Βράδυ 29ης Μαΐου 1997 και ο αστυνομικός που κλήθηκε να μπει στο διαμέρισμα της Νέας Σμύρνης αντικρίζει μπροστά του τον όλεθρο.
Ένα πτώμα πίσω από την πόρτα ενός νεαρού παιδιού, πιο μέσα στην κρεβατοκάμαρα μια νεαρή κοπέλα μέσα σε λίμνη αίματος. Μια ανάσα δίπλα της, ο μακελάρης σκοτωμένος με μια σφαίρα στο κεφάλι που είχε φυτέψει ο ίδιος.
Ο 30χρονος έμπορος Δ.Κ. είχε σπείρει τον όλεθρο, τον θάνατο. Κάλυκες παντού, σφαίρες ακόμα και στους τοίχους. Είχε υλοποιήσει την «υπόσχεσή» του, όταν η μάνα των σκοτωμένων παιδιών του είχε πει να χωρίσουν: «Μόνο νεκρή». Προσπάθησε να την σκοτώσει κι αυτή. Ίσως πίστευε πως ήταν και αυτή νεκρή…
Η πρώτη κίνηση του Δημήτρη Κ. όταν εισέβαλε στο διαμέρισμα της πρώην συντρόφου του της Στέλλας, ήταν- όπως διαβάζουμε στη Μηχανή του Χρόνου- να εισβάλει στο δωμάτιό της, να την αρπάξει και να την πετάξει στον ακάλυπτο.
Ήταν τέτοιο το μένος του, το αρρωστημένο μυαλό του, που ενώ έπεφτε την πυροβόλησε. Η 44χρονη γυναίκα ευτυχώς έπεσε πάνω σε πέργκολες και δεν σκοτώθηκε.
Ακούγοντας τον πυροβολισμό αλλά πολύ περισσότερο τα ουρλιαχτά της μητέρας τους, τα δύο παιδιά της σηκώθηκαν έντρομα από τα κρεβάτια τους.
Ο δολοφόνος πρόλαβε τον γιο της 44χρονης, τον Λευτέρη, την ώρα που ξεκλείδωνε την πόρτα του διαμερίσματος και προσπαθούσε να φύγει από το διαμέρισμα και τον πυροβόλησε στο κεφάλι.
Συνέχισε να πυροβολεί μανιωδώς τους τοίχους του σπιτιού και πήγε στο υπνοδωμάτιο των παιδιών. Η κόρη της 44χρονης, η Ιωάννα ήταν κοντά στην μπαλκονόπορτα. Χωρίς δεύτερη σκέψη την εκτέλεσε εν ψυχρώ.
Μετά το αποτρόπαιο και φρικτό έγκλημα, ο 30χρονος έμπορος έβαλε το πιστόλι στον κρόταφό του και αυτοκτόνησε.
Ο δολοφόνος Δημήτρης με την 44χρονη Στέλλα είχαν συνάψει σχέση πριν από δύο χρόνια, ωστόσο ο 30χρονος έμπορος την πίεζε αφόρητα. Τη ζήλευε παθολογικά και ήθελε να ελέγχει κάθε της κίνηση: «Δεν την άφηνε σε ησυχία. Κάθε λίγο της τηλεφωνούσε στο μαγαζί που διατηρούσε και στο σπίτι της, για να μάθει που βρίσκεται. Ήθελε να ξέρει όλες τις κινήσεις της και γινόταν φορτικός» έλεγαν οι φίλοι της 44χρονης που συμπλήρωναν: «Κάποιες φορές την είχε χτυπήσει», είπαν οι φίλοι της, που αποκάλυψαν πως σε έναν τσακωμό είχε πάει να την πνίξει.
Η Στέλλα δεν άντεχε άλλο αυτή την κατάσταση. Αρνήθηκε την πρόταση γάμου που της είχε κάνει και του ζήτησε να διακόψουν.
Λίγες μέρες πριν το φονικό, η 44χρονη γυναίκα πήρε την απόφαση να χωρίσουν οριστικά: «Θέλω να χωρίσουμε. Δεν μπορώ άλλο.
Αυτή είναι η απόφασή μου. Μη με ξαναενοχλήσεις», του είπε στο τηλέφωνο: «Μόνο νεκρή», της απάντησε και έκλεισε το τηλέφωνο.
Την ημέρα της δολοφονίας, η Στέλλα και η κόρη της επέστρεφαν στο σπίτι τους, όταν είδαν σταθμευμένο στον απέναντι δρόμο το αυτοκίνητό του: «Κλείστε την πόρτα και μην του ανοίξετε όσο κι αν χτυπάει», είπε στα παιδιά της. Κλείδωσαν και έπεσαν για ύπνο… Στις 04:30 το ξημέρωμα άνοιξαν οι πύλες της κόλασης γι αυτούς.
Η Στέλλα μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο. Αφού υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση, παρέμενε αναίσθητη στο κρεβάτι του νοσοκομείου. Δεν γνώριζε τίποτα για την «τύχη» των παιδιών της. «Που είναι τα παιδιά μου; Πότε θα μου τα φέρετε να τα δω;» ρωτούσε στη συνέχεια τους φίλους και τους συγγενείς που είχαν κατακλύσει το νοσοκομείο για να της σταθούν. αναρωτιόταν. Οι ψυχολόγοι την παρακολουθούσαν καθημερινά. Κάποια στιγμή της αποκάλυψαν την αλήθεια.
Λίγα χρόνια αργότερα η ιστορία μεταφέρθηκε στη μικρή οθόνη στην σειρά «Κόκκινος Κύκλος» του Πάνου Κοκκινόπουλου, με πρωταγωνιστές τους Καρυοφυλλιά Καραμπέτη (Άννα), Γιώργο Καραμίχο (Μάρκος), Θόδωρο Αντωνιάδη (Θάνος), Ιζαμπέλα Κογεβίνα (Κλαίρη).