Το πανεπιστηµιακό άσυλο στην Ελλάδα έχει µια ιδιοτυπία. ∆εν µνηµονεύεται ρητά σε κανένα ελληνικό Σύνταγµα, εθιµικά ισχύει εδώ και τουλάχιστον 160 χρόνια αλλά νοµοθετικά κατοχυρώθηκε µόλις το 1982. Στο διάβα όλων αυτών των χρόνων, η αλήθεια είναι ότι πολλές φορές τηρήθηκε στο πλαίσιο της κατοχύρωσης των ακαδηµαϊκών ελευθεριών για την προστασία του δικαιώµατος στη γνώση, τη µάθηση και την εργασία όλων ανεξαιρέτως των µελών της πανεπιστηµιακής κοινότητας έναντι οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει, αλλά και αρκετές ακόµη καταπατήθηκε ή παρερµηνεύτηκε η ουσία του.
Όλα ξεκίνησαν στις 11 Μαΐου 1859
Περίπου εκατό νεαροί µαθητές, καταδιωκόµενοι από τις αστυνοµικές αρχές και «όχλον πολύν, το πλείστον κατωτάτης τάξεως και πάσης ηλικίας» όπως ανέφερε ο Τύπος της εποχής, κατέφυγαν για προστασία στο κτίριο του Πανεπιστηµίου Αθηνών όπου βρίσκονταν «ολιγοστοί φοιτηταί», που «ηνώθησαν µετ’ αυτών, παρασυρθέντες υπό της εσφαλµένης ιδέας ότι οι προσελθόντες ηδύναντο να επικαλεσθώσιν το δικαίωµα της φιλοξενίας».
Η συντηρητική Σύγκλητος σπεύδει να εκδώσει ανακοίνωση παραινώντας «πατριωτικώς» τους φοιτητές να ασχολούνται µόνο µε τα µαθήµατά τους. Από την πλευρά του ο υπουργός επί των Εκκλησιαστικών και ∆ηµοσίας Εκπαιδεύσεως, Χαράλαµπος Χριστόπουλος, αποδοκιµάζει τη συγκέντρωση στο πανεπιστήµιο «προσώπων µη ανηκόντων εις την τάξιν των φοιτητών», µια πράξη που βεβηλώνει «το ιερόν της ανωτάτης του έθνους εκπαιδεύσεως καθίδρυµα». Συγχρόνως αποφασίζει τη διακοπή των µαθηµάτων για δύο µέρες, µε ταυτόχρονη εγκατάσταση στον χώρο στρατιωτικής φρουράς που θα συνεπικουρούσε το έργο της Αστυνοµίας.
Τα «Σκιαδικά»
Η τελευταία αυτή απόφαση όµως, υπαγορευµένη από τον φόβο επέκτασης των επεισοδίων που θα µείνουν γνωστά στην Ιστορία ως «Σκιαδικά», προκαλεί τις έντονες διαµαρτυρίες της αντιπολίτευσης. Σε συζήτηση που πραγµατοποιήθηκε στη Γερουσία της Βουλής, παίρνοντας τον λόγο ο γερουσιαστής Γεώργιος Χρηστίδης θα αποδοκιµάσει εντόνως τα αστυνοµικά µέτρα της κυβέρνησης, µιλώντας για έφοδο του στρατού «κατά του ασύλου τούτου των επιστηµών. […] Αυτά τα σκηνώµατα της παιδείας ως και εκείνα της θρησκείας εθεωρήθησαν πανταχού ιερά άσυλα, και ποτέ η ένοπλος δύναµις δεν συγχωρείται να εισβάλη εις αυτά διά να πολεµήση µάλιστα παιδάρια. ∆εν ήσαν έπειτα εν τω Πανεπιστηµίω, ούτε όπλα, ούτε ράβδοι, ούτε πέτραι. Ποίον λόγον είχον τότε να διατάξωσι κατά των αθώων τούτων όντων την στρατιωτικήν έφοδον;» αναρωτιέται. Είναι η πρώτη φορά που γίνεται δηµόσια λόγος για το πανεπιστηµιακό άσυλο. Βέβαια, ο όρος χρησιµοποιείται εδώ µε την κλασική έννοια. ∆εν συνδέεται δηλαδή µε το θέµα της ακαδηµαϊκής ελευθερίας, αλλά σηµαίνει απλώς τον ιερό τόπο στον οποίο ο καταδιωκόµενος βρίσκει ασφάλεια και προστασία χωρίς να έχουν το δικαίωµα να εισέλθουν σε αυτό οι διώκτες του.
