Τη δεκαετία του 1980 μια νεαρή κοπέλα από την επαρχία της Αμερικής, θέλησε να μπεί στο χώρο της μόδας και με μια βαλίτσα και γεμάτη όνειρα και πείσμα έφτασε στη Νέα Υόρκη. Η Τέρι Μπρουμ δεν έκανε την καριέρα που ονειρευόταν, και το όνομά της γράφτηκε στα πρωτοσέλιδα της εποχής για έναν τελείως διαφορετικό λόγο. Το όνομα της συνόδευε ο τίτλος αδίστακτη δολοφόνος.
Η Τέρι όταν έφτασε στη λαμπερή πόλη της Νέας Υόρκης κατάφερε να κάνει κάποιες μικροδουλειές γύρω από τη μόδα, ίσα ίσα για να εξασφαλίζει τα προς το ζην. Κάποιοι καλοθελητές όμως εκμεταλλεύτηκαν τις φιλοδοξίες της και ξεκίνησαν να τν καλούν σε λαμπερά πάρτι όπου εκεί εθίστηκε στην κοκαΐνη.
Κάπου ανάμεσα στα λαμπερά πάρτι και τις τολμηρές φωτογραφίσεις, η Τέρι εξαναγκάστηκε να γίνει και συνοδός κυρίων με αρκετά γεμάτο πορτοφόλι. Ο εθισμός της στα ναρκωτικά μεγάλωνε, και οι άνθρωποι που της έταξαν τη μεγάλη καριέρα, ζητούσαν όλο και περισσότερα.
Η Τέρι στη προσπάθεια της για να ξεφύγει και να δοκιμάσει ξανά για μια καριέρα στο μόντελινγκ, έφυγε για Ιταλία. Και εκεί όμως τα πράγματα δεν ήταν διαφορετικά. Οι οίκοι μόδας δεν την εμπιστεύονταν και στη ζωή της μπήκε ένας διάσημος playboy της εποχής.
Ο Francesco D’Alessio, ήταν γνωστός για τεράστια ποσά που ξόδευε, για τις ωραίες γυναίκες που είχε πάντα στο πλευρό του και για επικά πάρτι που διοργάνωνε. Σε ένα από αυτά γνώρισε την Τέρι και σύναψαν σχέση.
Ο γόνος μιας από τις πλουσιότερες οικογένειες της Ιταλίας, ο πατέρας ήταν ιδιοκτήτης της μεγαλύτερης φάρμας εκτροφής αλόγων, ήταν ιδιαίτερα κακοποιητικός με τις γυναίκες.
Ένα από τα επόμενα βράδια η αστυνομία δέχθηκε ένα τηλεφώνημα για πυροβολισμούς από ένα διαμέρισμα. Η Τέρι είχε πυροβολήσει τον Francesco και εκείνος είχε αφήσει την τελευταία του πνοή πάνω στο κρεβάτι τους.
Στην απολογία της είπε πως εκείνο το βράδυ είχε χάσει κάθε έλεγχο, πως και οι δύο είχαν καταναλώσει μεγάλες ποσότητες κοκαΐνης, και πως για να γλυτώσει από τον ξυλοδαρμό, χρησιμοποίησε το πιστολί για αυτοάμυνα.
Καταδικάστηκε σε 15 χρόνια φυλάκιση.