«Αμάν!» ακούγεται να αναφωνεί ο Βασίλης Σαμαράς σε ένα από τα ηχητικά αποσπάσματα των διαλόγων που είχε με το κέντρο ελέγχου κυκλοφορίας του ΟΣΕ και το επιφώνημα της απόγνωσής του αποτελεί ταυτόχρονα απόδειξη της σύγχυσης στην οποίαν βρισκόταν καθώς ήταν ο ακατάλληλος άνθρωπος, σε ακατάλληλη θέση, στην πιο ακατάλληλη στιγμή.
Πρόκειται για ένα έγκλημα για το οποίο είναι αποκλειστικά υπεύθυνη η κυβέρνηση Μητσοτάκη αφού είναι αυτή που διόρισε τον Βασίλη Σαμαρά στην θέση αυτή.
«Δεν ξέρω, Ελένη, δεν ξέρω, ό,τι και να σου πω θα σου πω ψέματα» απάντησε στην σταθμάρχη των Νέων Πόρων όταν τον ρώτησε γιατί έγινε η σύγκρουση.
Φυσικά το κυβερνητικό έγκλημα δεν περιορίζεται μόνο στην ύπαρξη ενός ανεπαρκούς ανθρώπου σε τέτοια καίρια, για την ασφάλεια των επιβατών, θέση, αλλά και στο γεγονός ότι δεν υπήρχε καμία δικλείδα ασφαλείας.
Και ο καλύτερος σταθμάρχης του κόσμου να ήταν, μπορούσαν να συμβούν πολλές δυσάρεστες καταστάσεις.
Από ένα λάθος της στιγμής, μέχρι και ένα ξαφνικό πρόβλημα υγείας του σταθμάρχη. Αλήθεια, τι θα γίνονταν αν ο εκάστοτε σταθμάρχης πάθαινε π.χ. μία καρδιακή προσβολή ή ένα εγκεφαλικό; Κανείς δεν έχει υπογράψει συμβόλαιο με τον Θεό.
Ακολουθούν οι διάλογοι από το σταθμαρχείο Λάρισας την ώρα του δυστυχήματος και η απολογία του Βασίλη Σαμαρά στην ανακρίτρια.
Ο «μοιραίος σταθμάρχης» Βασίλης Σαμαράς εμφανιζόταν σίγουρος ότι είχε «κλειδώσει» το Intercity 62 στην γραμμή της ανόδου, ακόμα κι όταν πληροφορήθηκε από τον ρυθμιστή της κυκλοφορίας ότι η επιβατική αμαξοστοιχία είχε συγκρουστεί μετωπικά με την εμπορική στην περιοχή του Ευαγγελισμού, κοντά στα Τέμπη.
Αυτό προκύπτει από τις συνομιλίες στο σύστημα ενδοεπικοινωνίας μεταξύ των σταθμαρχείων και τον ρυθμιστή κυκλοφορίας στην Αθήνα τη μοιραία νύχτα:
Λόγω της έλλειψης του συστήματος ηλεκτρονικής παρακολούθησης του σιδηροδρόμου, ο ρυθμιστής δεν έχει την δυνατότητα να παρακολουθεί τα τρένα ηλεκτρονικά καθώς κινούνται στο δίκτυο – και είναι υποχρεωμένος να δέχεται την ενημέρωση από τους σταθμάρχες.
Στις 23.05 της Τρίτης, την επομένη της Καθαράς Δευτέρας, η σταθμάρχης των Νέων Πόρων – του επόμενου σταθμού μετά τη Λάρισα – επικοινωνεί με τον Βασίλη Σαμαρά, ο οποίος ήταν από αρκετή ώρα πριν ο μοναδικός σταθμάρχης στον συγκεκριμένο σταθμό. Υπό φυσιολογικές συνθήκες, η αμαξοστοιχία Intercity 62 θα πλησίαζε στη Θεσσαλονίκη, αλλά ένα τεχνικό πρόβλημα την καθυστέρησε στον σταθμό του Παλαιοφάρσαλου.
Λίγο αργότερα, ο Σαμαράς ενημερώνει την συνάδελφό του – που λίγο νωρίτερα του είχε πει ότι είχε αναχωρήσει από τους Νέους Πόρους η εμπορική αμαξοστοιχία – ότι εκείνη τη στιγμή «διώχνει το 62».
Στις 23.24 – τρία λεπτά μετά από τη φονική σύγκρουση των δύο τρένων, ο σταθμάρχης ενημερώνεται από την Αθήνα ότι υπάρχει πρόβλημα στο δίκτυο της ηλεκτροδότησης των τρένων – προφανώς ως αποτέλεσμα της τραγωδίας που μόλις είχε συντελεστεί.
Στις 23.27, ο ρυθμιστής επικοινωνεί και πάλι με τη Λάρισα για το πρόβλημα με την ηλεκτροδότηση, χωρίς να γνωρίζει το παραμικρό για την σύγκρουση των δύο τρένων.
Στις 23.41, ο ρυθμιστής κυκλοφορίας έχει ενημέρωση από την Πυροσβεστική ότι υπάρχει σύγκρουση δύο τρένων. Καλεί τον σταθμάρχη της Λάρισας, ο οποίος – όπως λέει στην αρχή της συνομιλίας έχει και αυτός ενημέρωση, αλλά προφανώς έχει μείνει στις δύο αρχικές εκδοχές, είτε ότι μία νταλίκα έπεσε πάνω στο τρένο από τον ανισόπεδο κόμβο, είτε ότι εκτροχιάστηκε η εμπορική αμαξοστοιχία.
Τον ρωτά αν «έδιωξε» το τρένο από την άνοδο. Ο σταθμάρχης αναφωνεί «αμάν», ενώ ήδη γνωρίζει ότι υπάρχει δυστύχημα και διαβεβαιώνει ότι το τρένο έφυγε από την γραμμή της ανόδου.
Έξι λεπτά αργότερα, στις 23.47, ο ρυθμιστής κυκλοφορίας επικοινωνεί και πάλι με τον σταθμάρχη, του επισημαίνει ότι η σύγκρουση έχει γίνει στην περιοχή του Ευαγγελισμού και ρωτά και πάλι τον Σαμαρά από ποια γραμμή έδιωξε το Ιntercity. Εκείνος επιμένει ότι το είχε στην γραμμή της ανόδου, αλλά εμφανώς εκνευρισμένος για πρώτη φορά αρχίζει να λέει ότι εκείνη την ημέρα είχε πρόβλημα με τα κλειδιά.
Στις 23.57, ο ρυθμιστής ρωτά και πάλι τον σταθμάρχη από ποια γραμμή «έδιωξε» την επιβατική αμαξοστοιχία – και εκείνος αρχίζει να λέει ότι όλη την ημέρα είχε πρόβλημα με τα κλειδιά και τις αλλαγές, ενώ ήταν στη νυκτερινή βάρδια. Είναι προφανές ότι δεν ήθελε να αποδεχθεί το μοιραίο λάθος του, το οποίο οδήγησε το επιβατικό τρένο σε πορεία σύγκρουσης με την εμπορική αμαξοστοιχία.
Στις 00.06, η σταθμάρχης των Νέων Πόρων επικοινωνεί σοκαρισμένη με τον Σαμαρά και με οργή που ελάχιστα κρύβει τον ρωτά «γιατί» έγινε η σύγκρουση. «Δεν ξέρω, Ελένη, δεν ξέρω, ό,τι και να σου πω θα σου πω ψέματα», απαντά εκείνος.
Στις 00.21, ο ρυθμιστής κυκλοφορίας επανέρχεται και ρωτά τον Σαμαρά: Εσένα άνοδο σου έδειχνε, σωστά; Ναι, απαντά ο σταθμάρχης…
Από όσα ακούγονται στα ηχητικά αποσπάσματα, συν τα όσα κατέθεσε ο ίδιος ο σταθμάρχης του εγκλήματος των Τεμπών κατά την ανάκριση και πριν προφυλακιστεί, τεκμαίρεται ότι ο Βασίλης Σαμαράς ήταν ακατάλληλος για να αναλάβει καθήκοντα σε ένα πολυσύχναστο σημείο του ελληνικού σιδηροδρομικού δικτύου όπως η Λάρισα.
Η παρουσία του συγκεκριμένου ατόμου μπροστά στον πίνακα ελέγχου των γραμμών, με την ελάχιστη εμπειρία και εξοικείωση με τους σύνθετους χειρισμούς που έπρεπε να εκτελέσει, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι αφέθηκε εντελώς μόνος του στο πλέον κρίσιμο διάστημα της νυχτερινής βάρδιας την Τρίτη 28 Φεβρουαρίου, ήταν μια συνταγή ολέθρου.
Ένα έγκλημα με “ονοματεπώνυμο” αποδεικνύεται η σιδηροδρομική τραγωδία των Τεμπών καθώς αυτός στον οποίο η κυβέρνηση έριξε όλο το βάρος της ευθύνης, δηλαδή ο 59χρονος Βασίλης Σαμαράς κατάφερε να διοριστεί στην θέση αυτή παρά το ηλικιακό απαγορευτικό με την από 30 Μαΐου 2022 (ΦΕΚ 2623) υπουργική απόφαση και πιο ειδικά απόφαση που εξέδωσε ο αρμόδιος Υπουργός Μεταφορών και Υποδομών Κ.Α.Καραμανλής!
Συγκεκριμένα ο 59χρονος κατέλαβε την θέση αυτή μέσα από την υπουργική απόφαση του Κ.Α.Καραμανλή που επέτρεψε την επέκταση του ορίου ηλικίας (αρχικά από τα 42 στα 48 έτη) στα 60 έτη.
Έτσι μέσα από αυτή την υπουργική απόφαση αποδεικνύεται ότι στην θέση αυτή διορίστηκε χάρις στην “φωτογραφική διάταξη” που ψήφισε η κυβέρνηση.