Μία 25χρονη κοπέλα από τη Θεσσαλονίκη, κατήγγειλε στην Ελληνική Αστυνομία τον 25χρονο πρώην σύντροφό της, ο οποίος της έκανε τη ζωή «κόλαση» με τη ζήλια του ακόμη και αφότου είχαν χωρίσει.
Ο φόβος της, όπως εξήγησε στους δικαστές του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης, είναι ότι οι ύβρεις και οι απειλές από τον παθολογικά ζηλιάρη σύντροφό της, μπορούν να μετατραπούν σε περιστατικά σωματικής βίας και να κινδυνέψει η ζωή της, όπως συμβαίνει σε παρόμοιες υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας.
Η ίδια κατέθεσε ότι ανέχτηκε τη συμπεριφορά του για δύο ολόκληρα χρόνια που διατηρούσαν ερωτικό δεσμό, όμως μόλις αποφάσισε να χωρίσουν, εκείνος συνέχισε να την ενοχλεί, να τις στέλνει υβριστικά μηνύματα, ειδικά όταν την έβλεπε στα κοινωνικά δίκτυα να βγαίνει με διαφορετικές παρέες, αλλά και ακραίες απειλές, όπως ότι θα μεταβεί στο χωριό της «για να γίνει χαμός» και ότι θα την βρούνε νεκρή.
«Είχαμε σχέση για δυο χρόνια περίπου. Η συμπεριφορά του ήταν επιθετική και με υπερβολική ζήλια. Μου έλεγε ότι κάνω κάτι με άλλους άντρες και πολλές φορές συνέβαιναν πράγματα και τσακωνόμασταν.
Για να με πιστέψει ότι δεν έχω κάνει κάτι με άλλον άντρα με έβαζε να ορκιστώ μέχρι και στα κόκαλα της νεκρής μητέρας μου», ανέφερε η νεαρή κοπέλα.
«Έχει γίνει απειλητικός, με έχει βρίσει απίστευτα πολλές φορές, με απείλησε ότι θα κατέβει στο χωριό μου και θα γίνει χαμός, ότι θα ανέβει πάνω στο σπίτι μου αν δεν του ανοίξω την πόρτα. Φοβάμαι ότι μπορεί να μου κάνει κακό», σημείωσε.
Μιλώντας για τα τελευταία περιστατικά, η καταγγέλλουσα κατέθεσε στους δικαστές ότι την 1η Απριλίου που επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη από το χωριό της βρήκε στο μπαλκόνι της πεταμένο ένα μπουκάλι που μέσα είχε ένα γράμμα, το οποίο της είχε γράψει ο κατηγορούμενος.
Αυτή η κίνησή του την συγκίνησε και σκέφτηκε να δώσει μια δεύτερη ευκαιρία στη σχέση τους. Ωστόσο, αποδείχθηκε λάθος απόφαση, αφού εκείνος μετά από δύο ημέρες ξεκίνησε και πάλι να την βρίζει και να την απειλεί επειδή ζήλευε.
«Ήρθε σπίτι μου για να μιλήσουμε και την ώρα που του έλεγα τα νέα μου του ανέφερε ότι το επόμενο διάστημα θα φιλοξενούσα στο διαμέρισμά μου δύο άντρες, φίλους μου. Τότε έγινε χαμός. Μαλώσαμε και πήγα στο δωμάτιο να ηρεμήσω.
Εκείνος έψαξε το κινητό μου τηλέφωνο και βρήκε ένα βίντεο που χόρευα με μια φίλη μου. Μπήκε στο δωμάτιο για να μου ζητήσει τον λόγο και του ζήτησα να φύγει. Του εξήγησα ότι δε νιώθω άνετα, με έπιασε κρίση πανικού.
Φοβόμουν πάρα πολύ πως μπορεί να αντιδράσει αυτός που έχω απέναντι μου. Δεν ήξερα αν θα γίνει βίαιος», είπε η 25χρονη.
Στη συνέχεια ανέφερε ότι τις επόμενες ημέρες, έως και τις 7 Απριλίου που τον κατήγγειλε, ο κατηγορούμενος δεν σταμάτησε να της στέλνει υβριστικά μηνύματα, να πηγαίνει από τη δουλειά της, να στήνεται με τις ώρες κάτω από το σπίτι της και να χτυπάει επίμονα τα κουδούνια, με την ίδια να αισθάνεται φόβο ακόμα και για τη σωματική της ακεραιότητα.
Μάλιστα, πριν τον καταγγείλει στην αστυνομία και συλληφθεί, η παθούσα είχε επικοινωνήσει και με τη μητέρα του, εξηγώντας τη συμπεριφορά του γιου της και ζητώντας να τον συνετίσει.
Στην απολογία του ο 25χρονος κατηγορούμενος παραδέχθηκε ότι εξύβριζε την πρώην σύντροφό του, όμως δεν αποδέχθηκε την κατηγορία της ενδοοικογενειακής απειλής.
Τόνισε, δε, ότι νευρίασε όταν η κοπέλα του είπε ότι δύο άντρες θα κοιμηθούν στο σπίτι της, όμως συνέχισε τις προσπάθειες για να κάνουν ξανά σχέση.
«Χάθηκε για ημέρες και στις 7 του μήνα, όταν ξύπνησα, είδα στα κοινωνικά δίκτυα ότι το προηγούμενο βράδυ ήταν έξω για διασκέδαση και δίπλα της ήταν ένας άλλος άντρας.
Την έβρισα αλλά δεν την απείλησα. Ο καθένας νομίζω θα έβριζε. Είμαι σίγουρος ότι με κατήγγειλε στην αστυνομία γιατί είδε όσα γίνονται τελευταία και φοβάται», ανέφερε, μεταξύ άλλων.
Ο άντρας, ο οποίος δεν κατάφερε να πείσει τους δικαστές για την αθωότητά του, καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης έξι μηνών, με τριετή αναστολή, για την κατηγορία της ενδοοικογενειακής απειλής, ενώ το δικαστήριο του αναγνώρισε το ελαφρυντικό της μετεφηβικής ηλικίας.
Επιπλέον, του επέβαλε τον περιοριστικό όρο της απαγόρευσης επικοινωνίας και προσέγγισης της πρώην συντρόφου του.