Οι αναλύσεις των Τούρκων ειδικών σε στρατιωτικά θέματα για τα Rafale που πρόκειται -καλώς εχόντων των πραγμάτων- να προμηθευτεί η Ελλάδα, αλλά και των φρεγατών FREMM διαδέχονται η μια την άλλη.
Την δική του άποψη καταγράφει ο Τούρκος, ειδικός σε θέματα αμυντικής πολιτικής, Αρντά Μεβλούτογλου. Σύμφωνα με την άποψη του Τούρκου αναλυτή, βρίσκεται σε εφαρμογή ένα σχέδιο στρατιωτικής «περικύκλωσης» της Τουρκίας με φρεγάτες και μαχητικά, από τη «συμμαχία της Μεσογείου», όπως ονομάζει την στρατηγική συνεργασία Ελλάδας-Γαλλίας.
Ο Μεβλούτογλου τονίζει πως «η αγορά νέων φρεγατών και μαχητικών αεροσκαφών, ο εκσυγχρονισμός των υπαρχουσών τεσσάρων φρεγατών τύπου MEKO 200HN ήταν στη λίστα αναγκών της Αθήνας, για περισσότερα από δέκα χρόνια, αλλά δεν είχαν τους πόρους για την αγορά τους», σπεύδοντας πάντως να πει πως η ανακοίνωση του Έλληνα πρωθυπουργού δεν… αιφνιδίασε την Άγκυρα.
Πρόβλημα για την Άγκυρα, σύμφωνα με τον Τούρκο ειδικό, ίσως αποτελέσει η αγορά από την Αθήνα των 18 γαλλικών Rafale, που «αν και μικρός αριθμός, μπορεί να είναι αποτελεσματική προσθήκη, αφού επιπλέον Rafale της γαλλικής Αεροπορίας θα μπορούν να χρησιμοποιούν την Κρήτη και την Κύπρο ως βάσεις εξόρμησης».
Ο Τούρκος ειδικός κάνει λόγο για τον κίνδυνο περικύκλωσης της Τουρκίας από την Γαλλία, την Ελλάδα αλλά και την Αίγυπτο, σημειώνοντας πως και οι τρεις χώρες θα χρησιμοποιούν το Rafale, όταν το παραλάβει και η Ελλάδα, ενώ εμφανίστηκε ιδιαίτερα ανήσυχος για το ενδεχόμενο η Ελλάδα να αγοράσει ή να ενοικιάσει και τις γαλλικές φρεγάτες FREMM.
H Τουρκία φοβάται τους πυραύλους των γαλλικών φρεγατών και των Rafale.
Πρόκειται για τους Scalp Naval, με εμβέλεια άνω των 1000 χλμ. oι οποίοι εκτοξεύονται από τις γαλλικές φρεγάτες αλλά και τους Μeteor, οι οποίοι εκτοξεύονται από τα Rafale, με εμβέλεια άνω των 120 χλμ.
Βέβαια ο Τούρκος αναλυτής ισχυρίζεται ότι «το δημόσιο χρέος της Αθήνας, η οποία σώζεται από την πτώχευση από χώρες της ΕΕ και έχει δισεκατομμύρια δολάρια να πληρώσει έως το 2060, δεν επιτρέπει τέτοιες αγορές».
Θυμήθηκε μέχρι και τους Ολυμπιακούς του 2004 για να δικαιολογήσει το «παράλογο της αγοράς», η οποία τον στενοχωρεί ιδιαίτερα.