Σήμερα Τετάρτη 11 Μαΐου, συμπληρώνεται ένας χρόνος από το έγκλημα στα Γλυκά Νερά με θύμα την 20χρονη Καρολάιν Κράουτς.
Ωστόσο, σήμερα, αναμένεται να απολογηθεί στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας, ο σύζυγός της, ο οποίος κατηγορείται ότι αφαίρεσε τη ζωή της νεαρής γυναίκας και μητέρας.
Ο 33χρονος πιλότος Μπάμπης Αναγνωστόπουλος θα ανέβει στο βήμα του δικαστηρίου για να απολογηθεί για τη δολοφονία της συζύγου του και μητέρας του παιδιού του και η απολογία του, σύμφωνα με πληροφορίες, αναμένεται να είναι μαραθώνια.
Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της απολογίας του κατηγορούμενου, θα ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση για την έκδοση της ετυμηγορίας δικαστών και ενόρκων, αφού πρώτα στο ακροατήριο αγορεύσει και η εισαγγελέας της έδρας.
Το πιθανότερο πάντως είναι ότι η απόφαση του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου θα ανακοινωθεί σε άλλη συνεδρίαση.
Σήμερα, ο κατηγορούμενος θα απολογηθεί για τέσσερα συνολικά αδικήματα και συγκεκριμένα δυο κακουργήματα και δυο πλημμελήματα.
Τα κακούργημα είναι αυτά της ανθρωποκτονίας από πρόθεση τελεσθείσα σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και κακοποίηση ζώου.
Τα πλημμελήματα είναι: Ψευδής καταγγελία επειδή κατέστησε άλλους ύποπτους των πράξεων του και ψευδή κατάθεση κατ´ εξακολούθηση, αδίκημα που αφορά στις ψευδείς καταθέσεις που έδινε στις αρχές.
Ενώπιον του ανακριτή ο 33χρονος είχε επιχειρήσει να καταδείξει ότι η δολοφονία της Καρολάιν οφείλονταν σε …ατύχημα.
Σύμφωνα με πληροφορίες και σήμερα ενώπιον δικαστών και ενόρκων ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος αναμένεται να μείνει πιστός στην υπερασπιστική γραμμή που είχε «χαράξει» τότε και να υποστηρίξει, παρά τα στοιχεία της δικογραφίας, πως όταν πήγε στο κρεβάτι όπου βρίσκονταν η γυναίκα του, εκεί δηλαδή όπου τη δολοφόνησε, η 20χρονη δεν κοιμόταν.
Συγκεκριμένα, στην κατάθεσή του στους αστυνομικούς πριν από περίπου ένα έτος είχε περιγράψει το σκηνικό της δολοφονίας της γυναίκας του και μητέρας του παιδιού του, ως εξής:
«Η Καρολάιν κοιμόταν. Για να μην την τρομάξω, ξάπλωσα δίπλα της και την πήρα αγκαλιά. Η Καρολάιν ήταν μπρούμυτα στο κρεβάτι και η δεξιά πλευρά του προσώπου της ακουμπούσε στο μαξιλάρι. Εγώ της είπα: «Να πάρω τη μικρή και να ανεβούμε επάνω;».
Και αυτή μου απάντησε: «Όχι μην φέρεις τη μικρή, δεν σας θέλω» και ξεκίνησε να τινάζει το σώμα της για να φύγει από την αγκαλιά μου. Εγώ συνέχιζα να την κρατάω σφιχτά στην αγκαλιά μου και της έλεγα ότι πρέπει η μικρή να ανέβει πάνω να κοιμηθεί. Συνέχιζε να τινάζεται και εγώ την κρατούσα όλο και πιο σφιχτά γιατί ήθελα να την κάνω να με ακούσει και να την πείσω να κοιμηθούμε και οι τρεις μαζί.
Κάποια στιγμή όπως τιναζόταν το πρόσωπό της στο μαξιλάρι, εννοώ δηλαδή το στόμα της και η μύτη της ακουμπούσαν στο μαξιλάρι, εγώ συνέχιζα να την κρατάω στην αγκαλιά μου μέχρι που σταμάτησε να κουνιέται. Όλο αυτό κράτησε γύρω στα πέντε λεπτά από την ώρα που την αγκάλιασα μέχρι την ώρα που σταμάτησε να κουνιέται. Τα έχασα. Προσπάθησα να την ξυπνήσω, την κούναγα αλλά ήταν μάταιο. Τότε συνειδητοποίησα τι είχε συμβεί…».
Μάλιστα, για το θέατρο που έπαιζε επί 37 ημέρες, παριστάνοντας τον τεθλιμμένο σύζυγο που έχασε τη μητέρα του παιδιού από τα χέρια δήθεν αδίστακτων ληστών που μπήκαν στο σπίτι τους, ο κατηγορούμενος στην κατάθεσή του είχε αναφέρει: «Είμαι συντετριμμένος και ό,τι έκανα, το έκανα με γνώμονα το παιδί μου. Δεν ήθελα να μείνει το παιδί και χωρίς πατέρα».