Ακρως αντίθετη είναι η ανακοίνωση της Εταιρείας Ελλήνων Φιλολόγων στις προωθούμενες αλλαγές του υπουργείου Παιδείας στο μάθημα της Ιστορίας όπου τις χαρακτηρίζει ως την «χαριστική βολή» στο μορφωτικό υπόβαθρο των Ελλήνων.
Στην ανακοίνωση της Εταιρείας Ελλήνων Φιλολόγων τονίζεται μεταξύ άλλων πως οι προωθούμενες αλλαγές έχουν αποτέλεσμα την : «Ελλιπέστατη και αποσπασματική γνώση της ελληνικής ιστορίας καὶ μονομερή προσέγγιση μόνο κάποιων κοινωνικών καὶ πολιτισμικών εξελίξεων του ιστορικού γίγνεσθαι, κατά την ιδεοληπτική επιλογή των προτεινόντων».
Ταυτόχρονα οι Έλληνες φιλόλογοι ανεβάζοντας περαιτέρω τους τόνους υπογραμμίζουν:
«Μετὰ τὴν ὑποβάθμιση τοῦ μαθήματος τῆς Ἱστορίας στὸ Λύκειο, ὅπου διδάσκονται συνοπτικὰ καὶ ἐπιφανειακὰ σημαντικότατα κεφάλαια, ὅπως ὁ Κυκλαδικός, Μινωικὸς καὶ Μυκηναϊκὸς Πολιτισμός, ὁ Α΄ καὶ Β΄ Ἀποικισμός, ἡ σημασία τῶν Περσικῶν Πολέμων, ὁ Πελοποννησιακὸς Πόλεμος, ὁ Φίλιππος Β΄ καὶ τὸ οἰκουμενικὸ κράτος τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου, οἱ προτάσεις τῆς Ἐπιτροπῆς ποὺ συνέστησε τὸ Ὑπουργεῖον Παιδείας,Ἔρευνας καὶ Θρησκευμάτων γιὰ τὸ μάθημα τῆς Ἱστορίας στὴν Ὑποχρεωτικὴ Ἐκπαίδευση, ἂν τελικὰ ἐφαρμοσθοῦν, θὰ ἐπιφέρουν τὴ χαριστικὴ βολὴ στὸ μορφωτικὸ ὑπόβαθρο τῶν Ἑλλήνων μαθητῶν».
Πιο συγκεκριμένα υπογραμμίζουν ότι:
«Μὲ τὴν ἀντίληψη ὅτι πρέπει νὰ ἀρθῆ “ἡ πρωτοκαθεδρία τῆς πολιτικῆς ἱστορίας” καὶ ἡ διδασκαλία νὰ στραφῆ ἀποκλειστικὰ στὴν κοινωνική, οἰκονομική, στὴν ἱστορία τοῦ περιβάλλοντος καὶ τοῦ κλίματος, στὴν τοπικὴ ἱστορία καὶ στὴ μουσειακὴ ἐκπαίδευση, ὑποβαθμίζεται ἡ διάκριση στὶς βασικὲς χρονικὲς περιόδους τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας καὶ προκαλεῖται σύγχυση καὶ ἀδυναμία στοὺς μαθητὲς νὰ ἐντάξουν τὰ γεγονότα καὶ ὅλες τὶς ἐξελίξεις στὸν χρόνο.
Παραβλέπεται ὅμως ὅτι ἡ διδασκαλία τῶν κοινωνικῶν, οἰκονομικῶν, πνευματικῶν καὶ ἐν γένει τῶν πολιτισμικῶν ἐξελίξεων διευκολύνεται οὐσιαστικὰ μὲ τὴν σαφῆ ἔνταξή τους στὶς βασικὲς χρονικὲς περιόδους καὶ σὲ συνάφεια μὲ τὰ πολιτικὰ γεγονότα ποὺ διαδραματίζονται σὲ αὐτές.
