Όπως γράφει η «Wall Street Journal» οι ΗΠΑ θα «προτιμούσαν» να επανατοποθετήσουν στρατεύματα και εξοπλισμό από το Αφγανιστάν στο Ουζμπεκιστάν ή στο Τατζικιστάν, δηλαδή σε δύο από τις τρεις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες που συνορεύουν με τη Ρωσία και το Αφγανιστάν.
Συγκεκριμένα, σχετικό δημοσίευμα της «Wall Street Journal» επικαλείται κυβερνητικούς και στρατιωτικούς αξιωματούχους με γνώση του ζητήματος, οι οποίοι παραδέχονται πως η στρατιωτική παρουσία της Ρωσίας στην περιοχή και η αυξανόμενη επιρροή της Κίνας «περιπλέκει τα σχέδια» για οποιεσδήποτε αποστολές των ΗΠΑ στην Κεντρική Ασία.
Το Τατζικιστάν είναι πλήρες μέλος της συμμαχίας του Οργανισμού της Συνθήκης Συλλογικής Ασφαλείας και το Ουζμπεκιστάν, το οποίο ανέστειλε την ένταξή του στη συμμαχία το 2012, συνεχίζει να διατηρεί ισχυρούς δεσμούς οικονομικής συνεργασίας και ασφάλειας με τη Μόσχα, συμπεριλαμβανομένου του καθεστώτος παρατηρητή στην Ευρασιατική Οικονομική Ένωση και την ένταξη στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης.
Ο ειδικός εκπρόσωπος των ΗΠΑ για το Αφγανιστάν, Ζαλαμάι Κχαλιλζάντ, επισκέφθηκε τόσο το Τατζικιστάν όσο και το Ουζμπεκιστάν, την περασμένη εβδομάδα, και λέγεται ότι συζήτησε την ανάγκη να αποτραπεί η βία στο Αφγανιστάν προτού οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους ολοκληρώσουν την απόσυρσή τους έως τις 11 Σεπτεμβρίου.
Επισημαίνεται ότι η Ουάσιγκτον άρχισε να εργάζεται για την ενίσχυση των σχέσεων ασφαλείας με το Τατζικιστάν και το Ουζμπεκιστάν στη δεκαετία του ’90, μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, αναπτύσσοντας σύντομα στρατεύματα σε ένα αεροδρόμιο στο Κουλόμπ του Τατζικιστάν το 2001, και περίπου 7.000 αμερικανικά στρατεύματα στη βάση Καρσί-Κχαναμπάντ, η οποία βρίσκεται στο νότιο Ουζμπεκιστάν μεταξύ του 2001 και του 2005.
Ωστόσο, η κυβέρνηση του Ουζμπεκιστάν ανάγκασε τις αμερικανικές δυνάμεις να φύγουν μετά από αναταραχές το 2005, για τις οποίες η Τασκένδη κατηγόρησε «μη κυβερνητικές οργανώσεις» που είχαν χρηματοδοτηθεί και υποστηριχθεί από τις ΗΠΑ.
Πάντως, πέρσι, αμερικανικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι η βάση που φιλοξένησε τα στρατεύματα των ΗΠΑ, στις αρχές του 2000, είχε «επτά έως εννέα φορές υψηλότερα από τα κανονικά επίπεδα» μόλυνσης από όπλα μαζικής καταστροφής αφού στρατιώτες που υπηρέτησαν εκεί, ανέφεραν μια σειρά σπάνιων καρκίνων και άλλων ανεξήγητων ασθενειών.
Οι ΗΠΑ είχαν, επίσης, μια μεγάλη στρατιωτική εγκατάσταση στην αεροπορική βάση Μανάς στο Κιργιστάν μεταξύ του 2001 και του 2014, και τη χρησιμοποίησαν για τη μεταφορά στρατευμάτων εντός και εκτός του Αφγανιστάν.
Μάλιστα, οι Αρχές του Κιργιστάν επανειλημμένα προσπάθησαν να κλείσουν τη βάση, και το 2011, ο τότε Πρόεδρος της ασιατικής χώρας, Αλμάζμπεκ Αταμπάγιεφ υποσχέθηκε να το κάνει μέχρι τα τέλη του 2014.
Όπως το Τατζικιστάν, και το Κιργιζιστάν είναι σύμμαχος με τη Ρωσία στο πλαίσιο του Οργανισμού της Συνθήκης Συλλογικής Ασφαλείας και, τον Απρίλιο, οι δύο χώρες της Κεντρικής Ασίας συγκρούστηκαν στα μεταξύ τους σύνορα, με αποτέλεσμα τον θάνατο τουλάχιστον 56 ατόμων και τον εκτοπισμό πάνω από 40.000 πολιτών.
Η σύγκρουση Κιργιστάν – Τατζικιστάν πάγωσε στις 3 Μαΐου αφού και οι δύο χώρες συμφώνησαν να αποσύρουν στρατεύματα από τα σύνορα και η Ρωσία προσφέρθηκε να μεσολαβήσει στη διαφωνία, με τις ΗΠΑ να μην έχουν σχολιάσει το γεγονός.
Πάντως, οι Αμερικανοί αξιωματούχοι που μίλησαν στο προαναφερθέν δημοσίευμα της «Wall Street Journal» υποστήριξαν ότι εκτός από την Κεντρική Ασία, τα αμερικανικά στρατεύματα θα μπορούσαν να επανατοποθετηθούν σε μια ή περισσότερες εγκαταστάσεις στον Περσικό Κόλπο
Άλλωστε, η μεγαλύτερη βάση των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή λειτουργεί στην Ντόχα, με περισσότερες από δώδεκα άλλες εγκαταστάσεις σε χώρες που εκτείνονται από το Κουβέιτ έως το Ομάν.
Εναλλακτικά, οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να τοποθετήσουν μια από τις ομάδες των αερομεταφορέων τους κοντά στο Αφγανιστάν, αν και αξιωματούχοι από το Ναυτικό -και όχι μόνο- δήλωσαν ότι κάτι τέτοιο είναι απίθανο.
Υπενθυμίζεται ότι η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν έχει υποσχεθεί να πραγματοποιήσει αεροπορικές επιδρομές και να επιτηρεί την κατάσταση στο Αφγανιστάν μετά την απόσυρσή των αμερικανικών στρατευμάτων, εάν τρομοκρατικές οργανώσεις όπως η Αλ Κάιντα ή το Ισλαμικό Κράτος (ISIS), που είναι απαγορευμένες στη Ρωσία, εμφανιστούν για να απειλήσουν την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ.