Η αιφνίδια «ζέση» για «επίλυση» του Σκοπιανού δε φαίνεται να κοπάζει. Είτε μεμονωμένα, είτε στο πλαίσιο της προοπτικής των Δυτικών Βαλκανίων, η χώρα μας καλείται να επιδείξει ‘πραγματισμό’ και ‘μεγαθυμία’, την ίδια στιγμή που η Σκοπιανή πλευρά με φραστικά ανοίγματα άνευ αντικειμένου, επιχειρεί να προβάλει μια επίπλαστη καλή διάθεση. Κι όλα αυτά με τη νεφελώδη επίκληση μιας λύσης, που ουσιαστικά και με βάση το πλαίσιο που λίγο πολύ προβάλεται θα αποτελεί μια μη λύση.
Γιατί το ενδεχόμενο να περιληφθεί ο όρος Μακεδονία ή παράγωγά του στη ονομασία του Σκοπιανού μορφώματος, δεν αποτελεί μια απλή συναισθηματική ήττα και μείωση, που δήθεν θίγει απλά και μόνο τις ευαισθησίες κάθε Έλληνα.
Δημιουργεί το καταστροφικό προηγούμενο αμφισβήτηση της εθνικής συνοχής, των συστατικών στοιχείων, πάνω στα οποία οικοδομήθηκε το σύγχρονο ελληνικό κράτος και έχουν αποτελέσει την επιβεβαίωση της αδιάσπαστης ιστορικής συνέχειας του Ελληνισμού. Του ζωτικού δηλαδή ερείσματος, που μας επέτρεψε να επιβιώσουμε και να διαμορφώσουμε τη σύγχρονη προοπτική μας.
Ας αναλογιστούμε, συν τω χρόνω –γιατί τα εθνικά συμφέροντα και οι γεωπολιτικές παρακαταθήκες δεν αποτιμώνται σε όρους καθημερινότητας- το ενδεχόμενο δημιουργίας Ηπειρωτικού ή Θρακικού Κράτους στα Βόρεια σύνορά μας, ή ακόμα και Ιωνίας, υπό τον Τουρκικό έλεγχο. Ανάλογη είναι και η συστηματική προσπάθεια των Τούρκων να υφαρπάξουν το Οικουμενικό Πατριαρχείο μέσα από τον παπά Ευθύμ (Ερόγλου), τον Τούρκο ‘Ορθόδοξο Πατριάρχη’.
Η στάση εταίρων και φίλων στην κατεύθυνση αυτή δεν είναι εποικοδομητική. Ούτε η υποδοχή Ζάεφ, από τους Γερμανούς, ως ‘Μακεδόνα’ Πρωθυπουργού εξυπηρετεί, ούτε η αναφορά Γιούνκερ σε Μακεδόνες δικαιολογείται.
Τόσο από πολιτική, όσο και από νομική άποψη, το επαναλαμβανόμενο λάθος του Λουξεμβούργιου, είναι ακατανόητο, δεδομένου μάλιστα ότι η νομική του παιδεία επιβραβεύθηκε πρόσφατα με την αναγόρευσή του σε επίτιμο διδάκτορα της Νομικής Σχολής Θεσσαλονίκης.
Οι εμπνευστές της πρότασης θα ήταν καλό να κάνουν την αυτοκριτική τους. Και είναι σίγουρα θλιβερό το ευρωπαϊκό οικοδόμημα να ψαρεύει στα θολά νερά των Δυτικών Βαλκανίων για ‘διπλωματικές νίκες’, που σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να δικαιολογήσουν ή να αμβλύνουν τις εντυπώσεις από τον ακρωτηριασμό της Βρετανικής αποχώρησης.
Κραυγαλέα μέσα στις εξελίξεις αυτές είναι η απουσία των Ελληνικών φωνών στα Κοινοτικά όργανα. Η προσωπική ανεπάρκεια, η έλλειψη γνώσεων, οι ιδεοληψίες και η αδιαφορία, σε συνδυασμό με εξαρτήσεις και ψοφοδεείς συμπεριφορές, βρίσκονται στον αντίποδα των μεγαλειωδών συλλαλητηρίων σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα. Που με τη σειρά τους διαμορφώνουν τη δική τους κοινωνική δυναμική και αλλάζουν το πλαίσιο διαχείρισης του Σκοπιανού. Προς όφελος των εθνικών συμφερόντων.
*Πολύκαρπος Αδαμίδης, Δικηγόρος, ΔΝ, αν. Καθηγητής Κοινοτικού Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων