Σε αυτό έρχεται να προστεθεί, όπως αναφέρει το δημοσίευμα, ότι ο υπουργός Εξωτερικών του Ισραήλ έχει αλλάξει και ότι ο Μ.Νετανιάχου δεν έχει δώσει ούτε στον Έλι Κοέν, ούτε στον αντικαταστάτη του Ι.Κατζ, μεγάλη εξουσία στις εξωτερικές υποθέσεις υψηλότερου επιπέδου (σε αντίθεση με την εσωτερική στελέχωση του υπουργείου Εξωτερικών και τις σχέσεις με χώρες χαμηλότερου προφίλ) και η σχέση Γ.Γκάλαντ – Λ.Όστιν έχει αποκτήσει ακόμη μεγαλύτερη σημασία από ό, τι θα ήταν ούτως ή άλλως οι ήδη τυπικά στενές σχέσεις μεταξύ των αρχηγών Άμυνας του Ισραήλ και των ΗΠΑ.
Επιπλέον, οι δύο έχουν συναντηθεί πιο συχνά από ορισμένους από τους προκατόχους τους, λόγω των πολυάριθμων καταστάσεων έκτακτης ανάγκης που επέφερε ο πόλεμος.
Επιπλέον, οι δυο τους έχουν μιλήσει τηλεφωνικά πάνω από 125 φορές κατά τη διάρκεια του πολέμου, μερικές φορές πολλές φορές την ημέρα.
Οι δυο τους έχουν αναπτύξει στενές σχέσεις πέρα από τα επαγγελματικά ζητήματα που εμπλέκονται στον συντονισμό των αμυντικών στρατηγικών των δύο χωρών, και όμως ο Λ.Όστιν ουσιαστικά τα έχασε με τον Γ.Γκάλαντ για τη δολοφονία του Χ.Νασράλα και τη σύντομη ειδοποίηση που παρείχε.
Ο στόχος της Αμερικής είναι να σταματήσει τον περιφερειακό πόλεμο.
Ο πιο σημαντικός παράγοντας για τον Λ.Όστιν και την κυβέρνηση Τ.Μπάιντεν καθ΄όλη τη διάρκεια του πολέμου σχετικά με τη Χεζμπολάχ, ήταν να αποφευχθεί η πτώση σε έναν μεγαλύτερο περιφερειακό πόλεμο.
Πολλές φορές, οι ΗΠΑ έχουν καλέσει το Ισραήλ να ενεργήσει λιγότερο επιθετικά ή να μην προβεί σε ορισμένες ενέργειες εναντίον της Χεζμπολάχ, για να αποφύγει ένα τέτοιο σενάριο.
Το συμπέρασμα είναι ότι σε αυτή την περίπτωση ο Γ.Γκάλαντ και το Ισραήλ έβαλαν τις ΗΠΑ πολύ αργά στο παιχνίδι, ώστε να αποφύγουν μια συζήτηση ή μια κατάσταση όπου θα μπορούσαν να πιεστούν να μην ενεργήσουν.
Αυτή η απόφαση, πέρα από την ίδια την απόφαση να σκοτώσει τον Χ.Νασράλα, στην οποία το Ισραήλ πιθανότατα σωστά προέβλεψε ότι οι ΗΠΑ θα είχαν αντιταχθεί, φαίνεται να ήταν ένας επιπλέον λόγος για την προσωπική οργή του Όστιν για τον Γ.Γκάλαντ, παρά τη γενική εμπιστοσύνη του σε αυτόν ως ένα από τα πιο απολίτικα και ουσιαστικά μέλη της κυβέρνησης Νετανιάχου, ο οποίος γενικά εκτιμούσε τις συμβουλές των ΗΠΑ περισσότερο από πολλούς άλλους.