Μια «θερμή» κρίση μεταξύ της Ρωσίας και της Νορβηγίας και κατ’επέκταση του ΝΑΤΟ σοβεί στο νορβηγικό αρχιπέλαγος Svalbard, έναν δίαυλο μεταξύ Νορβηγίας και Αρκτικής που οδηγεί στον Ατλαντικό Ωκεανό ή στην είσοδο από τα δυτικά στα ανατολικά, δηλαδή στο Αρκτικό Ωκεανό που βρίσκεται στα βόρεια της Ρωσίας.
Η Νορβηγία απαγόρευσε τη διαμετακόμιση των εμπορευμάτων μέσω της επικράτειάς της που απαιτούνται για την τροφοδοσία του ρωσικού χωριού Barentsburg, το οποίο βρίσκεται στο Δυτικό Σβάλμπαρντ, σε μια επανάληψη της κίνησης της Λιθουανίας με το Kαλίνινγκραντ…
Δηλώνουν ότι τα μεταλλεύματα που εξορύσσονται από το Svalbard «Ενισχύουν την ρωσική πολεμική μηχανή να συνεχίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία» και απέκλεισαν από τροφές, καύσιμα και μηχανήματα τα χωριά.
Δύο ρωσικά πολεμικά πλοία του Βόρειου Στόλου, έχουν προσεγγίσει τα νησιά και δύο στρατηγικά υποβρύχια περιπολούν σε μία ακτίνα 100 μιλίων από αυτά, ενώ οι Νορβηγοί ενισχύουν την στρατιωτική παρουσία τους και έχουν στείλει επίσης δύο φρεγάτες εκεί.
Επίσης συνεχείς είναι οι περιπολίες των αεροσκάφος ηλεκτρονικής επιτήρησης P-8 από τις βόρειες νορβηγικές βάσεις,
Η ένταξη της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ θα δώσει ακόμα περισσότερες ΝΑΤΟϊκές βάσεις για υποστήριξη των επιχειρήσεων στην περιοχή, αλλά το θέμα είναι «Πού το πάνε οι Νορβηγοί;».
Αναμφίβολα πρόκειται για μία κίνηση κλιμάκωσης και προσπάθειας πρόκλησης ρωσικής απάντησης, προκειμένου να δοθεί η αφορμή στην Ρωσία να κτυπήσει έδαφος του ΝΑΤΟ και να γενικευθεί η σύρραξη με βασικό κατηγορούμενο την Μόσχα.
Είναι ένα εξαιρετικά επικίνδυνο παιχνίδι γιατί αν η Ρωσία έρθει σε μετωπική με το ΝΑΤΟ π.χ. για μια θαλάσσια περιοχή, θα υπάρξουν άμεσα πυραυλικά πλήγματα στα δυτικά σκάφη επιφανείας από όπλα μη ανασχέσιμα, με ότι αυτό συνεπάγεται.
Αλλά θα επιχειρήσουν να απαντήσουν και οι δυτικοί και μετά τον λόγο θα έχουν τα πυρηνικά όπλα.
Κάποιοι στην Δύση θέλουν να δουν επέκταση του πολέμου από την Ουκρανία σε άλλες περιοχές του πλανήτη, αυτό είναι το μόνο βέβαιο.
Αλλά και κάποιοι στην Μόσχα και στο Πεκίνο θέλουν να δουν «τελικό ξεκαθάρισμα λογαριασμών» δοθείσης ευκαιρίας σε ότι αφορά την Ουκρανία,
Η ομάδα των πολιτικών «εξτρεμιστών» του Δημοκρατικού κόμματος στην Ουάσιγκτον, περί των πρόεδρο Τ.Μπάιντεν, έχει «ομοϊδεάτες» σε Μόσχα και Πεκίνο και αυτό μόνο καλό δεν είναι.
Η κάθε πλευρά νομίζει ότι από την κλιμάκωση θα βγει κερδισμένη, αλλά είναι έτσι;
Γιατί αν περάσουμε στο πρώτο πλήγμα σε πλοίο του ΝΑΤΟ ή της Ρωσίας ή της Κίνας, τότε ανοίγει η πόρτα του «πυρηνικού φρενοκομείου».
Η νέα αφορμή αφορά λοιπόν τον ρωσικό πληθυσμό του νησιού της που είναι μικρός, περίπου 500 άτομα και απασχολούνται κυρίως στην εξόρυξη άνθρακα από την εταιρεία FGUP GT Arktikugol.
Επίσης, στο αρχιπέλαγος υπάρχουν δύο ακόμη ρωσικοί οικισμοί, η «Πυραμίδα» και η «Γκράμαντ».
Εξαρτώνται πλήρως από προμήθειες από την ηπειρωτική χώρα, η απόφαση του Όσλο θέτει υπό αμφισβήτηση την ίδια την ύπαρξή τους και τη διατήρηση της ρωσικής παρουσίας στο Σβάλμπαρντ.
Πώς όμως κατέληξαν και λειτούργησαν αυτοί οι οικισμοί στη νορβηγική επικράτεια;
Το αρχιπέλαγος Svalbard βρίσκεται στον Αρκτικό Ωκεανό, πλούσιο σε φυσικούς πόρους και μεγάλης στρατιωτικής σημασίας. Ωστόσο, την ίδια στιγμή, έχει το καθεστώς αποστρατικοποιημένης ζώνης και η μόνη χώρα που ουσιαστικά ασκεί οικονομική δραστηριότητα στο νορβηγικό έδαφος, εκτός από την ίδια τη Νορβηγία, είναι η Ρωσική Ομοσπονδία.
