Το Βερολίνο εγκρίνει τους τελευταίους μήνες περισσότερα αιτήματα για παραδόσεις όπλων στο Ισραήλ, όπως προκύπτει από σημερινή τοποθέτηση του υπουργείου Εξωτερικών.
“Έχουμε προμηθεύσει όπλα στο Ισραήλ και θα συνεχίσουμε να προμηθεύουμε” είχε δηλώσει ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς στις 7 Οκτωβρίου, σε ομιλία του στη Βουλή για τη συμπλήρωση ενός έτους από την πολύνεκρη τρομοκρατική επίθεση στο Ισραήλ. Τα στοιχεία που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα φαίνεται να επαληθεύουν την εξαγγελία αυτή: Από τον Αύγουστο μέχρι σήμερα η γερμανική κυβέρνηση έχει εγκρίνει εξαγωγές εξοπλιστικού υλικού ύψους 94 εκατομμυρίων ευρώ προς το Ισραήλ.
Αυτό αναφέρει το υπουργείο Εξωτερικών, απαντώντας σε ερώτηση που είχε καταθέσει η βουλευτής του Κόμματος της Αριστεράς (Die Linke), Σεβίμ Νταγκντελέν. Το ποσό που ανακοινώθηκε είναι υπερδιπλάσιο από τα 45,7 εκατομμύρια που είχε αναφέρει μόλις την περασμένη εβδομάδα εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής.
Τον Οκτώβριο, στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού ελέγχου είχε γνωστοποιηθεί ότι από τις αρχές της χρονιάς μέχρι τα μέσα Αυγούστου το Βερολίνο είχε εγκρίνει εξαγωγές όπλων αξίας μόλις 14,42 εκ. ευρώ στο Ισραήλ. Είναι γνωστό ότι η “ασφάλεια του Ισραήλ” αποτελεί μόνιμη και θεμελιώδη παράμετρο της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής.
“Μόνο στα πλαίσια του διεθνούς δικαίου”
Πρόσφατα, ο επικεφαλής της χριστιανοδημοκρατικής αντιπολίτευσης (CDU) Φρίντριχ Μερτς και υποψήφιος της Κεντροδεξιάς για την καγκελαρία στις εκλογές του 2025 είχε κατηγορήσει την κυβέρνηση ότι “μπλοκάρει” αιτήματα της γερμανικής αμυντικής βιομηχανίας για προμήθειες όπλων στο Ισραήλ. Τώρα ο καγκελάριος Σολτς φαίνεται να δίνει την έμπρακτη απάντηση. Η Σεβίμ Νταγκντελέν, μιλώντας στο Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων (dpa), υποστηρίζει ότι η στάση αυτή είναι “ανεύθυνη” και ότι “η κυβέρνηση επωμίζεται ρόλο συνεργού σε εγκλήματα πολέμου”.
Πάντως, η “Πράσινη” υπουργός Εξωτερικών, Αναλένα Μπέρμποκ, έχει αφήσει να εννοηθεί ότι η έγκριση στις εξαγωγές όπλων προϋποθέτει τη “δέσμευση” των ενδιαφερομένων ότι τα όπλα αυτά θα χρησιμοποιηθούν σύμφωνα με τα όσα ορίζει το διεθνές δίκαιο.