Την τελευταία του πνοή άφησε έπειτα από την επίθεση με τέιζερ, που δέχθηκε από αστυνομικούς, ο Ελληνοαμερικανός, Τζορτζ Ζαπάντης. Η Αστυνομία της Νέας Υόρκης απάντησε για το τραγικό συμβάν.
«Κατά την άφιξή τους, οι αστυνομικοί είδαν έναν 29χρονο άνδρα μέσα σε υπόγειο χώρο διαμερίσματος να κρατάει ένα σπαθί σαμουράι και να αρνείται να συμμορφωθεί με τις οδηγίες των αστυνομικών. Ο άντρας ξεκίνησε να επιτίθεται στους αστυνομικούς και να τους πλησιάζει με το σπαθί στο χέρι.
Οι αστυνομικοί χρησιμοποίησαν τα δοθέντα από το τμήμα τέιζερ, και το άτομο ακολούθως τέθηκε υπό έλεγχο και υπέστη ιατρικό περιστατικό. Οι πρώτες βοήθειες μετέφεραν τον υπό βοήθεια άνδρα σε νοσοκομείο όπου και διαπιστώθηκε ο θάνατός του», λέει, μεταξύ άλλων, η ανακοίνωση της αστυνομίας.
«Δεν αντιστάθηκε, είχε τα χέρια πίσω»
Στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του MEGA μίλησε η μητέρα του 29χρονου ομογενή που έπεσε θύμα αστυνομικής βίας στο Κουίνς της Νέας Υόρκης.
Ο νεαρός Τζορτζ Ζαπάντης έπεσε στην αυλή του σπιτιού του μετά από χτυπήματα με τέιζερ τρεις φορές από τους αστυνομικούς. Έπαθε καρδιακή προσβολή και άφησε την τελευταία του πνοή μέσα στο ασθενοφόρο, που τον μετέφερε εσπευσμένα στο νοσοκομείο.
Όλα ξεκίνησαν όταν ένας γείτονας του Γιώργου Ζαπάντη κάλεσε την αστυνομία καταγγέλλοντας ότι ο 29χρονος οπλοφορεί.
«Με πήρε τηλέφωνο το παιδί μου. Ήταν ανοιχτό το φως πίσω στην αυλή. Επειδή ο γιος μου φοβόταν ήθελε να το έχει ανοιχτό. Του είπε ο άνθρωπος από πάνω να σβήσει το φως και είπε το παιδί μου ότι το θέλει ανοιχτό», είπε η κ. Αθανασία Ζαπάντη.
«Περνούσε ένας άνθρωπος απέξω και ο γιος μου είχε ένα σπαθί στο χέρι. Ένα σπαθί σαν αυτό που έχουν οι Κινέζοι στα μαγαζιά τους. Τηλεφώνησε αυτός ο περαστικός στην αστυνομία ότι είναι τουφέκι. Οι αστυνομικοί μίλησαν στους ανθρώπους από πάνω και είπαν ότι είχε μόνο ένα σπαθί. Οι αστυνομικοί χτύπησαν την πόρτα και άνοιξαν και του είπαν να το πετάξει κάτω. Ο γιος μου ήταν εύσωμος άνθρωπος και ίσως φοβήθηκαν. Τον έβγαλαν έξω», συνέχισε την περιγραφή της φανερά ταραγμένη.
«Τρεις φορές τον χτύπησαν με τέιζερ. Φώναζε το παιδί μου ότι δεν μπορεί να αναπνεύσει. Δεν αντιστάθηκε, είχε τα χέρια του πίσω. Δεν έπρεπε να μου φάνε τον λεβέντη μου, το παιδί μου», κατέληξε συντετριμμένη.