Στη δημοσιότητα δόθηκαν οι διάλογοι μεταξύ των μελών των συμμοριών που έβαζαν στο στόχαστρο πολίτες που βρίσκονταν σε ΜΜΜ και τους «άδειαζαν» τις τσέπες.
Οι κλέφτες οι οποίοι ήταν χωρισμένοι σε υποομάδες ήταν ιδιαίτερα πεπειραμένοι και λάμβαναν όλα τα απαραίτητα προστατευτικά μέτρα, όπως ζακέτες και μπουφάν, προκειμένου να κρύβουν τα κλοπιμαία, ενώ χρησιμοποιούσαν και λέξεις κλειδιά.
Παράλληλα αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι για να μπορούν να «σηκώνουν» χρήματα από κάρτες που έβρισκαν στα πορτοφόλια που έκλεβαν, διέθεταν ακόμα και μηχανήματα POS, ενώ στο στόχαστρο τους έμπαιναν κυρίως ηλικιωμένοι ή νεαρές γυναίκες αλλά και όσοι είχαν πορτοφόλια ή κινητά σε εξωτερικές τσέπες ή σε τσάντες πλάτης.
Από την έρευνα προέκυψε ότι οι ομάδες των «πορτοφολάδων» είχαν διαχωρίσει τις περιοχές ευθύνης τους. Συγκεκριμένα οι κλέφτες αλβανικής καταγωγής είχαν καταλάβει την μπλε γραμμή του μετρό, ενώ οι Ρουμάνοι το υπόλοιπο δίκτυο, με τον άγραφο κανόνα να είναι ένας. Καμία ομάδα δεν παρεμβαίνει στην περιοχή της άλλης.
Ο φόβος για τους Αλβανούς
Χαρακτηριστικός είναι ο παρακάτω διάλογος μεταξύ μελών της ρουμάνικης ομάδας.
Μέλος Α: Καλά! Πάρτε με τηλέφωνο! Έλα ρε αδελφέ γιατί δεν… δεν θα κάτσω έτσι σε αυτό το στιλ. Δεν θα πάω πια στη μπλε, όχι, όχι.
Μέλος Β: Όχι ρε, τι στο διάολο! Τι κάνουμε κάτω; Δεν κάνουμε φράγκο! Έτσι πάνω στη πράσινη κάνουμε λεφτά.
Μέλος Α: Όχι, δεν πάω πια στη μπλε! Τέλος, τελείωσα με αυτή την μπλε, όχι! Γιατί θα έχω και μπλεξίματα με τους Αλβανούς το τέλος και ούτε κάνω λεφτά!
Μέλος Β: Και θα μπλέξουμε και με τους Αλβανούς!
Σε άλλη συνομιλία δύο μέλη της ομάδας συζητούν πάλι για την ομάδα που έχει ως μέλη Αλβανούς.
Μέλος Α: Δεν έχω ιδέα: Λες να είναι αυτοί οι Αλβανοί από εκεί; Ούτε από εκεί να μην μας αφήνουν; Γαμώ της οικογένειά τους! Γιατί αν δεν δουλεύουν το μετρό!
Μέλος Β: Μπορεί να είναι οι Αλβανοί ναι! Μα τέτοια ώρα; Το πρωί έρχονται αυτοί έτσι δεν είναι; Το μεσημέρι δεν βγαίνουν!
Μέλος Α: Μόνο το πρωί ναι!
Μέλος Β: Τι κάνεις έρχεσαι με τα πόδια προς εμάς;
Μέλος Α: Να πάμε μέχρι το αεροδρόμιο λέτε εσείς;
Μέλος Β: Δεν θα πάμε αν λες εσύ ότι θα βρούμε τους Αλβανούς από εκεί!
«Και να σε πιάσουν δεν σου κάνουν τίποτα»
Παράλληλα αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι στην υποομάδα των Ρουμάνων, λόγω της διαρκούς ατιμωρησίας (πλημμεληματικές διώξεις ή κακουργηματικές άνευ στερητικής της ελευθερίας ποινές), είχε δημιουργηθεί η πεποίθηση ότι η χώρα μας είναι το κατάλληλο σημείο δράσης και ότι όσοι δρουν (κλέβουν) στη χώρα ευημερούν.
Χαρακτηριστική είναι η παρακάτω συνομιλία μεταξύ δύο κλεφτών.
Μέλος Α: Φοβάμαι να μην συναντήσω την αστυνομία και πάω και αν θα συναντήσω την αστυνομία:
Μέλος Β: Ρε αδελφέ τι σου κάνει η αστυνομία, θα σου κάνει μια πίπα η αστυνομία, έχεις παρών, αν είχα εγώ, ρε αν είχα εγώ παρών θα έτρεχα από το πρωί μέχρι το βράδυ!
Μέλος Α: Και με τι φεύγω ρε, με τι θα φύγω, με το τηλέφωνο πάνω μου; Δεν μου κάνει τίποτα., με αφήνει να φύγω, δεν θα με πάνε στα Δικαστήρι!
