Οριστική ρήξη επέρχεται στις σχέσεις Κίνας και Χονγκ Κονγκ καθώς το Πεκίνο φέρνει, στο κοινοβούλιό του, νόμο για τον περαιτέρω έλεγχο της πόλης, ο οποίος προβλέπει μεταξύ άλλων την αποτροπή απόσχισης.
Όπως αναφέρουν τα διεθνή δίκτυα, οι κάτοικοι του Χονγκ Κονγκ είναι στα «κάγκελα» και καλούν σε συγκεντρώσεις την Παρασκευή 22 Μαΐου, καθώς επί της ουσίας η κίνηση αυτή της κινεζικής κυβέρνησης σημαίνει ότι μπορεί να παρακάμψει τους νόμιμα εκλεγμένους νομοθέτες της πόλης, προκειμένου να εφαρμόσει τον δικό της νόμο. Η ρύθμιση που επιχειρεί να περάσει το Πεκίνο θα αποτελέσει ιστορικό σημείο για την πορεία του Χονγκ Κονγκ, ενώ την ίδια ώρα αυξάνει τη γεωπολιτική ένταση μεταξύ της Κίνας των ΗΠΑ, οι σχέσεις των οποίων έτσι κι αλλιώς είναι τεταμένες, εν μέσω αλληλοκατηγορίων για την πανδημία του κορωνοϊού, αλλά και των εμπορικών διαφορών τους που είχαν προηγηθεί.
Σύμφωνα με τα διεθνή μέσα, ο νέος νόμος μπορεί να αποτελέσει το «σπίρτο» που θα ανάψει ξανά τη φωτιά μεγάλων διαδηλώσεων υπέρ της δημοκρατίας που λάμβαναν χώρα στο Χονγκ Κονγκ στη διάρκεια του 2019, τη μεγαλύτερη κρίση που αντιμετώπισε ποτέ η πρώην βρετανική αποικία από τη στιγμή που επέστρεψε σε κινεζική κυριαρχία το 1997. Μιλώντας στο κοινοβούλιο, ο πρωθυπουργός της χώρας, Λι Κετσιάνγκ, δήλωσε ότι η Κίνα θα δημιουργήσει ένα «υγιές νομικό σύστημα» και μηχανισμούς επιβολής για να εξασφαλίσει την εθνική ασφάλεια στο Χονγκ Κονγκ και το Μακάο, την άλλη ημιαυτόνομη πόλη.
Το «υγιές» για το οποίο μιλά ο Κετσιάνγκ είναι ότι η Κίνα καλεί το Χονγκ Κονγκ να παρακάμψει το «μίνι σύνταγμά» του και να εφαρμόσει τη νομοθεσία εθνικής ασφαλείας. Η επιβολή της εν λόγω νομοθεσίας στο Χονγκ Κονγκ δεν είναι κάτι που προσπαθεί να επιτύχει για πρώτη φορά η Κίνα. Η πρώτη απόπειρα έγινε το 2003, ωστόσο τότε 500.000 άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους, υπερασπιζόμενοι τη δημοκρατία.
Η βίαιη απομάκρυνση νομοθετών
Ενδεικτικές του κλίματος που επικρατεί στο Χονγκ Κονγκ, είναι οι εικόνες που έκαναν τον γύρο του διαδικτύου τις τελευταίες ημέρες και δείχνουν τη βίαιη απομάκρυνση νομοθετών από αίθουσα του νομοθετικού συμβουλίου της πόλης. Κι όλα αυτά, ενώ οι υποστηρικτές υπέρ της αυτονομίας και εκείνοι υπέρ του Πεκίνου διασταυρώνουν τα ξίφη τους για το ποια πλευρά θα επικρατήσει στη νομοθέτηση ρυθμίσεων.
Τι διακυβεύεται
Το Χονγκ Κονγκ, τελώντας σε ημιαυτόνομο καθεστώς, χαρακτηρίζεται από σαφώς περισσότερες ελευθερίες, σε σύγκριση με την υπόλοιπη κινεζική επικράτεια. Μέχρι το 1997, το Χονγκ Κονγκ αποτελούσε βρετανική αποικία, ώσπου Κίνα και Ηνωμένο Βασίλειο συμφώνησαν στην ημιαυτονομία της πόλης σε όλα, εκτός από τα ζητήματα εξωτερικών υποθέσεων και άμυνας. Η συμφωνία αυτή έχει ισχύ 50 χρόνια και «τρέχει» έως και το 2047.
Η παραπάνω συμφωνία εξασφάλιζε έως σήμερα την αυτονομία του Χονγκ Κονγκ ως προς τη νομοθέτηση, την ελευθερία του συνέρχεσθαι και την ελευθερία του λόγου, παρά το δικαίωμα άσκησης βέτο που διατηρεί η Κίνα.
Φαίνεται, όμως, πως το ημιαυτόνομο καθεστώς του Χονγκ Κονγκ και ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πόλη βρίσκεται σε κίνδυνο, κάνοντας τους ακτιβιστές της πόλης να μιλούν για το «τέλος του Χονγκ Κονγκ» όπως το ξέρουμε. «Βαθιά μέσα μας, οι διαδηλωτές ξέρουμε ότι επιμένουμε όχι επειδή είμαστε δυνατοί αλλά επειδή δεν έχουμε άλλη επιλογή», σημείωσε σε tweet του ο ακτιβιστής Joshua Wong. Οι διαδηλώσεις του 2019, που σταμάτησαν λόγω κορονοϊού, φαίνεται πως επικυρώνουν – και με το παραπάνω – αυτή την άποψη.