Στις 13 Απριλίου 2024, το Σώμα των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης του Ιράν σε συνεργασία με την Ισλαμική Αντίσταση στο Ιράκ, τη λιβανέζικη Χεζμπολάχ και τους Χούθι της Υεμένης, εξαπέλυσαν επιθέσεις κατά του Ισραήλ και των Υψιπέδων του Γκολάν που κατέχει, χρησιμοποιώντας μη επανδρωμένα αεροσκάφη, πυραύλους κρουζ και βαλλιστικούς πυραύλους.
Εντός 24 ωρών από τα πλήγματα, το Ισραήλ φέρεται να ανταπέδωσε με πολλαπλές επιθέσεις κατά της Χεζμπολάχ, ραντάρ στη Συρία, ραντάρ στο Ιράν και στις Δυνάμεις Λαϊκής Κινητοποίησης του Ιράκ, οι οποίες χρησιμοποιούν τον όρο Ισλαμική Αντίσταση όταν επιτίθενται σε βάσεις των ΗΠΑ ή του Ισραήλ. Καμία επίθεση δεν έχει αναφερθεί στην Υεμένη μέχρι στιγμής.
Το Ισραήλ, εκτός από την περίπτωση της Χεζμπολάχ, δεν έχει αναλάβει ευθύνη για τα υπόλοιπα χτυπήματα, τα οποία πιθανόν προήλθαν από F-35, τα οποία δεν αφήνουν στίγμα στα ραντάρ.
Οι εμπλεκόμενες πλευρές δεν έδωσαν μεγάλη έκταση στις επιθέσεις , για να αποφύγουν την πίεση της κοινής γνώμης για περαιτέρω αντίποινα κατά του Ισραήλ, εξαιτίας του φόβου για αντίδραση από τις ΗΠΑ.
Στο Ιράκ, η επίσημη κυβέρνηση διέψευσε την επίθεση, ενώ οι Δυνάμεις Λαϊκής Κινητοποίησης την επιβεβαίωσαν. Αναφέρθηκε έκρηξη στο αρχηγείο τους στη στρατιωτική βάση Kalsu.
Πηγές από τη Βαγδάτη και το Al Mayadeen του Λιβάνου διευκρίνισαν ότι η επίθεση στόχευσε το Διοικητήριο του επιτελείου των Δυνάμεων Λαϊκής Κινητοποίησης, μια βάση αρμάτων μάχης και την είσοδο του αρχηγείου της Διοίκησης Τοποθεσιών της Βαβυλώνας.
Συριακά κρατικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι η αεροπορική επιδρομή έπληξε την εγκατάσταση αεράμυνας στη νότια επαρχία Νταράα την Παρασκευή το ξημέρωμα. Η επίθεση προκάλεσε υλικές ζημιές, σύμφωνα με το SANA, που επικαλέστηκε στρατιωτική πηγή.