Ενώπιον του εισαγγελέα αναμένεται να οδηγηθεί σήμερα ο 59χρονος σταθμάρχης Β.Σ., για το δυστύχημα στα Τέμπη ο οποίος μόλις πριν μερικούς μήνες ήταν αχθοφόρος στον ΟΣΕ.
Σε βάρος του αναμένεται να ασκηθούν ποινικές διώξεις, για το αδίκημα της διατάραξης της ασφάλειας των συγκοινωνιών από το οποίο προήλθε ως αποτέλεσμα ο θάνατος πολλών ατόμων (κακούργημα), για ανθρωποκτονίες από αμέλεια κατά συρροή και σωματικές βλάβες από αμέλεια και κατά συρροή.
Όμως οι ευθύνες της κυβέρνησης δεν μπορούν να «ξεπλυθούν» με την καταδίκη ενός σταθμάρχη ο οποίος ήταν σαφέστατα ακατάλληλος για αυτή την δουλειά την οποία την έκανε για… ρουσφετολογικούς λόγους.
Ένας σταθμάρχης ο οποίος ήταν πρώην αχθοφόρος στον ΟΣΕ, που ήταν μετακλητός υπάλληλος του υπουργείου Παιδείας και εκπαιδεύτηκε πριν από λίγους μήνες.
Κι όμως κάποιοι σκέφτηκαν πως ήταν ικανός να κάνει βάρδια στον σταθμό της Λάρισας τη νύχτα του δυστυχήματος με τη σύγκρουση τρένων στα Τέμπη.
Για να γίνει κατανοητό είναι παρόμοιας βαρύτητας σα να τον έβαζαν επικεφαλής της εναέριας κυκλοφορίας το «Ελευθέριος Βενιζέλος».
Όπως δήλωσε ο συνάδελφός του, ήταν μετακλητός υπάλληλος του υπουργείου Παιδείας, που ανέλαβε σταθμάρχης πρόσφατα και είχε βάρδια τη στιγμή της τραγωδίας στα Τέμπη.
Συνεπώς έχουμε μία κυβέρνηση που έχει σχεδόν ολοκληρώσει την τετραετία της και όμως ακόμα οι σιδηρόδρομοι δεν έχουν σύστημα τηλεδιοίκησης και διορίζει ως σταθμάρχη έναν άνθρωπο ο οποίος σαφέστατα δεν είχε τα απαιτούμενα προσόντα.
Σύμφωνα με αστυνομικές πηγές, ο ίδιος, η εμπειρία του οποίου ήταν ελάχιστη καθώς είχε αναλάβει τα καθήκοντα του σταθμάρχη εδώ και λίγο χρονικό διάστημα- από τον περασμένο Ιανουάριο- αρχικά φέρεται να υποστήριξε πως είχε γυρίσει κανονικά το κλειδί, δίνοντας εντολή για αλλαγή τροχιάς, προκειμένου οι αμαξοστοιχίες να κινηθούν στις σωστές κατευθύνσεις, όμως το σύστημα δεν λειτούργησε.
Οι ίδιες πηγές ενημέρωσης ανέφεραν πως κλιμάκιο της τροχαίας Λάρισας πραγματοποίησε επιτόπιο έλεγχο, μαζί με εργαζόμενο, διαπιστώνοντας πως το σύστημα δεν είχε πρόβλημα και λειτουργούσε κανονικά.
Τελικά κατά την διάρκεια της μαραθώνιας προανακριτικής του απολογίας που κράτησε περίπου τέσσερις και ολοκληρώθηκε γύρω στις 9 το βράδυ της Τετάρτης, παρουσία εισαγγελέα – λόγω της βαρύτητας της υπόθεσης- φέρεται να αποδέχτηκε πως εκείνος ευθύνεται που οδήγησε την επιβατική αμαξοστοιχία στην γραμμή της καθόδου προς Αθήνα, ένα λάθος το οποίο δεν διόρθωσε καθώς κατάλαβε τι είχε κάνει όταν πληροφορήθηκε τη φονική σύγκρουση, λίγο μετά τις 11 το βράδυ της Τρίτης.
Τον 59χρονο είχαν «δείξει» ως υπαίτιο, τρεις συνάδελφοι του κατά την διάρκεια των ανωμοτί εξηγήσεων που έδωσαν στις αρχές.
Από τα αρχικά στάδια των ερευνών της ΕΛ.ΑΣ., έχει προκύψει πως η επιβατική αμαξοστοιχία και η εμπορική κινούνταν στην ίδια ράγα για περίπου 10-15 λεπτά διανύοντας μία απόσταση περίπου 20χλμ, επί της ουσίας στα… «τυφλά», χωρίς οι μηχανοδηγοί να έχουν μπροστά τους κάποια σήμανση, μέχρι τη στιγμή του τραγικού δυστυχήματος.
Αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. αναφέρουν ότι «ο δρόμος για να ολοκληρωθούν οι έρευνες και να κλείσει η δικογραφία είναι μακρύς».
Ο πρώτος κύκλος των καταθέσεων θα κλείσει με αυτές των εργαζομένων ενώ ακολουθούν οι καταθέσεις και των επιβατών που κατάφεραν να διασωθούν.
Παράλληλα στη δικογραφία θα συμπεριληφθούν εκθέσεις εμπειρογνωμόνων, με την έρευνα τελικά να στρέφεται προς πάσα κατεύθυνση, χωρίς να αποκλείεται το ενδεχόμενο να ασκηθούν διώξεις και σε άλλα πρόσωπα.
Εννέα στελέχη της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών, από Αθήνα και Θεσσαλονίκη, συνέδραμαν το δύσκολο έργο των ιατροδικαστών για τη λήψη DNA προκειμένου να ταυτοποιηθούν οι σοροί που ανασύρονται από τα συντρίμμια.
Πρόκειται για μία ιδιαίτερα χρονοβόρα διαδικασία αφού αρκετά από τα θύματα είναι διαμελισμένα. Σύμφωνα με τις πληροφορίες από τους διασώστες συγκεντρώθηκαν γύρω στις 13 σακούλες με ανθρώπινα μέλη και βάσει των εκτιμήσεων στελεχών της ΕΛ.ΑΣ, ο αριθμός των νεκρών ενδέχεται να φτάσει και τους 55.
Μέχρι χθες το βράδυ λαμβάνονταν δείγματα τα οποία εστάλησαν στα εργαστήρια της ΔΕΕ και σήμερα αναμένονται οι πρώτες ταυτοποιήσεις.
Συνεχίζονται οι έρευνες
Σύμφωνα με την Πυροσβεστική Υπηρεσία, οι θερμοκρασίες που αναπτύχθηκαν έφτασαν τους 1300 βαθμούς κελσίου. Πρόκειται για θερμοκρασίες κατά τις οποίες ένα ανθρώπινο σώμα, όπως εξηγούν ειδικοί, είναι δυνατό να εξαϋλωθεί. Ωστόσο οι έρευνες στο σημείο της μεγαλύτερης σιδηροδρομικής τραγωδίας στη χώρα μας συνεχίζονται με την συνδρομή των γερανοφόρων οχημάτων, τα οποία διέκοψαν τις εργασίες τους κατά την διάρκεια της νύχτας για λόγους ασφαλείας.