H τουρκική φιλοκυβερνητική εφημερίδα Γενί Σαφάκ δημοσιεύει την επίσημη θέση της κυβέρνησης Ερντογάν για το Καστελόριζο, παρουσιάζοντας το Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο της Θάλασσας, όπως η Άγκυρα τα ερμηνεύει και με βάση την θέση αυτή θα διεξαχθεί ο αναγκαστικός διάλογος Ελλάδας-Τουρκίας.
Ως εκ τούτου είναι ξεκάθαρο πως η ελληνική κυβέρνηση θα συνομιλήσει για την ελληνική υφαλοκρηπίδα, δηλαδή για κάτι δικό της που εξ’ορισμού αποτελεί περιουσία της χώρας με τους τουρκικούς όρους.
Εν ολίγοις ο «διάλογος» θα γίνει για να αποφασιστεί για να προσδιοριστεί το ποσοστό μείωσης των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Κάτι που ήδη έχει γίνει άλλωστε με τις δύο συμφωνίες Ελλάδας-Ιταλίας και Ελλάδας-Αιγύπτου.
Το δημοσίευμα: «Τέσσερις παραβιάσεις της Αθήνας στο Καστελόριζο. Πολλά όνειρα. Ελλάδα ξύπνα τώρα», αναφέρει μεταξύ άλλων: «Το Καστελόριζο απέχει μόλις 2 χλμ από την Τουρκία και 580 χλμ από την ηπειρωτική Ελλάδα, διεκδικώντας μεγάλο μέρος των τουρκικών χωρικών υδάτων» μ’ αποτέλεσμα η Ελλάδα:
Ν’ αρνείται την ισότητα και την αρχή της δίκαιης κατανομής
Ν’ αρνείται τη γεωγραφία αγνοώντας την Ανατολία
Ν’ αποκλείει την αρχή της αναλογικότητας, ενεργώντας ληστρικά
Να διεκδικεί τουρκικό έδαφος
Παρόλο που η Ελλάδα αντιτάχθηκε στη δραστηριοποίηση του σεισμικού ερευνητικού πλοίου Ορούτς Ρέις στο Καστελόριζο και ονειρευόταν να εισβάλει στην Γαλάζια Πατρίδα, το διεθνές δίκαιο αποκαλύπτει σαφώς το σφάλμα των θέσεων της Αθήνας, αφού το Καστελόριζο βρίσκεται 2 χλμ από τις τουρκικές ακτές και 580 χλμ από την ηπειρωτική Ελλάδα.
Ως εκ τούτου, βρίσκεται μέσα στα τουρκικά χωρικά ύδατα. Οι αρχές του διεθνούς θαλάσσιου δικαίου, που προβλέπουν την «δίκαιη κατανομή των θαλασσών, δεν παρέχουν στην Ελλάδα κανένα δικαίωμα επί του Καστελόριζου» σημειώνει προκλητικά η Γενί Σαφάκ.
Η φιλοερντογανική εφημερίδα δημοσιεύει και χάρτες με βάση τους οποίους θεωρεί «τουρκικά χωρικά ύδατα» σχεδόν την μισή Ανατολική Μεσόγειο και εξαφανίζει την επήρεια όλων των ελληνικών νησιών.
Με αυτές τις θέσεις θα προσέλθει σε διάλογο η Άγκυρα, οπότε ως προ τι θα διαπραγματευτεί η ελληνική πλευρά; Για να υπάρξει διαπραγμάτευση θα πρέπει και εμείς να ζητάμε κάτι «δικό τους», που δεν το κάνουμε