Στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Θεσσαλονίκης πραγματοποιήθηκε σήμερα (22/5) η δίκη για τη δολοφονία της 79χρονης από τα χέρια του παιδιού της, το καλοκαίρι του 2022, στην περιοχή της Νεάπολης.
Η άτυχη γυναίκα εντοπίστηκε σε λίμνη αίματος μέσα στη μπανιέρα του διαμερίσματος, ενώ ο 52χρονος γιος της, ο οποίος αντιμετωπίζει σοβαρά ψυχιατρικά προβλήματα, ζούσε με τη σορό της για τέσσερις ολόκληρες ημέρες, αφότου της έκοψε τον λαιμό με το μαχαίρι.
Στον κατηγορούμενο, ο οποίος μετά τη σύλληψή του βρίσκεται έγκλειστος σε ψυχιατρική κλινική, το δικαστήριο αποφάσισε να επιβάλει ομόφωνα το μέτρο της νοσηλείας του στο τμήμα Ψυχιατροδικαστικής του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης για χρονικό διάστημα διάρκειας πέντε ετών, δεχόμενο ότι τέλεσε την πράξη του έχοντας το ακαταλόγιστο και ως εκ τούτου δε θα μπορούσε να τιμωρηθεί με ποινή κάθειρξης για την κατηγορία της ανθρωποκτονίας με δόλο.
Το έγκλημα που «πάγωσε» το πανελλήνιο, αποκαλύφθηκε στις 5 Ιουλίου του 2022, όταν ο μεγαλύτερος γιος της οικογένειας επισκέφτηκε το διαμέρισμα στο οποίο διέμεναν η ηλικιωμένη μητέρα του με τον αδελφό του, καθώς η 79χρονη δεν απαντούσε για δύο ολόκληρες ημέρες στις κλήσεις του και ανησύχησε.
Μόλις εισήλθε στο διαμέρισμα πρώτου ορόφου, επί της οδού Αλεξάνδρου Μπινιώρη 47, ήρθε αντιμέτωπος με έντονη δυσοσμία, ενώ δευτερόλεπτα αργότερα αντίκρισε το φριχτό θέαμα, με την μητέρα του νεκρή στην μπανιέρα.
Όπως αποκαλύφθηκε στη συνέχεια, ο 52χρονος αδελφός του είχε αφαιρέσει τη ζωή της 79χρονης, τουλάχιστον τέσσερις ημέρες νωρίτερα, καταφέρνοντας της θανάσιμα χτυπήματα με τουλάχιστον ένα μαχαίρι, με την ιατροδικαστική εξέταση να φανερώνει τραύματα από νύσσον και τέμνον όργανο στην δεξιά τραχηλική χώρα.
Αυτό που προκάλεσε ανατριχίλα, είναι ότι ο 52χρονος χρησιμοποιούσε κανονικά το μπάνιο του σπιτιού, όσο η μητέρα του κείτονταν νεκρή στη μπανιέρα, χωρίς να έχει συναίσθηση της πράξης του.
«Μπήκε στο διαμέρισμα και έκατσε να φάει»
Καταθέτοντας ως μάρτυρας στο δικαστήριο, ο αδελφός του κατηγορούμενου περιέγραψε τα χρόνια ψυχιατρικά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο αδελφός του, ενώ μίλησε για τις φορές που χρειάστηκε να νοσηλευτεί σε ψυχιατρική κλινική. «Δε φοβηθήκαμε ποτέ ότι θα μπορούσε να κάνει κακό στην οικογένειά του» ανέφερε, εξηγώντας ότι επισκεπτόταν καθημερινά το διαμέρισμα για να βλέπει τη μητέρα και τον αδελφό του.
Μιλώντας για εκείνο το απόγευμα που βρέθηκε αντιμέτωπος με το φρικτό θέαμα, ανέφερε ότι πήγε από το διαμέρισμα της Νεάπολης καθώς ανησύχησε επειδή η μητέρα του δεν απαντούσε στα τηλέφωνα για δύο ημέρες, ενώ το πρώτο πράγμα που θυμάται είναι η έντονη δυσοσμία μόλις εισήλθε στο σπίτι.
«Άνοιξα την πόρτα με το κλειδί μου και αμέσως αντιλήφθηκα την έντονη οσμή και ότι κάτι δε πάει καλά. Όλες οι πόρτες και τα παράθυρα ήταν κλειστά. Πήγα στην τουαλέτα και την είδα πεσμένη. Έπαθα μεγάλο σοκ και η πρώτη μου αντίδραση ήταν να δω στο δωμάτιο του αδελφού μου αν υπήρχε άτομο μέσα. Δεν ήταν εκεί.
Κατέβηκα κάτω και κάλεσα το ΕΚΑΒ. Δε σκέφτηκα τίποτα εκείνη την ώρα, αν το έκανε ο αδελφός μου κλπ. Ο διασώστης ανέβηκε στο διαμέρισμα και μου είπε ότι ήταν τουλάχιστον δύο ημέρες νεκρή» ανέφερε.
