Στη φυλακή οδηγούνται, μετά την καταδίκη τους από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Κιλκίς, οι δύο υπήκοοι Σκοπίων που συνελήφθησαν, επειδή επιχείρησαν να εισέλθουν στην ελληνική επικράτεια – μέσω του συνοριακού σταθμού Δοϊράνης – έχοντας στην κατοχή τους συνολικά 599 πλαστά ταξιδιωτικά έγγραφα διαφόρων ευρωπαϊκών χωρών.
Οι δύο αλλοδαποί κατηγορούμενοι, 26 και 43 ετών, δικάστηκαν το μεσημέρι του Σαββάτου με την αυτόφωρη διαδικασία και τιμωρήθηκαν με συνολική ποινή φυλάκιση 5 ετών, ο καθένας.
Το δικαστήριο τους έκρινε ένοχους για πλαστογραφία και συμμορία (για τη διάπραξη πλημμελήματος με το οποίο επιδιώκεται οικονομικό όφελος), «δείχνοντάς» τους το δρόμο προς τη φυλακή, καθώς, σύμφωνα με την ετυμηγορία των δικαστών, η παραπάνω ποινή δεν ανεστάλη ούτε μετατράπηκε, και επιπλέον δεν δόθηκε αναστέλλουσα δύναμη στην εκτέλεσή της ενόψει της έφεσης. Είχε προηγηθεί, το προηγούμενο 24ωρο, η σύλληψή τους στον συνοριακό σταθμό της Δοϊράνης, απ’ όπου οι δύο άνδρες προσπάθησαν να περάσουν στο ελληνικό έδαφος με Ι.Χ. αυτοκίνητο. Όταν οι έμπειροι αστυνομικοί του Τμήματος Διαβατηριακού Ελέγχου τους υπέβαλλαν σε εξονυχιστικό έλεγχο αποκαλύφθηκε πως έφεραν μαζί τους εκατοντάδες κενά ταξιδιωτικά έγγραφα.
Όπως ανακοίνωσε η ΕΛ.ΑΣ., 440 έγγραφα βρέθηκαν καλά κρυμμένα στη φόδρα του μπουφάν του 23χρονου οδηγού, ενώ τα υπόλοιπα 159 σε σημείο του πορτ μπαγκάζ του οχήματος. Επρόκειτο, σύμφωνα με τη δικογραφία, για πλαστά ή νοθευμένα έγγραφα – χωρίς στοιχεία ταυτοπροσωπίας – διαφόρων ευρωπαϊκών χωρών.
Μεταξύ άλλων εντοπίστηκαν κενές ταυτότητες, άδειες διαμονής και οδήγησης, που δήθεν εκδόθηκαν σε χώρες της Γηραιάς Ηπείρου (Ελλάδα, Γαλλία, Βέλγιο, Ρουμανία, Βουλγαρία, Ελβετία, Νορβηγία, Λετονία, Λιθουανία, Σουηδία κ.ά.). Πληροφορίες αναφέρουν ότι ήταν πιστά αντίγραφα επίσημων εγγράφων και έφεραν πάνω στην επιφάνεια υδατογραφήματα, επίσημες σημαίες και ονομασίες κρατών, ενώ εστάλησαν στην Υποδιεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών Βορείου Ελλάδας για εργαστηριακή εξέταση
Μέχρι στιγμής παραμένει άγνωστο σε ποια χέρια θα κατέληγαν αυτά κι αν οι δύο καταδικασθέντες ενεργούσαν για λογαριασμό άλλων προσώπων – μελών οργανωμένου κυκλώματος. Θεωρείται πάντως βέβαιο από τις διωκτικές Αρχές ότι τα έγγραφα θα αξιοποιούνταν – πιθανότατα έναντι αμοιβής – για τη διευκόλυνση ατόμων με καθεστώς παράνομης διαμονής στην Ευρώπη ενόψει της παραμονής τους ή/και μετακίνησης τους από μία χώρα σε άλλη. Οι κατηγορούμενοι στην απολογία τους απέφυγαν να αποκαλύψουν στοιχεία για τη δράση τους, τηρώντας το δικαίωμα της σιωπής.