Γιὰ τὴν διδασκαλία τῆς Μυθολογίας στὴν Γ΄ Δημοτικοῦ ἡ Ἐπιτροπὴ προτείνει ἡ διδασκαλία τῶν ἑλληνικῶν μύθων νὰ γίνεται μὲ ἀναφορὲς στοὺς μύθους ἄλλων λαῶν χωρὶς μνεία τῶν πολιτικῶν, ἰδεολογικῶν καὶ πολιτισμικῶν διαδικασιῶν τῶν προϊστορικῶν κοινωνιῶν.
Ἡ ἀντίληψη αὐτὴ εἶναι ἄκρως ἀντιπαιδαγωγική, δεδομένου ὅτι χωρὶς ἐπαρκῆ γνώση τῆς Ἑλληνικῆς Μυθολογίας αὐτῆς καθ’ ἑαυτὴν ὁ μαθητὴς τῶν
8 ἐτῶν δὲν ἔχει τὴν ἀντιληπτικὴ δυνατότητα νὰ προχωρῆ σὲ διαπολιτισμικοὺς συσχετισμούς. Ἔτσι τὸ μόνο ποὺ ἐπιτυγχάνει ἡ πρόταση αὐτὴ εἶναι νὰ προκαλῆ τὴν ἀπέχθεια τῶν μικρῶν μαθητῶν γιὰ ἕνα τόσο εὐχάριστο καὶ γιὰ τὴν ἡλικία τους πρόσφορο μάθημα, ὅπως εἶναι ἡ Ἑλληνικὴ Μυθολογία.
Τὸ ἴδιο ἀρνητικὸ συναίσθημα θὰ τοὺς προκληθῆ καὶ γιὰ τὸ μάθημα τῆς Ἱστορίας καὶ στὶς ἄλλες τάξεις τοῦ Δημοτικοῦ, ἂν ἐφαρμοσθοῦν οἱ σχετικὲς προτάσεις τῆς Ἐπιτροπῆς, ὅπως θὰ δειχθῆ παρακάτω.
Διαπιστώνουμε μὲ κατάπληξη καὶ μεγάλη ἀνησυχία ὅτι στὴν Δ΄ Δημοτικοῦ ἀντικαθίσταται ἡ μέχρι σήμερα διδασκαλία τῆς Ἀρχαίας καὶ Ρωμαϊκῆς Ἱστορίας, ἡ οποία ἀποτελοῦσε τὴν ὁμαλὴ καὶ λογικὴ συνέχεια τῆς ὕλης τῆς Γ΄ Δημοτικοῦ (Μυθολογία), μὲ τὴν «διδασκαλία τῆς οἰκογενειακῆς, προφορικῆς καὶ τοπικῆς ἱστορίας»(!).
Προτείνονται μάλιστα καινοφανεῖς καὶ μικρῆς σημασίας διδακτικὲς προσεγγίσεις, ὅπως «ἱστορικοποίηση τοῦ περιβάλλοντος χώρου», «δημιουργία οἰκογενειακῶν δένδρων», «συνεντεύξεις μεταξὺ τῶν μαθητῶν» κ.ἄ. Χαρακτηριστικὸ τῆς προχειρότητας τῆς πρότασης εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι, χωρὶς καμία γνώση τῶν κύριων ἱστορικῶν περιόδων, ζητεῖται ἀπὸ τοὺς μαθητὲς νὰ μελετήσουν τὴν ζωὴ φημισμένων προσωπικοτήτων τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας, γεγονότων τοῦ παρελθόντος καθὼς καὶ νὰ ἐξοικειωθοῦν μὲ τὰ ἐργαλεῖα τῆς ἀρχαιολογικῆς ἐπιστήμης (!).
