Γερμανίδα πολίτης, μαροκινής καταγωγής, καταδικάστηκε σε θάνατο από δικαστήριο της Βαγδάτης επειδή εντάχθηκε στο Ισλαμικό Κράτος.
Είναι η πρώτη φορά που η ιρακινή δικαιοσύνη επιβάλει την εσχάτη των ποινών σε μια Ευρωπαία.
Το δικαστήριο, που είναι αρμόδιο να εξετάζει υποθέσεις τρομοκρατίας, καταδίκασε τη γυναίκα αυτή, η ταυτότητα της οποίας δεν έχει γίνει γνωστή σε θάνατο δι’ απαγχονισμού για «επιμελητειακή στήριξη και βοήθεια προς μια τρομοκρατική οργάνωση με στόχο τη διάπραξη εγκλημάτων», διευκρίνισε σε ανακοίνωσή του ο δικαστής Άμπντελ Σέταρ Μπαϊρακντάρ.
«Η κατηγορούμενη παραδέχθηκε στη διάρκεια της ανάκρισης ότι έφυγε από τη Γερμανία με προορισμό τη Συρία και στη συνέχεια το Ιράκ για να ενταχθεί στο ΙΚ μαζί με τις δύο κόρες της, οι οποίες παντρεύτηκαν μέλη της τρομοκρατικής οργάνωσης», πρόσθεσε.
Τον Σεπτέμβριο το ίδιο δικαστήριο είχε καταδικάσει σε θάνατο για πρώτη φορά έναν Ρώσο τζιχαντιστή που είχε συλληφθεί στη Μοσούλη.
Τον Ιούλιο η γερμανική δικαιοσύνη είχε ανακοινώσει ότι μια Γερμανίδα έφηβη ηλικίας 16 ετών, η οποία εντάχθηκε στο ΙΚ, συνελήφθη στη Μοσούλη.
Τότε το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel είχε αναφέρει ότι μετά τη σύλληψή της μεταφέρθηκε σε φυλακή της Βαγδάτης, όπου κρατούνταν τρεις ακόμη Γερμανίδες οι οποίες είχαν συλληφθεί τον Ιούλιο. Μία εξ αυτών είχε καταγωγή από το Μαρόκο και μια δεύτερη από την Τσετσενία.
Γερμανοί διπλωμάτες είχαν επισκεφθεί τις γυναίκες στη φυλακή αυτή που βρίσκεται στην περιοχή του αεροδρομίου της Βαγδάτης, πάντα σύμφωνα με το Der Spiegel.
Οι ιρακινές αρχές δεν έχουν ποτέ ανακοινώσει επισήμως τον αριθμό των τζιχαντιστών που έχουν συλλάβει στη διάρκεια της επιχείρησής τους εναντίον του ΙΚ.
Σύμφωνα με Ιρακινούς διοικητές και Κούρδους Ιρακινούς μαχητές, εκατοντάδες τζιχαντιστές έχουν παραδοθεί. Άλλοι έχουν καταφέρει να κρυφτούν μεταξύ των εκτοπισμένων ή παρέμειναν εκεί που ήταν επιστρέφοντας «στην πολιτική ζωή».
Μόνο στην επαρχία Νινευή, πρωτεύουσα της οποίας είναι η Μοσούλη, «περισσότεροι από 4.000 τζιχαντιστές έχουν συλληφθεί» μετά την ανακατάληψη της πόλης τον Ιούλιο, σύμφωνα με τον επικεφαλής της αστυνομίας Ουατίκ αλ Χαμντάνι.