Μεγάλη πίεση ασκείται από την Ουάσιγκτον προς την Τουρκία, ώστε η τελευταία να σταματήσει, επιτέλους, τις αεροπορικές εταιρείες προς Ρωσία και Λευκορωσία, κυρίως για εκείνα τα δρομολόγια όπου χρησιμοποιούνται αεροσκάφη αμερικανικής κατασκευής.
Μάλιστα, η πίεση έχει ασκηθεί αφήνοντας σε προοπτική τις κυρώσεις σε βάρος διαφόρων προσώπων από τον επιχειρηματικό κόσμο της Τουρκίας, που βρίσκονται κοντά στον Πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Αυτά τα άτομα ενδέχεται να διακινδυνεύσουν, σύμφωνα με έρευνα της αμερικανικής εφημερίδας «Wall Street Journal», μέχρι φυλάκισης, μεγάλα πρόστιμα ή άρση εξαγωγικών προνομίων πέρα από τον Ατλαντικό.
Ομοίως, η πίεση που ασκείται για τις πτήσεις προς τη Ρωσία θεωρείται επίσης ως μια ισχυρή δοκιμασία αυτού που η Άγκυρα χαρακτηρίζει ως συμμαχία με τις ΗΠΑ, εντός του οργανισμού του ΝΑΤΟ και ως συντονισμό της διπλωματικής εργασίας των χωρών, σε πολλούς τομείς.
Η Τουρκία είναι μια από τις λίγες χώρες στην Ευρώπη που δεν έχει διακόψει εντελώς τις σχέσεις με τη Μόσχα. Αντίθετα, ο ίδιος ο Ερντογάν έχει ασκήσει πολλές φορές πιέσεις για να είναι μεσολαβητής μεταξύ των εμπλεκομένων μερών (Ρωσίας και Ουκρανίας), διοργανώνοντας αρκετές συναντήσεις, εκ των οποίων υπήρξαν ορισμένες επιτυχίες.
Μία από αυτές είναι η συμφωνία για το σιτάρι, που επιτρέπει στην Ουκρανία να εξάγει μεγάλη ποσότητα σιτηρών από τα νότια λιμάνια της χώρας χωρίς κανένα πρόβλημα, χωρίς να συναντά εμπόδια από τη ρωσική πλευρά.
Με τον έλεγχο της Άγκυρας στα στενά του Βοσπόρου, ο Ερντογάν είχε ένα ισχυρό κλειδί για να κρατήσει υπό έλεγχο, τόσο το Κίεβο όσο και το Κρεμλίνο.
Ωστόσο, επιτρέποντας πτήσεις προς τη Μόσχα, όλα έρχονται σε αντίθεση με τις πολιτικές που επιδιώκουν να αναλάβουν οι ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Εν τω μεταξύ, η αμερικανική πίεση έχει αναπτυχθεί σε υψηλά επίπεδα και αναμένεται τι θα γίνει και αν θα υπάρξει ή όχι αντίσταση από την τουρκική πλευρά, δεδομένων των προηγούμενων προβλημάτων με την Ουάσιγκτον, στο θέμα της στήριξης των Κούρδων.