Τὸ μόνο ποὺ ἐπιτυγχάνει ἡ πρόταση διδασκαλίας μιᾶς τέτοιας ὕλης εἶναι ἡ σύγχυση καὶ ἡ ἀποδιοργάνωση τῆς μαθησιακῆς διαδικασίας χωρὶς τὴν γνώση μιᾶς κύριας περιόδου τῆς Ἑλληνικῆς Ἱστορίας, ὅπως εἶναι ἡ Ἱστορία τῆς Ἑλληνορωμαϊκῆς Ἀρχαιότητας, ἡ ὁποία κανονικὰ διδάσκεται σήμερα.
Μετὰ τὴν ἀσύνδετη αὐτὴ παρεμβολὴ ὕλης γιὰ ἕνα ὁλόκληρο σχολικὸ ἔτος, προτείνεται στὴν Ε΄ Δημοτικοῦ νὰ διδαχθῆ «ἡ ἱστορικὴ ἐξέλιξη ἀπὸ τὴν προϊστορία ἕως τὴν ὀθωμανικὴ κατάκτηση (!, σχόλιο δικό μας) καὶ λόγω τοῦ μεγάλου χρονικοῦ εὔρους ἡ
ἔμφαση τοῦ μαθήματος νὰ δίνεται στὶς σημαντικὲς κοινωνικὲς καὶ πολιτισμικὲς ἀλλαγὲς» καὶ λιγότερο στὰ γεγονότα καὶ στὰ πρόσωπα !
Δηλαδή, ἔχει σωρευθεῖ στὴν ὕλη μιᾶς μόνον Τάξης ἡ διδασκαλία τοῦ κύριου κορμοῦ τῆς Ἑλληνικῆς Ἱστορίας (Προϊστορία, Ἀρχαία, Ρωμαϊκὴ καὶ Μεσαιωνική), διάρκειας 3.500 ἐτῶν, ποὺ μέχρι τώρα διδασκόταν στὴ Δ΄ καὶ Ε΄ Δημοτικοῦ.
Ἀκολουθεῖται καὶ ἐδῶ ἡ ἴδια ἀντιεπιστημονικὴ καὶ ἀντιπαιδαγωγικὴ ἀντίληψη νὰ μὴν ἐπιχειρεῖται ἐπικέντρωση στὰ γεγονότα καὶ στὰ πρόσωπα, ἀλλὰ ἐπιλεκτικὴ καὶ ἐπιφανειακὴ προσέγγιση κοινωνικῶν ἐξελίξεων κατὰ τὴν ἄδηλη καὶ πιθανὸν ἰδεοληπτικὴ κρίση τῶν προτεινόντων. Τὸ ἀποτέλεσμα τῆς ἀντιπαιδαγωγικῆς συσσώρευσης μιᾶς τόσον ἐκτενοῦς ὕλης ἀναμφισβήτητα θὰ εἶναι: ἡ πλήρης σύγχυση, ἡ ἀδυναμία στοιχειώδους ἀφομοίωσης καὶ τῶν κεντρικότερων ἀκόμη περιόδων τῆς Ἑλληνικῆς Ἱστορίας (ὅπως ἡ δημιουργία τοῦ δημοκρατικοῦ πολιτεύματος, ὁ ἑλληνορωμαϊκὸς πολιτισμὸς καὶ ἡ συμβολὴ τοῦ Βυζαντίου στὸννεώτερο ἑλληνικὸ καὶ εὐρωπαϊκὸ πολιτισμὸ) καὶ τελικὰ ἡ ἀποστροφὴ τῶν μαθητῶν
πρὸς τὸ μάθημα τῆς Ἱστορίας.
Στὴν ΣΤ΄ Δημοτικοῦ προτείνεται ἡ μέχρι σήμερα διδασκαλία τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης σὲ ὅλες τὶς ἐκφάνσεις της νὰ ἀντικατασταθῆ μὲ τὴν διδασκαλία τῆς ἱστορικῆς ἐξέλιξης «ἀπὸ τὸν 15ο αἰώνα ἕως σήμερα μὲ ἔμφαση κυρίως στὶς κοινωνικὲς καὶ πολιτισμικὲς ἀλλαγὲς καὶ λιγότερο στὴν ἐξέταση συγκεκριμένων προσώπων καὶ γεγονότων».
