Ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν υποστήριξε ότι η διεθνής εισροή κεφαλαίων προς την Τουρκία θα επιταχυνθεί μόλις τεθεί υπό έλεγχο ο αυξανόμενος πληθωρισμός.
«Ο θετικός αντίκτυπος της πτώσης των συμβάσεων ανταλλαγής αθέτησης πληρωμών και η βελτίωση της πιστοληπτικής ικανότητας θα γίνουν αισθητές στις κεφαλαιαγορές μας, ιδιαίτερα στο χρηματιστήριο», είπε ο Ερντογάν σε τελετή για την 150η επέτειο του Borsa Istanbul, του χρηματιστηρίου της Τουρκίας.
Και τόνισε ότι η σταθεροποίηση του πληθωρισμού θα βοηθήσει το χρηματιστήριο και θα διευκολύνει την πρόσβαση των επενδυτών σε χρηματοδοτικούς πόρους.
Ο Τούρκος πρόεδρος υπογράμμισε ότι με την εμβάθυνση των κεφαλαιαγορών στις ανεπτυγμένες οικονομίες, ο πραγματικός τομέας χρηματοδοτείται καλύτερα και τα ποσοστά αποταμίευσης αυξάνονται, και πρόσθεσε: «Πρέπει επίσης να τηρήσουμε μια πιο αποφασιστική στάση προς αυτή την κατεύθυνση και να αποτρέψουμε οποιονδήποτε, είτε πολιτικούς είτε οικονομολόγους, να χειραγωγήσει τις κεφαλαιαγορές».
Υποστήριξε επίσης ότι με τον σαρωτικό μετασχηματισμό στις κεφαλαιαγορές και το Borsa Istanbul υπό τα βήματα που έγιναν από τότε που το κυβερνών κόμμα ανέλαβε το τιμόνι το 2002 και την έναρξη λειτουργίας του Istanbul Finance Center, ο κεντρικός ρόλος της Τουρκίας στον τομέα των οικονομικών έχει ενισχυθεί.
Ο Ερντογάν τόνισε ότι το υψηλό δυναμικό ανάπτυξης της τουρκικής οικονομίας προσελκύει την προσοχή τόσο από εγχώριους όσο και από διεθνείς επενδυτές.
«Ενώ υπάρχει συρρίκνωση στην παγκόσμια οικονομία και οι ροές ξένων κεφαλαίων πέφτουν, η Τουρκία συνεχίζει να προσελκύει ξένα κεφάλαια μέσω του χρηματιστηρίου της, δηλαδή να παρέχει χρηματοδότηση για την οικονομική της ανάπτυξη», εξήγησε.
Σημειώνοντας ότι η Τουρκία διατήρησε τη θέση της ως διεθνής κόμβος κεφαλαίων, ο Ερντογάν είπε ότι η χώρα έχει προσελκύσει επενδύσεις άνω των 255 δισεκατομμυρίων δολαρίων τα τελευταία 21 χρόνια.
Από την πλευρά του, ο υπουργός Οικονομικών και Οικονομικών Μεχμέτ Σίμσεκ είπε ότι υπό την ηγεσία του Ερντογάν, το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν της Τουρκίας θα φτάσει τα 1,1 τρισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους, από 238 δισεκατομμύρια δολάρια πριν από 21 χρόνια.
Τα θεμέλια της βιώσιμης ανάπτυξης θα γίνουν ισχυρότερα και η μακροοικονομική σταθερότητα θα βελτιωθεί, είπε ο Σίμσεκ.