Η Αστυνομία και το Άσυλο
Τις επόµενες δεκαετίες παρατηρείται µια τυπική αναγνώριση του πανεπιστηµιακού ασύλου και το µόνο που αµφισβητούνταν µέχρι τη δικτατορία του 1967 είναι εάν και κατά πόσο το προαύλιο του εκπαιδευτικού ιδρύµατος αποτελεί ή όχι επέκταση του ασύλου. Στις 14 Φεβρουαρίου 1973 η αστυνοµία εισβάλλει στο Πολυτεχνείο διαλύοντας µε βίαιο τρόπο τη συγκέντρωση φοιτητών και συλλαµβάνει 11 σπουδαστές τους οποίους παραπέµπει σε δίκη. Η Σύγκλητος υποβάλει την παραίτησή της. Κατά τη διάρκεια της δεύτερης κατάληψης της Νοµικής Σχολής Αθηνών, στις 20 Μαρτίου 1973, η Σύγκλητος του πανεπιστηµίου δίνει αυτήν τη φορά τη συγκατάθεσή της για βίαιη εκκένωση του κατειληµµένου ιδρύµατος, καθώς, όπως υποστήριξε, µια «οµάδα φοιτητών, ελαχίστη εν σχέσει προς τον όγκον του φοιτητικού κόσµου», «διά της στάσεώς της, παρά πάσαν έννοιαν δικαίου και ελευθερίας, προσπαθεί να εµποδίσει την άσκησιν του αναφαιρέτου δικαιώµατος των φοιτητών, όπως µορφωθούν». Μέσα Νοεµβρίου καταλαµβάνεται το Πολυτεχνείο και µετά την κήρυξη στρατιωτικού νόµου, στις 17 του µηνός εισέρχεται άρµα µάχης στο προαύλιο του ΕΜΠ. Το επιχείρηµα ήταν ότι «η µεγάλη πλειονότης των συγκεντρωθέντων εντός του Ιδρύµατος αποτελείτο από πρόσωπα διαφόρων κατηγοριών ξένων προς το Πολυτεχνείον», στα οποία αποδόθηκαν τόσο «η κατίσχυσις των πολιτικών συνθηµάτων έναντι των σπουδαστικών» όσο και οι ζηµιές που προέβαλε το καθεστώς.
Οι πρώτες προσπάθειες νοµοθετικής κατοχύρωσης του ασύλου
Μεταπολιτευτικά, στο πρώτο Σύνταγµα του 1975 γίνονται οι πρώτες προσπάθειες νοµοθετικής κατοχύρωσης του ασύλου. Η πρόταση της αντιπολίτευσης για ενσωµάτωσή του στον υπέρτατο νόµο του κράτους («η ακαδηµαϊκή ελευθερία και το ακαδηµαϊκό άσυλο είναι απαραβίαστα») απορρίπτεται από την κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραµανλή. Αναφέρεται ωστόσο ρητά στο κείµενο που επιψηφίστηκε ότι «η τέχνη και η επιστήµη, η έρευνα και η διδασκαλία είναι ελεύθεραι, η δε ανάπτυξις και προαγωγή αυτών, αποτελεί υποχρέωσιν του Κράτους. […] Η ανωτάτη εκπαίδευσις παρέχεται αποκλειστικώς υπό ιδρυµάτων αποτελούντων νοµικά πρόσωπα δηµοσίου δικαίου, πλήρως αυτοδιοικουµένων» (άρθρο 16).
Μπορεί να µη γίνεται αναφορά στο άσυλο, αλλά κατοχυρώνεται η αυτοδιοίκηση των πανεπιστηµίων. Τον Μάιο του 1977, ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ευστάθιος Μπλέτσας γνωµοδοτεί, έπειτα από σχετικό ερώτηµα του υπουργείου ∆ηµοσίας Τάξεως, ότι πανεπιστηµιακό άσυλο δεν υφίσταται και πως η Αστυνοµία έχει δικαίωµα και καθήκον να µπαίνει όποτε θέλει στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύµατα (ΑΕΙ), να παρίσταται στις φοιτητικές συνελεύσεις «εάν αυταί παρεξέκλιναν του σκοπού τους και µετατράπηκαν σε πολιτικές συναθροίσεις», καθώς και «να ανακαλύπτει και να προσάγει σε δίκη τους φυσικούς ή ηθικούς αυτουργούς» των «εγκληµάτων» της αφισοκόλλησης, της ανάρτησης πανό και της αναγραφής συνθηµάτων στους τοίχους.
Ξεσπούν έντονες αντιδράσεις και ο υπουργός Παιδείας, Γεώργιος Ράλλης, ξεκαθαρίζει ότι «η κυβέρνηση αναγνωρίζει ουσιαστικά και στην πράξη το πανεπιστηµιακό άσυλο». Η ανάληψη της εξουσίας από το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου το 1981 θα σηµάνει και τη νοµοθετική κατοχύρωση του ασύλου µε τον νόµο 1268/1982. Στο άρθρο 2 αναφέρεται ότι η έννοια του ασύλου «καλύπτει όλους τους χώρους των ΑΕΙ και συνίσταται στην απαγόρευση της επέµβασης της δηµόσιας δύναµης στους χώρους αυτούς, χωρίς την πρόσκληση ή άδεια του αρµόδιου οργάνου των ΑΕΙ». Ο όρος «δηµόσια δύναµη» αφήνει ανοικτό το ενδεχόµενο επέµβασης ακόµη και του στρατού.