Μὲ τὸ τουλάχιστον παράδοξο αὐτὸ σκεπτικὸ ἡ διδασκαλία τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης, ποὺ γέννησε τὸ νεώτερο ἑλληνικὸ κράτος, ὑποβαθμίζεται οὐσιαστικά.
Τονίζουμε μάλιστα ὅτι ἡ διδασκαλία τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης ἔχει δραματικὰ συρρικνωθῆ καὶ ἁπλῶς συγκαταλέγεται ὡς ὑποκεφάλαιο σὲ μία ἀπὸ τὶς 5 διδακτικὲς ἑνότητες μὲ τίτλο «Ἡ ἐποχὴ τῶν ἐθνικῶν κρατῶν» καὶ σὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς 10 θεματικοὺς φακέλους μὲ τίτλο
«Οἱ ἄνθρωποι τῆς Ἐπανάστασης καὶ οἱ ἄνθρωποι στὴν Ἐπανάσταση».
Ἐπιπλέον, προτείνεται οἱ ἐκπαιδευτικοὶ νὰ «ἐπιλέγουν ὁρισμένους ἀπὸ τοὺς φακέλους αὐτοὺς γιὰ νὰ τοὺς μελετήσουν μὲ τοὺς μαθητές τους».
Μὲ ἄλλα λόγια, θὰ μποροῦν, ἂν ἐπιθυμοῦν, νὰ παραλείπουν ἐντελῶς τὴν διδασκαλία τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης!
Σημειώνουμε ἐπίσης ὅτι στὶς διδακτικὲς ἑνότητες καὶ στοὺς θεματικοὺς φακέλους τοῦ μαθήματος οὐδεμία μνεία γίνεται (τυχαῖα ἆραγε;) στὸ Ἔπος 1940-41.
Ἐξ ἄλλου, τὸ εὖρος τῆς προτεινόμενης ἀπὸ τὴν Ἐπιτροπὴ διδακτέας ὕλης «ἀπὸ τὸν 15ο αἰώνα ἕως σήμερα» δὲν εἶναι εὔκολο νὰ ἀφομοιωθῆ ἀπὸ μαθητὲς 11 ἕως 12 ἐτῶν, καὶ μάλιστα μὲ μία νεφελώδη προσέγγιση «κοινωνικῶν καὶ πολιτισμικῶν ἀλλαγῶν» (π.χ. τὰ παιδιὰ τῆς ΣΤ΄ Δημοτικοῦ «νὰ ἐξηγήσουν τὰ αἴτια καὶ τὴν ἔκταση τῶν συγκρούσεων» τῶν δύο Παγκοσμίων Πολέμων). Μόνο ἀποτέλεσμα κι ἐδῶ θὰ εἶναι ἡ σύγχυση καὶ ἡ ἀποστροφὴ πρὸς τὸ μάθημα τῆς Ἱστορίας.
Συμπερασματικά, στὸ Δημοτικὸ ἡ ἑλληνικὴ ἱστορία στὴ διαχρονία της ὑποβαθμίζεται, δὲν διδάσκεται συστηματικὰ μὲ ἔνταξη στὶς θεμελιώδεις περιόδους της, ἀλλὰ μὲ ἐπιλεκτικὴ προσέγγιση τῶν κοινωνικῶν, ἰδεολογικῶν καὶ πολιτισμικῶν ἐξελίξεων.
Ἡ καλλιέργεια τῆς ἐθνικῆς ταυτότητας ὁριοθετεῖται μόνο στὸ πλαίσιο μιᾶς «πλουραλιστικῆς καὶ ἀνεκτικῆς» ταυτότητας καθὼς καὶ σὲ περιβάλλον πολυπολιτισμικότητας (!)
