Σε κλίμα βαθιάς οδύνης συγγενείς και φίλοι είπαν, στην γενέτειρά της, το τελευταίο «αντίο» στην 40χρονη που έπεσε νεκρή από το μαχαίρι του πρώην άνδρα της στο Μενίδι.
Ο 50χρονος μάλιστα δεν άφησε τον ανήλικο γιο του να παραστεί στην κηδεία και χρειάστηκε η παρέμβαση της αλβανικής πρεσβείας.
«Το σκέφτηκα πολύ καλά και το αποφάσισα»
Ο 50χρονος δράστης αναμένεται να απολογηθεί τη Δευτέρα 20 Μαΐου, ενώ έχει ήδη ασκηθεί σε βάρος του από τον εισαγγελέα δίωξη για ανθρωποκτονία από πρόθεση, σε ήρεμη ψυχική κατάσταση καθώς και για τον νόμο περί όπλων.
Στην ομολογία του, μεταξύ άλλων ο δράστης είπε «Δεν άντεχα να βλέπω τον φίλο της. Οδηγούσε το αυτοκίνητό μου κι εγώ έκανα δύο δουλειές», με τα στοιχεία να συγκλίνουν στο ότι είχε εμμονή μαζί της και ήθελε να της κάνει κακό.
Οι αξιωματικοί του Ανθρωποκτονιών είδαν έναν άνθρωπο που δεν είχε μετανιώσει ούτε λεπτό για όσα έκανε, περιγράφοντας ψυχρά και αποστασιοποιημένα όλα τα φριχτά που έκανε στη 40χρονη.
«Το σκέφτηκα πολύ καλά και το αποφάσισα από το προηγούμενο βράδυ. Ήξερα τι ώρα πηγαίνει στο κατάστημα που δουλεύει και χωρίς να χάσω χρόνο πήρα ένα μαχαίρι από το σπίτι και πήγα στο σημείο από το οποίο ήξερα ότι θα περνούσε για να πάει στη δουλειά της.
Μόλις είδα ότι φθάνει, την πλησίασα και άρχισα να τη μαχαιρώνω μέχρι που έπεσε νεκρή. Μετά έφυγα από εκεί με τα πόδια πήγα για δύο ώρες να κοιμηθώ σε ένα ξενοδοχείο και όταν έφυγα από εκεί έψαξα να βρω αλκοόλ ήπια, και άρχισα να περιπλανιέμαι μέσα στους δρόμους».
Οι αστυνομικοί εντωμεταξύ, που τον άκουσαν να περιγράφει πώς ακριβώς σχεδίασε την δολοφονία της γυναίκας, τον ρώτησαν πού είναι το κινητό του τηλέφωνο, αφού δεν ήταν επάνω του όταν συνελήφθη, με τον ίδιο να τους λέει ότι το πέταξε μετά το έγκλημα.
Οι Αρχές συμπεραίνουν ότι ξεφορτώθηκε το τηλέφωνό του, επειδή μάλλον γνώριζε ότι από την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου θα μπορούσε να εντοπιστεί και να συλληφθεί.