Οι σχέσεις μεταξύ Ταϊβάν και Κίνας έχουν φτάσει σε ένα ιστορικό σημείο καμπής, σύμφωνα με τα όσα είπε η πρόεδρος της Ταιβάν ενώ ζήτησε τη διενέργεια συνομιλιών μεταξύ τους ώστε να βρεθεί ένας τρόπος να συνυπάρξουν.
«Και οι δύο πλευρές έχουν καθήκον να βρουν έναν τρόπο να συνυπάρξουν μακροπρόθεσμα και να αποφύγουν τον ανταγωνισμό και τις διαφωνίες», τόνισε.
Η πρόεδρος Τσάι και το Δημοκρατικό Προοδευτικό Κόμμα της κέρδισαν τον Ιανουάριο στις προεδρικές και βουλευτικές εκλογές με τη δέσμευση να αντισταθούν στην Κίνα, η οποία θεωρεί την Ταϊβάν έδαφός της και επιμένει ότι θα πρέπει να επιστρέψει υπό τον έλεγχο του Πεκίνου, ακόμη και με τη χρήση βίας, αν αυτό χρειαστεί.
«Από εδώ θέλω να επαναλάβω τις λέξεις: ειρήνη, ισότητα, δημοκρατία και διάλογο», υπογράμμισε η Τσάι. «Δεν θα δεχθούμε την εφαρμογή από τις αρχές στο Πεκίνο του ‘μία χώρα, δύο συστήματα’ (…). Επιμένουμε σε αυτή την αρχή», συνέχισε.
Η Κίνα χρησιμοποιεί την αρχή «μία χώρα, δύο συστήματα», η οποία υποτίθεται ότι προσφέρει ένα μεγάλο βαθμό ανεξαρτησίας, για τη διακυβέρνηση της πρώην βρετανικής αποικίας, του Χονγκ Κονγκ, το οποίο επέστρεψε στην Κίνα το 1997. Έχει προσφέρει το ίδιο και στην Ταϊβάν, αν και όλα τα μεγάλα κόμματα της χώρας το απορρίπτουν.
Από την πλευρά του το κινεζικό γραφείο αρμόδιο για τις υποθέσεις της Ταϊβάν ανακοίνωσε ότι το Πεκίνο επιμένει στην αρχή αυτή και «δεν θα επιτρέψει τις αυτονομιστικές δραστηριότητες της Ταϊβάν με στόχο την ανεξαρτησία».
«Η επανένωση είναι κάτι ιστορικά αναπόφευκτο για την αναγέννηση του μεγάλου κινεζικού έθνους», τόνισε σε ανακοίνωσή του. «Διαθέτουμε ακλόνητη αποφασιστικότητα, πλήρη εμπιστοσύνη και αρκετή ικανότητα να υπερασπιστούμε την εθνική κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα», προειδοποίησε.