Δεν απαιτείται άδεια εισόδου όταν τελούνται αυτόφωρα κακουργήµατα
Με τον εν λόγω νόµο και τους επόµενους που θα κατατεθούν, δεν απαιτείται άδεια εισόδου όταν τελούνται αυτόφωρα κακουργήµατα όπως είναι για παράδειγµα η πώληση ναρκωτικών (άρθρο 5, ν. 1727/1987), ο εµπρησµός (άρθρο 264 Ποινικού Κώδικα), η πρόκληση έκρηξης (άρθρο 270 Π.Κ.), η κατασκευή, προµήθεια ή κατοχή εκρηκτικών υλών ή βοµβών καθώς επίσης και η µεταφορά ή φύλαξή τους (άρθρο 272 ΠΚ), ο βιασµός (άρθρο 336 ΠΚ), η κατάχρηση σε ασέλγεια (άρθρο 338 ΠΚ), όταν τελούνται αυτόφωρα εγκλήµατα κατά της ζωής (κακουργήµατα ή πληµµελήµατα) όπως είναι η ανθρωποκτονία και η απόπειρά της (άρθρα 42 και 2299 ΠΚ), η έκθεση σε κίνδυνο άλλου (άρθρο 306 ΠΚ) και η παράλειψη λύτρωσης από κίνδυνο ζωής (άρθρο 307 ΠΚ).
Επιπροσθέτως, άδεια εισόδου δεν απαιτείται και όταν συλλαµβάνεται πρόσωπο που καταζητείται βάσει δικαστικού εντάλµατος ή δικαστικής απόφασης, ένεκα των οποίων ο νόµος επιτρέπει την επέµβαση των Αρχών. Παρά τις σαφείς αναφορές του νοµοθετικού πλαισίου, το άσυλο έχει καταπατηθεί αρκετές φορές. Ενδεικτικά, στις 5 Ιανουαρίου 1983 αστυνοµικός µπαίνει στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήµιο για να συλλάβει εργαζόµενο που είχε διαπληκτισθεί µε εργολάβο καθαρισµού µετά την απόλυσή του.
Στις 11 Απριλίου 1984, ένοπλοι άνδρες της Ασφάλειας µπαίνουν στη Νοµική Κοµοτηνής για να συλλάβουν φοιτητές που έγραφαν συνθήµατα σε τοίχους. Στις 20 Μαρτίου 1985 τα ΜΑΤ εισβάλλουν στο ισόγειο της Νοµικής Αθηνών καταδιώκοντας αναρχικούς. Στις 14 Νοεµβρίου 2005 τα ΜΑΤ µπαίνουν στο προαύλιο της ΑΣΟΕΕ καταδιώκοντας φοιτητές που επιχείρησαν να κρατήσουν ανοιχτή τη σχολή τους κατά τον εορτασµό του Πολυτεχνείου. Το 2011, µε τον νόµο 4009 της υπουργού Παιδείας Αννας ∆ιαµαντοπούλου, δινόταν στον εισαγγελέα η δικαιοδοσία να παραγγέλλει επέµβαση της Αστυνοµίας όταν διαπιστώνει ότι τελούνται παράνοµες πράξεις, που δεν έχουν σχέση µε την ελεύθερη διακίνηση ιδεών. Επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ όµως, µε τον νόµο 4485/2017 του υπουργού Κώστα Γαβρόγλου, επανερχόταν η αρµοδιότητα της ΕΛ.ΑΣ. να παρεµβαίνει αυτεπάγγελτα «σε περιπτώσεις κακουργηµάτων και εγκληµάτων κατά της ζωής» και όχι σε ένα ευρύτερο πλαίσιο
Tο pronews.gr δημοσιεύει κάθε σχόλιο το οποίο είναι σχετικό με το θέμα στο οποίο αναφέρεται το άρθρο. Ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές και διατηρούμε το δικαίωμα να μην δημοσιεύουμε συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια όπου τα εντοπίζουμε. Σε κάθε περίπτωση ο καθένας φέρει την ευθύνη των όσων γράφει και το pronews.gr ουδεμία νομική ή άλλα ευθύνη φέρει.
Δικαίωμα συμμετοχής στη συζήτηση έχουν μόνο όσοι έχουν επιβεβαιώσει το email τους στην υπηρεσία disqus. Εάν δεν έχετε ήδη επιβεβαιώσει το email σας, μπορείτε να ζητήσετε να σας αποσταλεί νέο email επιβεβαίωσης από το disqus.com
Όποιος χρήστης της πλατφόρμας του disqus.com ενδιαφέρεται να αναλάβει διαχείριση (moderating) των σχολίων στα άρθρα του pronews.gr σε εθελοντική βάση, μπορεί να στείλει τα στοιχεία του και στοιχεία επικοινωνίας στο [email protected] και θα εξεταστεί άμεσα η υποψηφιότητά του.