Στη συνέχεια της κατάθεσής του περιέγραψε τη στιγμή που ο αδελφός του επέστρεψε στο διαμέρισμα, αφότου είχαν φτάσει οι αστυνομικοί. «Ήρθε μετά από μια ώρα κρατώντας μια σακούλα με ψώνια από το σούπερ μάρκετ και έκατσε στο τραπέζι για να φάει ένα κρύο σάντουιτς. Δεν είχε επίγνωση της κατάστασης. Αυτό που σκέφτηκα είναι ότι για ημέρες πήγαινε στην τουαλέτα με έναν άνθρωπο που ήταν νεκρός δίπλα του. Δεν είναι λογικό να ετοιμάζεται να φάει ένα σάντουιτς, ενώ μύριζε όλη η πολυκατοικία. Μείναμε όλοι άφωνοι, δεν είπε τίποτα σε εμένα και στους αστυνομικούς. Μέχρι σήμερα δε μου έχει μιλήσει ποτέ για το συμβάν, ούτε εγώ τον ρώτησα. Τον έχω δει μόνο μια φορά όταν πήγα στο ψυχιατρείο για κάποια διαδικαστικά θέματα, μιλήσαμε λίγο και με αναγνώρισε» είπε.
«Δεν είχε καμία λογική, μπήκε στο διαμέρισμα και έκατσε στην τραπεζαρία για να φάει»
Ο αστυνομικός του του Τμήματος Εγκλημάτων κατά Ζωής της Διεύθυνσης Ασφαλείας Θεσσαλονίκης, ανέφερε στην κατάθεσή του ότι από την έρευνα βρήκαν συνολικά τρία μαχαίρια οικιακής χρήσεως, το ένα στο μπάνιο του διαμερίσματος με σπασμένη λαβή, κάτω από τη σορό της γυναίκας και τα άλλα δύο μπαλκόνι.
«Ο κατηγορούμενος κατέφθασε με ψώνια από το σούπερ μάρκετ, μη έχοντας πλήρη διαύγεια. Μπαίνοντας στο διαμέρισμα έκατσε στην τραπεζαρία για να φάει. Δεν είχανε λογική αυτά που έλεγε, έκατσε στη τραπεζαρία για να φάει σα να μη τρέχει τίποτα, δεν έχει λογική. Δεν αναρωτήθηκε γιατί ήμασταν τόσα άτομα εκεί. Κατά την προφορική του εξέταση στο τμήμα μας είπε ότι δε λογομάχησε με τη μητέρα του και ότι ‘το έκανα γιατί ένιωθα βάρος και έτσι απελευθερώθηκα», ανέφερε ο μάρτυρας.
«Το έκανα για να ελευθερωθώ από τη μητέρα μου και να πάω για δουλειά»
Στην απολογία του ο κατηγορούμενος, ο οποίος καθολη τη διάρκεια της δικής παρακολουθούσε με προσοχή τους μάρτυρες έχοντας τα χέρια του ακουμπισμένα στα πόδια του, ανέφερε με μεγάλη δυσκολία ότι γνωρίζει για ποιον λόγο βρίσκεται σήμερα στο δικαστήριο και ότι δικάζεται για το συμβάν με τη μητέρα του.
«Με τη μητέρα μου δεν έγινε κάτι. Δε ζει. Έχει πεθάνει. Δεν μύριζε έτσι όπως λένε οι προηγούμενοι (μάρτυρες). Δε θυμάμαι πως πέθανε. Θυμάμαι… Αυτό που έκανα εγώ το έκανα για ελευθερωθώ από τη μητέρα μου και να πάω για δουλειά. Έκανα το χειρότερο, ένα πολύ κακό πράγμα. Δε θέλω να σας το πω, είναι πάνω από τις δυνάμεις μου. Το έκανα για να ελευθερωθώ για να πάω για δουλειά, είχα ένα είδος ψύχωσης με τη μητέρα μου επειδή ζούσαμε δέκα χρόνια μαζί, από το πρωί μέχρι το βράδυ, στο ίδιο σπίτι» υποστήριξε.
«Δεν άκουγα φωνές, σκέφτηκα ότι πρέπει κάποια στιγμή να ελευθερωθώ να πάω και εγώ για δουλειά να δω τι θα κάνω. Σταμάτησα τη φαρμακευτική αγωγή μήπως πάω καλύτερα και έτσι νόμιζα, αλλά τελικά οι πράξεις μου… Άλλα ήθελα να κάνω και άλλα έκανα. Δε μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου να κάνει ότι είπαν μέχρι τώρα.
Έκανα ένα κακό πράγμα, δε θα ήθελα όμως να το αναφέρω. Μετάνιωσα για το συμβάν. Να έκανα κακό στον εαυτό μου; Είπα φτάνει πια. Αλλά δεν ήξερα ότι θα περάσω αυτά που πέρασα, είναι δύσκολα.
Φυλακίστηκα στον Κορυδαλλό και στην κλινική, τώρα βρίσκομαι υπό παρακολούθηση γιατρών και λένε ότι πάω καλύτερα. Κουραστήκατε πολύ με τη δικιά μου την περίπτωση και με συγχωρείται. Σας παρακολουθώ τόση ώρα που προσπαθείτε να αποδώσετε δικαιοσύνη και εγώ είμαι περίεργος να μάθω τη δικαιοσύνη. Θα ήθελα να συνεχίσω να είμαι στους γιατρούς και αργότερα σε κάποιον ξενώνα», πρόσθεσε, ολοκληρώνοντας την απολογία του.