Η επί δέκα έτη δικηγόρος του Βαγγέλη Ρωχάμη Φωτεινή Βερνέζη, μίλησε για τον Έλληνα «Πεταλούδα» που «έφυγε» από τη ζωή σε ηλικία 73 ετών στις 6 Φεβρουαρίου. 

Εντάσσοντάς την στον «κύκλο» των ανθρώπων της απολύτου εμπιστοσύνης του, ο «Πεταλούδας» των ελληνικών φυλακών, ο οποίος κατάφερνε να ξεγλιστρά σαν χέλι από την επιφυλακή των αστυνομικών, ουσιαστικά της εμπιστευόταν την τύχη του όταν τα φτερά του ήταν «κομμένα» και δεν μπορούσε να «πετάξει» μόνος προς την ελευθερία.

Κάτι που, όπως φαίνεται, δεν ξέχασε ποτέ, καθώς δεν σταμάτησε να της τηλεφωνεί ακόμη και πέντε χρόνια προτού αφήσει την τελευταία του πνοή στο Νοσοκομείο Χαλκίδας, όπου έκανε αιμοκάθαρση, ζητώντας της «συγγνώμη» αν την ταλαιπώρησε όσα χρόνια ήταν στο πλευρό του.

«Γνώρισα τον Ρωχάμη γύρω στο 1990, πηγαίνοντας στις φυλακές. Κάποια στιγμή, ένας κρατούμενος και πελάτης μου μού είπε: “Την επόμενη φορά που θα έρθεις, να φωνάξω και τον Βαγγέλη Ρωχάμη”. Ξαφνιάστηκα, γιατί είχε μεγάλο όνομα δικηγόρο.

Οταν πήγα στη φυλακή, τον φώναξαν και βγήκε γελώντας. “Καλώς την” μου είπε. Τον ρώτησα “Τι θέλεις;” κι εκείνος απάντησε: “Θέλω να με αναλάβεις και μη σε νοιάζει εσένα. Το ρίσκο δικό μου”. Έτσι, αποφάσισα να τον αναλάβω, παρόλο που δεν ήμουν φτασμένη τότε και ηλικιακά ήμουν γύρω στα 37» ανέφερε η Φωτεινή Βερνέζη, μιλώντας στην «Espresso».

Σύμφωνα με την ίδια, μία από τις πιο δύσκολες περιόδους για τον Βαγγέλη Ρωχάμη, ο οποίος πέρασε 22 ολόκληρα χρόνια στις φυλακές και έζησε 31 χρόνια κυνηγητού με τις Αρχές στην παρανομία, ήταν τα χρόνια στη «στενή», περιμένοντας να ξεκινήσει η δίκη του για τη δολοφονία του 24χρονου υπαλλήλου του ΝΑΤ Κώστα Καγεώργη.

Ηταν πρωί της 29ης Δεκεμβρίου 1983, όταν δύο κουκουλοφόροι μπήκαν στο ισόγειο διαμέρισμα της οικογένειας Καγεώργη, επί της οδού Συρακουσών 5, στο Γαλάτσι, με στόχο τις εισπράξεις του εμπόρου καυσίμων Ζαφειρόπουλου.

Ο επιχειρηματίας έμενε στον πρώτο όροφο και άφηνε κάθε πρωί τα χρήματα στην κουνιάδα του, προκειμένου να τα παραδώσει στη χρηματαποστολή της Εμπορικής Τράπεζας.

Όταν ο 24χρονος Κώστας Καγεώργης βρέθηκε αντιμέτωπος με τους κακοποιούς, ένας εξ αυτών τον πυροβό λησε στον λαιμό για να του αρπάξει δύο τσάντες με 1.595.000 δραχμές και επιταγές αξίας 81.000 δραχμών, τραυματίζοντάς τον σοβαρά. Επί 27 ημέρες ο άτυχος άνδρας έδωσε σκληρή μάχη στη ΜΕΘ του Ευαγγελισμού προκειμένου να κρατηθεί στη ζωή.

