(Ανανέωση από αρχικό κείμενο 13:09) Η απόφαση αποστολής ελληνικής ναυτικής δύναμης υπό τη μορφή φρεγάτας στην Ερυθρά Θάλασσα προκειμένου να συμμετάσχει στη «πολυεθνική δύναμη» προστασίας της διεθνούς ναυσιπλοΐας αλλά και του Ισραήλ αναδεικνύει με επώδυνο τρόπο τα εγκλήματα σε βάρος της Εθνικής Άμυνας που έχουν διαπραχθεί από το 2009 από όλες τις κυβερνήσεις.
Η χώρα δυστυχώς δεν έχει ούτε ένα αξιόπιστο σκάφος για να συμμετάσχει σε μία τέτοια αποστολή.
Αυτή είναι η πικρή μεν αλλά δε, η μοναδική αλήθεια.
Αυτή τη στιγμή ψάχνουν ποιο σκάφος θα είναι πιο ετοιμοπόλεμο για μια τέτοια αποστολή και δε βρίσκουν.
Όποιο σκάφος επιλεγεί είτε ΜΕΚΟ 200, είτε κλάσης «S» (τα πρώτα 25 ετών, τα δεύτερα 45 ετών), θα απογυμνωθούν άλλες μονάδες του Στόλου με συστήματα που θα τοποθετηθούν επάνω.
Να σημειώσουμε ότι αν είχε υλοποιηθεί το εξοπλιστικό πρόγραμμα του Ναυτικού, της κυβέρνησης Καραμανλή, με τις έξι φρεγάτες FREMM αυτή την στιγμή και ειδικά το δεύτερο σκέλος της απόφασης (4 FREMM συν 2 FREDA) θα είχαμε δύο πλοία τα οποία σε ό,τι αφορά την α/α άμυνα θα συναγωνιζόντουσαν τα αμερικανικά Arleigh Burke και θα έκαναν προβολή θαλάσσιας ισχύος της Ελλάδας όχι μόνο έναντι της Δύσης αλλά και έναντι αραβικών κρατών όπως η Σ.Αραβία, τα ΗΑΕ, και η Αίγυπτος κ.λ.π, τα οποία θα έβλεπαν έναν αξιόπιστο σύμμαχο με μεγάλη ναυτική ισχύ να προστατεύει τα συμφέροντά της (αν θεωρήσουμε ότι στέλνουμε πολεμικά πλοία να προστατεύουν τα ελληνικά εμπορικά σκάφη).
Δυστυχώς, η πραγματικότητα είναι όπως προαναφέραμε «πικρή».
Μία ορθή απόφαση (είναι αυτονόητο ότι η Ελλάδα πρέπει να συμμετέχει σε τέτοιες αποστολές από τη στιγμή που πρέπει να δείχνουμε ότι υπάρχουμε και πέραν της Κρήτης), πρακτικά δεν μπορεί να υλοποιηθεί, με αποτέλεσμα οι σύμμαχοι, δηλαδή οι Αμερικανοί και οι Βρετανοί να μας τοποθετούν «πίσω – πίσω» γιατί δεν υπάρχει πλοίο να εκτελέσει αποστολές αντιπυραυλικής άμυνας μέσου-μεγάλου βεληνεκούς.
Και αυτό όχι τόσο λόγω της έλλειψης όπλων αλλά λόγω έλλειψης αισθητήρων εντοπισμού των εισερχόμενων απειλών είτε υπό τη μορφή μικρών UAV καμικάζι (μικρών επιθετικών droneς ή αιωρουμένων πυρομαχικών) ή ακτοπλοϊκών πυραύλων, που πιθανόν δεν θα στοχεύουν την φρεγάτα αλλά πιθανότατα, ένα εμπορικό σκάφος π.χ. 10 ν.μ. μακριά τους.
Η αυτογνωσία σε ό,τι αφορά την έλλειψη αισθητήρων οδήγησε και την Αυστραλία μέλος του σκληρού αγγλοσαξονικού μπλοκ μαζί με την Νέα Ζηλανδία και τον Καναδά, να μην στείλουν πλοία με επίκληση ακριβώς αυτού του γεγονότος, ότι δεν έχουν κατάλληλους αισθητήρες για αυτού του είδους την αποστολή!
Βέβαια, πριν η Αυστραλία ανακοινώσει αυτό το πρόβλημα το pronews.gr είχε ήδη ενημερώσει έγκυρα και έγκαιρα πως δεν μπορεί ένα πλοίο να πραγματοποιήσει μία τέτοια αποστολή χωρίς να διαθέτει υπερσύγχρονους αισθητήρες.
Για να αντιληφθούμε δε, ότι έχουμε πλησιάσει στο επίπεδο του «δεν υπάρχει ελπίδα» είναι το γεγονός ότι συζητάμε αυτή τη στιγμή για μεταχειρισμένες LCS από αυτές που απέσυραν οι ΗΠΑ, γιατί έχουν βύθισμα μόλις 4 μέτρα και βέβαια δεν μπορούν να επιχειρήσουν σε αποστολές ανοιχτής θαλάσσης γιατί και οι ίδιοι οι Αμερικανοί δεν χρησιμοποιούν τέτοια πλοία και αναζητούν πέραν των Arleigh Burke, κατάλληλα σκάφη για τέτοιου είδους αποστολές.
Σε ότι αφορά τις 3 γαλλικές φρεγάτες FDI που ναυπηγούνται και θα τις παραλάβουμε κάποια στιγμή περί το 2027, το pronews.gr και το defencenet.gr είναι τα μοναδικά που έχουν πει την αλήθεια σε ό,τι αφορά το πρόγραμμα αυτό:
Είναι φρεγάτες συνοδείας ελαφρά οπλισμένες με μικρό εκτόπισμα, και ακατάλληλες για να χτιστεί επάνω τους ένα Ναυτικό θαλάσσιας κυριαρχίας όπως θα έπρεπε να είναι ο στρατηγικός στόχος της Ελλάδας στη θάλασσα.
Θα επαναλάβουμε ότι η τραγική απόφαση (πρωθυπουργός Α.Τσίπρας και ΥΕΘΑ Π.Καμμένος) εγκατάλειψης του προγράμματος της FREMM από τον ίδιο ναυπηγικό οίκο με τις FDI για να μην… «παρεξηγούμαστε», δυστυχώς θα καθορίσει ίσως για πάντα τη μοίρα του ΠΝ και θα το μετατρέψει σε μία δύναμη παράκτιας άμυνας, που θα επιχειρεί μεταξύ του Έβρου και της Κρήτης, όσο προλάβει να επιχειρεί…