Τις δυσκολίες που πέρασε όταν βρέθηκε σε φυλακές στο Χονγκ Κονγκ περιέγραψε η Ειρήνη Μελισσαροπούλου .
Όπως λέει αυτή η περιπέτεια, την άλλαξε γενικότερα σαν άνθρωπο.
Η ίδια είχε απασχολήσει την επικαιρότητα, όταν στα 19 της χρόνια είχε συλληφθεί στο διεθνές αεροδρόμιο του Χονγκ Κονγκ και είχε κατασχεθεί από την αποσκευή της, μεγάλη ποσότητα κοκαΐνης. Βρέθηκε για ένα διάστημα στη φυλακή και αργότερα επέστρεψε στην Ελλάδα.
«Μέχρι την αθώωσή μου πέρασα δύσκολα. Δεν γνώριζα την γλώσσα, προσπαθούσα να συνεννοηθώ με κινήσεις, με τα χέρια, με την γλώσσα του σώματος. Κατάλαβα όταν είπαν στα αγγλικά no guilty. Ήταν ομόφωνη η απόφαση», θυμάται η Ειρήνη Μελισσαροπούλου στη νέα της συνέντευξη.
«Οι εικόνες που μου ήρθαν στο μυαλό ήταν ότι θα πάρω αγκαλιά τους γονείς μου και θα δω τον αδελφό μου μετά από ενάμιση χρόνο. Η περιπέτεια αυτή με έκανε σαν άνθρωπο πιο καχύποπτη. Πλέον, η εμπιστοσύνη είναι πολύ δύσκολο πράγμα για εμένα. Ήταν δύσκολα να βρω δουλειά. Υπήρχαν τα κουτσομπολιά. Αποφάσισα να ακολουθήσω το επάγγελμα του πατέρα μου και με πολύ προσπάθεια να μπω στην Ελληνική Αστυνομία», εξομολογείται χαρακτηριστικά στη συνέχεια.
«Τον σύζυγό μου τον γνώρισα στη δουλειά. Με κέρδισε η κατανόηση, η εμπιστοσύνη και ότι δεν ακούει λόγια τρίτων. Του έχω μιλήσει για την περιπέτειά μου. Την έλευση του μωρού την είπαν στον σύζυγό μου όταν εκείνος ήταν στο καφενείο. Κλαίγαμε από χαρά, άγχος, φόβο», περιγράφει αμέσως μετά.
«Τον άνθρωπο που ευγνωμονώ είναι ο κ. Κεχαγιόγλου, γιατί με στήριξε στην πιο δύσκολη στιγμή της ζωής μου» επισημαίνει η Ειρήνη Μελισσαροπούλου, ενώ ο ίδιος ο Σάκης Κεχαγιόγλου, καλεσμένος στο πλατό της εκπομπής, ανέφερε για εκείνη.
«Ήταν ειδική περίπτωση, λόγω του ότι ήταν στην Κίνα. Η προβλεπόμενη ποινή για την Ειρήνη, αν καταδικάζονταν, ήταν 27 με 30 χρόνια εκ των οποίων θα εξέτιε τα 20 – 22. Δε φανταζόμουν ότι θα πήγαινα στον γάμο της, θα πάω και στη βάφτιση, το παιδί το περιμένει τον Δεκέμβριο, θα το πούνε Μιχαήλ, είναι αγοράκι».
Για την υπόθεση, ο Σάκης Κεχαγιόγλου έχει γράψει και βιβλίο. Γράφει χαρακτηριστικά στην εισαγωγή του: «Ένα μεσημέρι του Φεβρουαρίου του 2024, επιστρέφοντας από το γραφείο μου στο σπίτι και ενώ ανέμενα το ασανσέρ, ένας ευπρεπής κύριος, γύρω στα σαράντα με πενήντα έτη, τον οποίο δεν γνώριζα, κατέβαινε τα σκαλιά. Κοντοστάθηκε όταν με αναγνώρισε, και μου συστήθηκε. Μου είπε επί λέξει: «Ήθελα πολλά χρόνια να σας γνωρίσω και να σας συγχαρώ. Και για την καριέρα σας την οποία παρακολουθώ, αλλά κυρίως για την υπόθεση της κοπέλας που αθωώσατε στο Χονγκ Κονγκ. Σώσατε μια ζωή, είχαμε τότε συγκινηθεί όλοι οι Έλληνες».
«Στα τριάντα χρόνια που διακονώ το λειτούργημα του δικηγόρου δεν έχω ξαναζήσει τέτοιο ενδιαφέρον της κοινής γνώμης και τέτοια ταύτιση με κατηγορούμενο. Κάθε ελληνική οικογένεια στο πρόσωπο της Ειρήνης, σιδηροδέσμιας με μια κουκούλα στο κεφάλι, στο αεροδρόμιο του Χονγκ Κονγκ, είδε το παιδί της».