Μέλος Β: Μα γιατί να σε πάνε;
Μέλος Α: Ρε μα πως αν με παίρνουν, αν με παίρνουν με το τηλέφωνο πάνω μου!
Μέλος Β: Ρε, θα πας, δεν θα το πάρεις, όποτε πας με το μετρό πας χωρίς τηλέφωνο και όταν θα γυρίσεις θα πάρεις ένα ταξί! Θα δώσεις 10 ευρώ!
Ενδεικτική είναι και η παρακάτω συνομιλία
Μέλος Α: Για πες μου και εμένα πως είναι εκεί η κατάσταση. Εκεί στους Έλληνες όπου βρίσκεσαι εσύ.
Μέλος Β: Καλά είναι ρε R.
Μέλος Α: Πως είναι με την αστυνομία θέλω να ρωτήσω;
Μέλος Β: Με την αστυνομία είναι άσχημα τα πράγματα ρε R.
Μέλος Α: Εάν σε πιάνουν στην πρώτη πράξη τι σου κάνουν;
Μέλος Β: Στη πρώτη σε αφήνουν ελεύθερο. Στη δεύτερη, στη τρίτη, οποτεδήποτε σε αφήνουν ελεύθερο.
Μέλος Α: Αυτό ήθελα να ρωτήσω.
Η κλοπή πορτοφολιού στην Ομόνοια
Αποκαλυπτική είναι και έτερη συνομιλία από την οποία προκύπτει πως κατά τη διάρκεια κλοπής πορτοφολιού στις κυλιόμενες σκάλες στον σταθμό στην Ομόνοια, ο ένας από τους κλέφτες έγινε αντιληπτός από το θύμα του και από άλλους πολίτες, οι οποίοι τον ακινητοποίησαν και του έκαναν σωματικό έλεγχο.
Ο δράστης είχε προλάβει να δώσει το πορτοφόλι σε συνεργό του με αποτέλεσμα να τον αφήσουν ελεύθερο, χωρίς να ειδοποιήσουν την αστυνομία.
Μέλος Α: Ρε αδελφέ, έκαψα (έκλεψα) ένα πορτοφόλι στη συρόμενη, στην Ομόνοια, πρόσεχε στην Ομόνοια…
Μέλος Β: Α!
Μέλος Α: και όποτε κάναμε δεξιά για να πάμε προς την έξοδο, δεν περίμενα, κατέβηκα γρήγορα σ’ αυτήν την πλευρά!
Μέλος Β: Ναι!
Μέλος Α: Και δεν ξέρω πως, τους πεθαμένους του, το κατάλαβε το κορόιδο, γιατί πρόσεχε, αυτός ο…. έλεγε, ρε πρόσεχε γιατί πάω στο ασανσέρ για να το καλέσω, εσύ κάτσε εδώ έξω για να αδειάσω το πορτοφόλι! Ούτε είδα τι λεφτά ήταν, τι τέτοιες,..
Μέλος Β: Α, και σε έκαψε (έκλεψε) νομίζω;
Μέλος Α: Ξέρω και εγώ; Δεν έχω δει τίποτα αδελφέ, δεν είδα φράγκο γιατί κάποια στιγμή ήρθε το κορόιδο, με είδε, και ήρθε όλο το γκρουπ πάνω μου, να φάω το στόμα σου! Και λέω για κοίτα. Και φωνάζω σ’ αυτόν, ρε δώσε τους το πορτοφόλι πίσω γιατί θα με δέσουν και αυτός μπήκε με το πορτοφόλι, να φάω το στόμα σου, στο ασανσέρ και έφυγε!
Μέλος Β: Ρε τρελάθηκες;
Μέλος Α: Τι καταλαβαίνεις; Δεν καταλαβαίνεις ότι είχε λεφτά στο πορτοφόλι;
Μέλος Β: Βεβαία!
Μέλος Α: Αν έφυγε τρελαμένος με το πορτοφόλι!
Μέλος Β: Και τι έλεγε; Ότι δεν είχε τίποτα, τίποτα, τίποτα;
Μέλος Α: Ότι είχε τριάντα ευρώ, δέκα δολάρια και εκατό και κάτι πολωνοί.
Ο διάλογος για τα διαβατήρια
Τέλος εντύπωση προκαλεί και μία συνομιλία μεταξύ των κλεφτών για τις τιμές των διαβατηρίων
Μέλος Α: Ρε συ πόσο κάνουν δύο διαβατήρια βρετανικά;
Μέλος Β: Έως 200. Εκατόν πενήντα έως διακόσια!
Μέλος Α: Και πόσα να ζητήσω; Εκατόν πενήντα;
Μέλος Β: Ρε εσύ εάν έχει δύο να ζητήσεις τριακόσια… Εγώ έδωσα χθες δύο για δύο Γερμανούς με εκατόν πενήντα