Από που προήλθε και τι σημαίνει ο αυστηρός ενδυματολογικός κανόνας του λευκού στο σπουδαίο γκραν σλαμ του Γουίμπλεντον; Σας έχουμε την απάντηση.
Από την αρχή του κιόλας, το 1877, το τουρνουά είχε έναν πολύ αυστηρό ενδυματολογικό κανόνα: εκείνον του λευκού. Οι τενίστες που συμμετέχουν θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί ακόμα και με τον «τόνο» του λευκού που έχουν τα ρούχα τους, καθώς δεν επιτρέπονται πλέον ούτε τα υπόλευκα ούτε τα κρεμ.
Επιπλέον, οι χρωματιστές γραμμές στη λαιμόκοψη, τις μανσέτες των μανικιών ή στις κορδέλες που φορούν στο κεφάλι τους οι αθλητές δεν μπορούν να είναι μεγαλύτερες από ένα εκατοστό και δεν επιτρέπονται τα λογότυπα που αποτελούνται από μοτίβα.
Το 134ο Γουίμπλεντον, εάν δεν έπεφτε «θύμα» της πανδημίας του κορωνοϊού, θα διεξαγόταν αυτόν τον καιρό. Το σκούρο πράσινο και μοβ είναι τα παραδοσιακά χρώματα του σήματος του τουρνουά, αλλά οι τενίστες είναι υποχρεωμένοι να φορούν λευκά ρούχα.
Όλα ξεκίνησαν στην πουριτανική βικτοριανή εποχή του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα, όταν το τένις δεν ήταν ακόμα ένα άθλημα, αλλά η διασκέδαση των αριστοκρατών. Ήταν αδιανόητο για μια ευγενή κυρία να ιδρώσει δημόσια και για αυτό τα λευκά ρούχα έγιναν μορφή του τένις, αφού τα σημάδια ιδρώτα πάνω τους δεν είναι τόσο ορατά. Ο επίσημος ενδυματολογικός κώδικας για Γουίμπλεντον, λοιπόν, ήταν στα πρότυπα της βικτωριανής εποχής.
Ο πλήρης ενδυματολογικός κώδικας του τουρνουά συντάχθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1960 και ανέφερε πως «όλα τα ρούχα των παικτών πρέπει να είναι κυρίως λευκά». Κατά καιρούς διάφοροι τενίστες και κυρίως τενίστριες «πάτησαν» πάνω στον κώδικα για να φορέσουν ρούχα όχι «εντελώς λευκά», αλλά το 2014 εκδόθηκε αυστηρός κωδικός ένδυσης, ο οποίος ισχύει μέχρι σήμερα και απαγορεύει οποιαδήποτε άλλη απόχρωση πλην της λευκής.