στο πεδίο από προσωπικό και μέσα του FRONTEX» ανέφερε ο υφυπουργός και συμπλήρωσε:
«Το γεγονός αυτό αποδεικνύει στην πράξη την αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στην επίθεση του Έβρου, δίπλα στις ελληνικές δυνάμεις παρατάχθηκαν δυνάμεις προερχόμενες από 22 ευρωπαϊκά κράτη, ενώ 14 κράτη είχαν αποστείλει προσωπικό και μέσα για τη φύλαξη των θαλάσσιων συνόρων. Η στάση της Ελλάδας άλλαξε τη στάση των Ευρωπαίων».
Αναφορικά με την έξοδο του ερευνητικού σκάφους Όρουτς Ρέις, συνοδευόμενου από πολεμικά πλοία του τουρκικού στόλου, το καλοκαίρι του 2020 τόνισε ότι «η άμεση και αποφασιστική κινητοποίηση των Ενόπλων Δυνάμεων στο σταθερό και διαρκές πλαίσιο άμυνας και ασφάλειας που παρέχουν, προσέφεραν στην ελληνική διπλωματία ένα πολύ ισχυρό εργαλείο διαπραγμάτευσης. Η χώρα μας απευθύνθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση μετατρέποντας και αυτό το ελληνοτουρκικό ζήτημα σε ευρωτουρκικό».
«Αποτέλεσμα των ενεργειών αυτών», επισήμανε, «ήταν η παρέμβαση όχι μόνο μεμονωμένων ευρωπαϊκών χωρών για ειρηνική επίλυση της διαφοράς, αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως ενιαίου και αυτοτελούς οργανισμού μέσω των αποφάσεων των τελευταίων Συνόδων Κορυφής. Καταδείχθηκε και καταδικάστηκε η παραβατική συμπεριφορά της Τουρκίας τόσο ενάντια στη χώρα μας όσο και ενάντια στην Κύπρο, ενώ ταυτόχρονα τέθηκε το θέμα επιβολής κυρώσεων στην περίπτωση μη συμμόρφωσής της».
«Το γεγονός αυτό», τόνισε ο υφυπουργός, «είχε ως αποτέλεσμα την αναδίπλωση της Τουρκίας, την απόσυρση του ερευνητικού σκάφους Όρουτς Ρέις και των τουρκικών ναυτικών δυνάμεων που το συνόδευαν, με αποτέλεσμα την επανέναρξη του διαλόγου μεταξύ των δύο κρατών».
«Οι Ευρωπαίοι στήριξαν την Ελλάδα σε αυτές τις δύο κρίσεις για δύο σημαντικούς λόγους. Ο πρώτος λόγος είναι ότι αντιλήφθηκαν πως ο υφιστάμενος κίνδυνος απειλεί και τους ίδιους και τα δικά τους συμφέροντα. Ο δεύτερος λόγος είναι η επί σειρά ετών σταθερή και ενεργή συμμετοχή της Ελλάδας σε όλες τις ευρωπαϊκές δράσεις» ανέφερε ο Αλκ. Στεφανής.
«Αποτιμώντας την εξέλιξη των κρίσεων αυτών με την Τουρκία, αποδεικνύεται ότι η χώρα μας, με τη στρατηγική επιλογή της ένταξής της στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, μετατράπηκε σε θεσμικό διεθνή δρώντα, πυλώνα σταθερότητας και ασφάλειας στην περιοχή των Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου. Ο ρόλος της Ελλάδας στο διπλωματικό και γεωπολιτικό πεδίο ενισχύθηκε και αναβαθμίστηκε, επιτρέποντάς της να αντιμετωπίζει πάγιες και αναδυόμενες προκλήσεις και απειλές» είπε ο υφυπουργός.