Επτά ρουκέτες έθεσαν απόψε στο στόχαστρο αεροπορική βάση όπου σταθμεύουν Αμερικανοί στρατιώτες βόρεια της Βαγδάτης, το πιο πρόσφατο μέχρι σήμερα επεισόδιο σειράς επιθέσεων την ευθύνη τις οποίες αποδίδει η Ουάσινγκτον σε φιλοϊρανικές οργανώσεις.
Στις 3 Μαρτίου, ένας Αμερικανός μισθοφόρος σκοτώθηκε στη διάρκεια επίθεσης εναντίον μιας άλλης αεροπορικής βάσης, εκείνης της Άιν αλ-Άσαντ, στο δυτικό Ιράκ.
Η σημερινή επίθεση δεν προκάλεσε ούτε θύματα ούτε ζημιές στο εσωτερικό της βάσης Μπάλαντ, διευκρίνισε στο AFP αξιωματούχος ασφαλείας.
Σύμφωνα με την ίδια πηγή, μόνο δύο ρουκέτες έπεσαν στον περίβολο της βάσης, ενώ άλλες πέντε συνετρίβησαν στο κοντινό χωριό αλ-Μπου Χάσαν.
Οι ρουκέτες των 122 χλστ., εκτοξεύθηκαν από χωριό της γειτονικής επαρχίας Ντιγιάλα, ανατολικότερα, από όπου έχει εντοπισθεί ότι έχουν εκτοξευθεί και άλλες φορές ρουκέτες εναντίον της Μπάλαντ, συνέχισε.
Σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters, που επικαλείται Ιρακινούς αξιωματούχους ασφαλείας, τουλάχιστον πέντε ρουκέτες έπληξαν την αεροπορική βάση Μπάλαντ, χωρίς να προκαλέσουν απώλειες. Ιρακινοί στρατιωτικοί ανέφεραν πως άλλες δύο ρουκέτες έπεσαν έξω από την αεροπορική βάση και προκάλεσαν ζημιές στο σπίτι ενός αμάχου, χωρίς να αναφερθούν απώλειες.
Προς το παρόν κανείς δεν έχει αναλάβει την ευθύνη για τις σημερινές εκτοξεύσεις ρουκετών, όμως η Ουάσινγκτον δείχνει κάθε φορά με το δάχτυλο πολλές ένοπλες οργανώσεις που εκπαιδεύονται και χρηματοδοτούνται από το Ιράν.
Από τα μέσα Φεβρουαρίου, έχουν επαναληφθεί τα πυρά ρουκετών στο Ιράκ εναντίον Αμερικανών στρατιωτών ή της πρεσβείας των Ηνωμένων Πολιτειών.
Έτσι, ρουκέτες έπεσαν κοντά στην αμερικανική πρεσβεία στη Βαγδάτη και άλλες έθεσαν στο στόχαστρο την αεροπορική βάση Μπάλαντ, τραυματίζοντας έναν Ιρακινό υπάλληλο αμερικανικής εταιρίας για τη συντήρηση των F-16.
Ρουκέτες έπληξαν επίσης μια στρατιωτική βάση όπου σταθμεύει ο συνασπισμός στο αεροδρόμιο της Αρμπίλ, πρωτεύουσας του Ιρακινού Κουρδιστάν, στον βορρά. Δύο άνθρωποι σκοτώθηκαν, εκ των οποίων ένας ξένος επιχειρηματίας που εργαζόταν για τον συνασπισμό.
Πριν από αυτό, και για σχεδόν δύο μήνες, οι φιλοϊρανοί είχαν τηρήσει μια εκεχειρία που είχαν ανακοινώσει μονομερώς.
Μπορεί οι αμερικανικές στρατιωτικές ή διπλωματικές εγκαταστάσεις να μην είχαν τεθεί στο στόχαστρο στη διάρκεια εκείνης της περιόδου, όμως σε πολλές περιπτώσεις εξερράγησαν βόμβες κατά τη διέλευση ιρακινών αυτοκινητοπομπών επιμελητειακής υποστήριξης στα στρατεύματα του συνασπισμού που σχηματίστηκε το 2014 από την Ουάσινγκτον για την εξολόθρευση της οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος.
Ορκισμένοι εχθροί, η Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν και οι ΗΠΑ έχουν οι ίδιες παρουσία ή μέσω συμμάχων στο Ιράκ.
Η Ουάσινγκτον έχει αναπτύξει εκεί περίπου 2.500 στρατιώτες και το Ιράν διαθέτει, μεταξύ άλλων, την υποστήριξη της Χασντ αλ-Σάαμπι, ενός ισχυρού συνασπισμού παραστρατιωτικών που έχει ενσωματωθεί στο ιρακινό κράτος, που αποτελείται κυρίως από παρατάξεις που εξοπλίζονται και χρηματοδοτούνται από την Τεχεράνη.
Και σε κάθε φονική επίθεση, η Ουάσινγκτον απειλεί ότι θα κάνει “ό,τι χρειάζεται” και υπόσχεται ότι θα κάνει το Ιράν να πληρώσει βαρύ τίμημα.
Έτσι, στα τέλη Φεβρουαρίου, οι ΗΠΑ εξαπέλυσαν επιδρομή εναντίον ιρακινών φιλοϊρανικών πολιτοφυλακών στη Συρία. Σύμφωνα με το Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, 22 Ιρακινοί πολιτοφύλακες σκοτώθηκαν. Σύμφωνα με το Πεντάγωνο, η επιδρομή προκάλεσε μόνο έναν θάνατο.
Ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου, Τζον Κίρμπι, παραδέχθηκε ότι η επιδρομή δεν είχε το προβλεπόμενο αποτρεπτικό αποτέλεσμα αλλά υποστήριξε πως “κανείς δεν θέλει μια κλιμάκωση”.
Τον Ιανουάριο του 2020, μια τέτοια κλιμάκωση λίγο έλειψε να εξελιχθεί σε ανοικτή σύγκρουση στο Ιράκ, όταν ο Ιρανός στρατηγός Κασέμ Σουλεϊμανί σκοτώθηκε από αμερικανικό μη επανδρωμένο αεροσκάφος (drone) στη Βαγδάτη, σε αντίποινα για τον θάνατο Αμερικανών στο Ιράκ.