Ιστορικά, οι πρώτοι άποικοι σε αυτή την άγονη γη ήταν και οι Σκανδιναβοί Βίκινγκς και οι Ρώσοι Πόμορ.
Στο αρχιπέλαγος, κυνηγούσαν φάλαινες, φώκιες και θαλάσσιους ίππους, έως ότου αυτή η αλιεία έπεσε σε παρακμή και τα νησιά θεωρήθηκαν terra nullius (χωρίς άνθρωπος), όπως κινδυνεύουν να χαρακτηριστούν πολλά νησιά του Αιγαίου
Όμως στις αρχές του 20ου αιώνα, η οικονομική σημασία του Σβάλμπαρντ αυξήθηκε δραματικά, καθώς κατέστη δυνατή η εξόρυξη άνθρακα για ατμόπλοια.
Αρχικά, το νησί Σβάλμπαρντ δεν ανήκε σε κανένα κράτος μέχρι το 1920.
Στις 9 Φεβρουαρίου 1920 υπογράφηκε στο Παρίσι η Συνθήκη του Σβάλμπαρντ.
Σύμφωνα με το έγγραφο, η κυριαρχία της Νορβηγίας εδραιώθηκε στο αρχιπέλαγος και όλες οι άλλες χώρες έλαβαν το δικαίωμα να αναπτύξουν φυσικούς πόρους σε αυτό.
Έτσι, εντός νορβηγικού εδάφους, επιτράπηκε να υπάρχουν ρωσικοί (σοβιετικοί, τότε) οικονομικοί θύλακες με πλήρη δικαιώματα σε ότι αφορά την χρήση γης και υπεδάφους.
Ταυτόχρονα, παραχωρήθηκαν στα μέρη της συνθήκης (50 χώρες) ίσα δικαιώματα για την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων και των χωρικών υδάτων της. Η χρήση του αρχιπελάγους για στρατιωτικούς σκοπούς απαγορεύτηκε.
Υπάρχουν δύο οικισμοί στο Svalbard: Το Longyearbyen της Νορβηγίας και το Barentsburg της Ρωσίας.
Η Νορβηγία και η Ρωσία εξορύσσουν άνθρακα εκεί. Υπάρχουν επίσης αρκετοί ερευνητικοί σταθμοί στο Σβάλμπαρντ, συμπεριλαμβανομένου ενός κινεζικού.
«Το Σβάλμπαρντ δεν είναι γηγενής νορβηγική επικράτεια. Το νησί ήταν πάντα κατοικημένο από Ρώσους. Ως εκ τούτου, η Ρωσία μπορεί να αποχωρήσει από τη συνθήκη του 1920 με σκοπό να διεκδικήσει την κυριαρχία στο νησί» αναφέρουν οι κύκλοι των «σκληρών» της Μόσχας και προτείνουν να σταλεί ρωσική στρατιωτική δύναμη εκεί.
Έτσι η κυριαρχία του Σβάλμπαρντ καθορίστηκε το 1920 στο Παρίσι χωρίς έναν άλλο κύριο διεκδικητή, τη Ρωσία, η οποία το 1920 δεν είχε χρόνο για αμφισβητούμενα εδάφη στον Άπω Βορρά, καθώς είχε γίνει Σοβιετική Ένωση και την εποχή εκείνη ουδείς ασχολείτο με ένα νησί στη μέση του παγωμένου Αρκτικού Ωκεανού.
Ωστόσο η ΕΣΣΔ προσχώρησε στη Συνθήκη το 1935, ξεκινώντας την εξόρυξη άνθρακα και την αλιεία.
Στις διαπραγματεύσεις με το Όσλο, για την αναθεώρηση της συνθήκης του 1920 η Μόσχα έθεσε περιοδικά το ζήτημα της κοινής χρήσης του αρχιπελάγους για στρατιωτικούς σκοπούς, αλλά πάντα εισέπραττε αρνητική απάντηση.
Η Νορβηγία καθιέρωσε μονομερώς μια λεγόμενη ζώνη προστασίας των ψαριών μήκους 200 μιλίων, η οποία δεν προβλέπεται ούτε από τη Συνθήκη του Παρισιού του 1920 ούτε από τη Σύμβαση του ΟΗΕ του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας.
Ο τρέχων ναυτικός αποκλεισμός είναι προσπάθεια εκδίωξης των Ρώσων από το Σβάλμπαρντ, παρά το γεγονός ότι η προεδρία Μεντβέντεφ (2008-2012) στη Ρωσία έκανε (ένα ακόμα…) μεγάλο λάθος: Υπέγραψε μια συμφωνία για την οριοθέτηση της Θάλασσας του Μπάρεντς με τη Νορβηγία η οποία ήταν απίστευτα σε βάρος της Ρωσίας «χαρίζοντας» στο Όσλο ένα τμήμα της Θάλασσας του Μπάρεντς σε έκταση δύο περιοχών της Μόσχας.
Λίγα χρόνια αργότερα, αποδείχθηκε ότι εκεί υπήρχαν πλούσια κοιτάσματα σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο, που υπολογίζονται σε 2 δισεκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου.
Μετά τον αποκλεισμό των ρωσικών χωριών, συζητείται η μονομερής ακύρωση της συνθήκης αυτή, με αφορμή την παραβίαση των δικαιωμάτων των Ρώσων στο νησί.