Ο πρώην πρωταθλητής και νυν προπονητής στο άθλημα της πυγμαχίας, Γιάννης Αϊδινιώτης, κατά τη διάρκεια δηλώσεών του για τον ξαφνικό θάνατο του 16χρονου Βασίλη Τόπαλου τόνισε μεταξύ άλλων πως «εάν ισχύει ότι τον έβαζαν για σπάρινγκ, το θεωρώ έγκλημα».
Αξίζει να σημειωθεί πως με τρομερές εμφανίσεις στο Μοντεσιλβάνο της Ιταλίας, κατάφερε να κατακτήσει το χρυσό μετάλλιο στην κατηγορία των -60 κιλών στους Παίδες. Στον τελικό απέναντι στον Μολδαβό Guranda Danill ήταν επιβλητικός και επικράτησε με 4-1 στα σημεία. Όμως ο Βασίλης για να φτάσει έως το χρυσό, καταπονήθηκε. Χρειάστηκε να αντιμετωπίσει τρεις ακόμη πυγμάχους top επιπέδου τους οποίους και νίκησε, καθαρά.
«Μας έδωσε ο Θεός ένα αστέρι, έναν πρωταθλητή Ευρώπης. Και τον χάσαμε. Το συνειδητοποιείς, τι έγινε;» λέει ο Γιάννης Αϊδινιώτης.
«Διαφύλαξε τον ως κόρη οφθαλμού, προστάτεψε τον. Κράτησε τον μακριά από το ριγνκ για ένα μήνα. Του δίνεις ξεκούραση, τον πας για εξετάσεις, του κάνεις εγκεφαλογραφήματα. Θέλω να δω πότε ήταν το τελευταίο εγκεφαλογράφημα που έκανε. Αυτό είναι το πρώτο ερώτημα μου.
Πόσους αγώνες έκανε για την ηλικία του; Και το βασικότερο, το κεφάλι ενός 16χρονου δεν έχει διαμορφωθεί όπως το κεφάλι ενός άντρα. Πως τον αφήνουμε λοιπόν και κοπανιέται; Και πόσο μεγάλο ρόλο στην προστασία παίζει η κάσκα; Στους Ολυμπιακούς Αγώνες δεν πέφτουν νοκ άουτ, ακόμη κι αν φοράνε κάσκα; Άλλο νοκ άουτ είναι αν τη φας στο σαγόνι κι άλλο στο συκώτι. Άλλη είναι η βλάβη εάν την φας στο κεφάλι κι άλλη στο σώμα».
Ο Γιάννης Αϊδινιώτης στέκεται στην καταπόνηση που δέχτηκε ο 16χρονος αθλητής, στην προσπάθεια που κατέβαλε για να στεφθεί πρωταθλητής Ευρώπης, τρεις μόλις μήνες πριν τον θάνατο του.
«Φανταστείτε ότι ένας επαγγελματίας πυγμάχος για να διεκδικήσει τίτλο πρέπει να παίξει δώδεκα ολόκληρους γύρους. Ο μικρός Βασίλης που πήρε μέρος στο πανευρωπαϊκό τουρνουά παίδων, έκανε τέσσερα παιχνίδια. Δεν τα κάνει βέβαια συνεχόμενα αλλά παίζει με την ίδια ένταση. Κι αν το παιχνίδι τερματίσει στα σημεία, έχει παίξει σύνολο 12 γύρους των δυο λεπτών, με την ίδια ταχύτητα και ίδια ισχύ χτυπημάτων.
Ενώ στο επαγγελματικό παιχνίδι και στα περισσότερα κιλά όσο περνάει η ώρα εξασθενείς, αλλάζεις τακτική και μετριάζονται τα χτυπήματα. Επαναλαμβάνω λοιπόν ότι μετά απ’ αυτή την τεράστια επιτυχία του, ο Βασίλης έπρεπε να ασχολείται περισσότερο με την φυσική του κατάσταση. Να ρίξει ρυθμούς και να επανέλθει σιγά, σιγά. Εάν ισχύει ότι τον έβαζαν για σπάρινγκ, το θεωρώ έγκλημα».
Ο Γιάννης Αϊδινιώτης ο οποίος έχει διατελέσει και προπονητής του Παναθηναϊκου, αναφέρεται στο ρόλο των γονέων των αθλητών.
«Έχω διώξει αδερφό Ολυμπιονίκη της πάλης, μαζί με τα δυο παιδιά του, τους οποίους είχα στην ομάδα. Έχασα δυο αθλητές γιατί ο πατέρας τους μίλαγε, πρόσβαλε και χαλούσε τη συνοχή της ομάδας. Έχω διώξει πολλούς πατεράδες που δεν κάνανε. Δεν μπορεί να σου χαλάσει την ομάδα, ένας μπαμπάς. Ούτε έχει την εμπειρία για να κοουτσάρει τον γιο του.
Έχω δει πολλούς πατεράδες να πιέζουν τα παιδιά τους να ξεπεράσουν τα όρια. Κι αυτό είναι εγκληματικό. Όταν πήρα τον πρώτο τίτλο το 1986, ένας καθηγητής κοινωνιολογίας, μου είπε, “πείσε με να φέρω το παιδί μου”. Τώρα, ρωτάνε διαφορετικά. Ξέρεις τι μου λένε; “Να στο φέρω να μου το σκοτώσεις;”.
Οπότε κι εγώ ζητάω ιατρικές γνωματεύσεις. Να το σκανάρουν το παιδί από τα νύχια μέχρι τα δόντια. Ξέρω εγώ, αν το παιδί έχει φύσημα στη καρδιά; Δεν είμαι γιατρός. Δεν πρέπει να είμαστε σίγουροι ότι είναι απόλυτα εντάξει; Και δεν μιλάω μόνο για την πυγμαχία αλλά για οποιοδήποτε άθλημα.
Εξονυχιστικές εξετάσεις λοιπόν για να μην πάει φυλακή ο προπονητής. Πρέπει λοιπόν να ληφθούν εδώ και τώρα ριζικά μέτρα. Να φτιάξουν ένα εθνικό προπονητήριο και να μαντρώνουν μέσα τους αθλητές και οι προπονητές μαζί με τους γιατρούς από πάνω τους.
Όταν ο αθλητής θα πηγαίνει στον σύλλογο του, η ευθύνη θα την έχει ο υπεύθυνος του συλλόγου. Μόνο έτσι μπορεί να αλλάξουν τα πράγματα».