Όμως, δεν τα κατάφερε και άφησε την τελευταία του πνοή, με τον Ρωχάμη, που είχε μπλέξει στη ληστεία, να φωνάζει ότι δεν συμμετείχε στη δολοφονία του αδικοχαμένου νεαρού, αλλά είχε απλώς ρόλο τσιλιαδόρου.

«Το Εφετείο του για την υπόθεση Καγεώργη άργησε πάρα πολύ. Οι εφημερίδες της εποχής έγραφαν: “Επιτέλους, θα βρεθεί αίθουσα για να δικαστεί ο Ρωχάμης;” Αυτό τον βασάνιζε περισσότερο.

Ο ίδιος επέμενε ότι είχε ρόλο τσιλιαδόρου και γι’ αυτό απαλλάχτηκε τελικά για την ανθρωποκτονία, αν και σε πρώτο βαθμό είχε καταδικαστεί σε ισόβια» λέει η Φωτεινή Βερνέζη.

Το αλκοόλ και το αυτόματο Κατά τη διάρκεια της εξιστόρησής της η ίδια μοιράστηκε λεπτομέρειες από τη σύλληψη του Ρωχάμη για το περιστατικό στο νυχτερινό κέντρο Αραπάκια στο Βασιλικό, όπου διασκέδαζε με τον 23χρονο Κώστα Κουτελιέρη, τον 26χρονο Διονύση Φούκα και τρεις γυναίκες του μαγαζιού. Ξημερώνοντας 2 Αυγούστου 1986, έπειτα από άφθονη κατανάλωση αλκοόλ, ο «Πεταλούδας» άνοιξε πυρ με αυτόματο όπλο, επειδή σταμάτησαν τα όργανα!

Εν συνεχεία, μαζί με τους άλλους δύο, άρπαξαν τις γυναίκες και τράπηκαν σε φυγή με μια κλεμμένη BMW. Συνέχισαν την πορεία τους προς τον πορθμό του Ευρίπου και δεν σταμάτησαν ούτε τη στιγμή που η μία από αυτές άνοιξε την πόρτα και πήδηξε από το αυτοκίνητο, ξεφεύγοντας τραυματισμένη.

Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, τις άλλες δύο τις οδήγησαν σε ερημική περιοχή στον Κάλαμο, όπου τις βίασαν, προτού τις εγκαταλείψουν το πρωί στη Νέα Φιλαδέλφεια.

«Απηλλάγη από τις κατηγορίες βιασμού. Η δικογραφία έμπαζε από πάρα πολλά σημεία. Ηταν ανθρωπίνως αδύνατον να έχει κάνει αυτά που του καταλόγιζαν, στον χρόνο που έλεγαν ότι τα έκανε. Καταρχάς, οι κοπέλες δεν ήρθαν ποτέ στο δικαστήριο.

Υποτίθεται ότι είχε βιάσει επτά φορές μέσα σε ένα τέταρτο! Δεν θα ξεχάσω στη δίκη τη στιγμή που σηκώθηκα και είπα, απευθυνόμενη στον εισαγγελέα της έδρας: “Αν σας άκουγε η γυναίκα σας, κύριε εισαγγελεύ, θα ευχόταν και αυτή να είχατε αυτές τις υπερφυσικές ικανότητες μέσα σε δέκα λεπτά! Εκτός κι αν είναι τόσο τυχερή και τις έχετε, και γι’ αυτό είστε σίγουρος ότι έγιναν όλα αυτά!” Και έπεσε τρελό γέλιο μέσα στη δικαστική αίθουσα».

Θρυλική όμως έχει μείνει η… άνεση με την οποία ο διαβόητος «φαντομάς» μπαινόβγαινε στα σωφρονιστικά καταστήματα, πότε μεταμφιεσμένος σε δικηγόρο και πότε σαν επισκέπτης κρατουμένου.

Σύμφωνα με την κυρία Βερνέζη, ο ίδιος καμάρωνε για όλες τις αποδράσεις του. Από τη διαφυγή του από το πειθαρχείο του ΚΕΒΟΠ στο Χαϊδάρι, απ’ όπου το έσκασε για να κάνει Πάσχα με τη γυναίκα του Αναστασία, μέχρι την απόδραση από τις Φυλακές Κορυδαλλού, απ’ όπου έφυγε σαν κύριος από το απογευματινό επισκεπτήριο, φορώντας περούκα και ψεύτικο μουστάκι!

«Σήμερα θα ήταν πάρα πολύ δύσκολο να αποδράσει με τα μέσα που υπάρχουν. Ενδεχομένως, είχε βοήθεια σε κάποιες από τις αποδράσεις. Υπερηφανευόταν, έλεγε “Εγώ φεύγω όποτε θέλω!”. Ως δραπέτης πήγαινε σε διάφορα νυχτερινά κέντρα, έπινε το ποτό του και οι θαμώνες, που μπορεί να τον γνώριζαν, δεν μίλαγαν. Μπορεί να του έκλειναν και το μάτι!» λέει η κυρία Βερνέζη.

Αντιδραστικός χαρακτήρας

Μετά την αποφυλάκισή του, τον Απρίλιο του 2000, ο ίδιος αποφάσισε να απέχει από την παρανομία. Αφοσιώθηκε στις δύο κόρες του και στα εγγόνια του, έγινε νομοταγής πολίτης και άνοιξε μια καντίνα στον «παράδεισό» του, στο Λευκαντί Ευβοίας.

«Δεν έχει πυροβολήσει, ούτε σκοτώσει άνθρωπο. Να τον πούμε αναρχικό; Δεν ξέρω αν μπορώ να το πω. Ηταν αντιδραστικός ως χαρακτήρας. Ηταν κόντρα στο σύστημα, δεν ήθελε να μπει σε καλούπι, και αυτό που έκανε με τους πυροβολισμούς στα αστυνομικά τμήματα το έκανε για να δείξει ότι “εγώ είμαι εδώ”!

Ο ίδιος έλεγε: “Θα υποστώ τις συνέπειες αυτών που έκανα, όχι αυτών που δεν έκανα”. Ελεγε ότι πρέπει να βοηθάμε ανθρώπους. “Ακοπα τα πήραμε, πρέπει να τα δώσουμε” ανέφερε. Τέλος, του άρεσε που είχε την αποδοχή και την αγάπη του κόσμου για την εικόνα που είχε φτιάξει, του Ρομπέν των φτωχών. Ο Βαγγέλης Ρωχάμης είχε πάρει κάποια στιγμή ένα κουτάβι, το οποίο είχε βαφτίσει… Σκυλάρα. Οταν συνελήφθη έπειτα από μία απόδραση, το πήρε η δικηγόρος του για να το φροντίσει.

«Το έφερα στο γραφείο μου, με σκοπό να το κάνω καλά και να το δώσω στην οικογένεια, στο Λευκαντί. Στην αρχή φοβόταν τα πάντα, τους θορύβους της πόλης, ένα όπλο αντίκα που είχα… Φοβόταν το όπλο γιατί είχε ακούσει
αστυνομικούς να πυροβολούν!

Τελικά, δεν τον έδωσα και έζησε 19 χρόνια. Ο Βαγγέλης τον φώναζε Σκυλάρα. Μετά τον ονόμασα Ιβάν.

Μόλις αποφυλακίστηκε ο Βαγγέλης, ο σκύλος κούνησε την ουρά του βλέποντάς τον, αλλά, όταν ήρθε η ώρα να φύγει, ο Σκυλάρας έφτασε μέχρι την πόρτα και, στη συνέχεια, κρύφτηκε στην αγκαλιά μου.

Ο κτηνίατρος, που ήταν και κουμπάρος μου, μου είπε ότι το σκυλί δεν ήξερε γιατί χωρίστηκαν, νόμιζε ότι το παράτησαν» θυμήθηκε η Φωτεινή Βερνέζη.

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!