Ἡ καλλιέργεια τῶν ἀξιῶν, στὴν ὁποίαν δίδεται ἔμφαση, ἀποκόπτεται συνειδητὰ ἀπὸ τὶς παραδοσιακὲς ἀξίες τοῦ ἑλληνοκεντρικοῦ ἀνθρωπισμοῦ.
Τέλος στὸ πρόγραμμα τοῦ Γυμνασίου (Α΄ – Γ΄ Γυμνασίου) καὶ στὴν Α΄ Λυκείου, ἂν καὶ γίνεται ἀναφορὰ στὶς χρονικὲς περιόδους τῆς Ἀρχαιότητας, τοῦ Βυζαντίου καὶ τῆς Νεότερης καὶ Σύγχρονης Ἱστορίας, τὸ κέντρο βάρους δίδεται στὴν Εὐρωπαϊκὴ καὶ Παγκόσμια Ἱστορία, ἐνῶ ἡ Ἑλληνικὴ Ἱστορία συρρικνώνεται καὶ περιθωριοποιεῖται.
Αὐτὸς ἄλλωστε εἶναι καὶ ὁ στόχος τῆς πρότασης, ὅπως ἀπερίφραστα τονίζεται στὸ κείμενο: «νὰ ἐνταχθεῖ ἡ ἑλληνικὴ ἱστορία στὸ πλαίσιο τῆς εὐρωπαϊκῆς καὶ παγκόσμιας καὶ νὰ προσεγγιστεῖ ὡς τμῆμα εὐρύτερων καὶ πολυπλοκότερων ἱστορικῶν συνθηκῶν καὶ διαδικασιῶν …» καί, ἐπιπλέον, «νὰ δοθεῖ ἔμφαση στὴν κοινωνικὴ καὶ πολιτισμικὴ ἱστορία (ἱστορία τῆς ἐργασίας, ἱστορία τοῦ φύλου, ἱστορία τῆς παιδικῆς ἡλικίας κ.τ.λ.)».
Μὲ αὐτὸ τὸ σκεπτικὸ δὲν ἀποτελεῖ ἔκπληξη τὸ γεγονὸς ὅτι στὴ Γ’ Γυμνασίου ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση ἰσοπεδώνεται διδακτικὰ ἀνάμεσα στὶς ἄλλες ἐπαναστάσεις τοῦ 18ου-19ου αἰώνα.
Ἡ μόνη εἰδικὴ μνεία γιὰ τὴν Ἐθνεγερσία τοῦ 1821 στοὺς «Θεματικοὺς φακέλους» ἀφορᾶ τὶς πολιορκίες τῆς Τριπολιτσᾶς καὶ τοῦ Μεσολογγίου.
Εἶναι σαφὲς ὅτι ἡ διδασκαλία τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας γίνεται βορᾶ στὸν βωμὸ μιᾶς κακῶς ἐννοούμενης παγκοσμιοποίησης ἢ καὶ θύμα ἰδεοληψιῶν.
Ἀντιθέτως, χάριν τῆς στοχοθεσίας αὐτῆς, δὲν ἀναφέρεται ἡ οὐσιαστικὴ ἐπίδραση ποὺ ἄσκησε ἡ Ἑλληνικὴ Ἱστορία καὶ ὁ Ἑλληνικὸς Πολιτισμὸς στὴ διαμόρφωση τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Πολιτισμοῦ.
Μὲ βάση ὅλες τὶς παραπάνω παρατηρήσεις θεωροῦμε ὅτι οἱ προτάσεις αὐτὲς δὲν πρέπει νὰ ἐφαρμοσθοῦν, διότι θὰ προσφέρουν στοὺς μαθητὲς ἐλλιπέστατη καὶ ἀποσπασματικὴ γνώση τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας καὶ μονομερῆ προσέγγιση μόνο κάποιων κοινωνικῶν καὶ πολιτισμικῶν ἐξελίξεων τοῦ ἱστορικοῦ γίγνεσθαι, κατὰ τὴν ἰδεοληπτικὴ ἐπιλογὴ τῶν προτεινόντων.»