Σε ηλικία 91 ετών έφυγε από τη ζωή ο θρυλικός δημοσιογράφος Γιάννης Διακογιάννης, ο μέγιστος Έλληνας sportscaster όλων των εποχών.
Ο άνθρωπος που ήταν η «φωνή» των Μουντιάλ και όταν σταμάτησε να τα «σπικάρει» έχασαν μεγάλο μέρος της λάμψης τους.
Μία χαρακτηριστική φωνή που έχει μπει στο υποσυνείδητο των γενιών του ’70 και του ’80.
Είναι ο άνθρωπος που μας γνώρισε τον Μαραντόνα, τον Φαν Μπάστεν, τον Ματέους, τον Ρουμενίγκε, τον Ντασέφ, τον Πφαφ, τον Πλατινί και εκατοντάδες άλλους θρυλικούς παίχτες.
Γεννήθηκε στις 5 Ιανουαρίου του 1931 στη Αθήνα και πήγε στη Σχολή Καλπάκα στο Παγκράτι. Έχασε τον πατέρα του σε ηλικία 11 ετών από καρκίνο στον εγκέφαλο και η μητέρα του πούλησε το πιάνο της, με συνέπεια να το κόψει τα φτερά του στο χώρο της μουσικής, την οποία αγαπούσε περισσότερο και από τον αθλητισμό, όταν ήταν μικρός.
Σπούδασε αθλητική δημοσιογραφία στη Γαλλία, από όπου ήταν ο παππούς του. Έμεινε από το 1954 μέχρι το 1960 και συνεργάστηκε σε ερασιτεχνική βάση με την Equipe, ενώ έγινε και ανταποκριτής της Αθλητικής Ηχούς. Όταν επαναπατρίστηκε, συνέχισε στην “Ηχώ” και έπιασε δουλειά παράλληλα στην “Ελευθερία”.
Το 1966 έκανε την πρώτη τηλεοπτική μετάδοση Παγκοσμίου Κυπέλλου στην Ελλάδα, με μαγνητοσκοπημένη περιγραφή. Συνολικά κάλυψε όλα τα τουρνουά από το 1954 στην Ελβετία μέχρι το 1998 στη Γαλλία (το 1994 δεν ταξίδεψε στις ΗΠΑ λόγω διαφωνιών με την ΕΡΤ). H περιγραφή του στον απίθανο τελικό της Ιταλίας με τη Δυτική Γερμανία το 1982 θα μείνει στην ιστορία.
Στο παλμαρέ του βρέθηκαν 31 τελικοί του Κυπέλλου Πρωταθλητριών/Champions League, από το 1969 και το Μίλαν – Άγιαξ 4-1 μέχρι το 2000 και το Ρεάλ – Βαλένθια 3-0. Ωστόσο, ο πρώτος τελικός της διοργάνωσης που είδε από κοντά ήταν ο “παρθενικός”, το 1956 στο “Παρκ ντε Πρενς”, ως φίλαθλος και κάτοικος Γαλλίας τότε.
Ειδική μνεία στις περιγραφές του στην πορεία του Παναθηναϊκού μέχρι τον τελικό του “Γουέμπλεϊ” του 1971 και ιδίως εκείνη στο γκολ του Αριστείδη Καμάρα κόντρα στον Ερυθρό Αστέρα για τα ημιτελικά.
Το όνομά του είχε γίνει συνώνυμο των αθλητικών μεταδόσεων με αποτέλεσμα να περιληφθεί σε στίχο τραγουδιού, συγκεκριμένα στο “Το Ματς”, σύνθεσης και εκτέλεσης του Λουκιανού Κηλαηδόνη το 1979.
Μέχρι τη δεκαετία του ’90, όταν άρχισε να αποσύρεται από το προσκήνιο, μετέδωσε τηλεοπτικά σχεδόν όλα τα μεγάλα γεγονότα, όπως Ολυμπιακούς Αγώνες, Παγκόσμια Κύπελλα και Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα.
Παράλληλα, εργαζόταν και για διάφορες εφημερίδες και περιοδικά, ενώ στο ραδιόφωνο εκτός από το σχόλιό του, έκανε και μουσικές εκπομπές.
Από τα συγγραφικά έργα του ξεχωρίζουν το τετράτομο “100 Χρόνια Ποδόσφαιρο” (Μίλητος, 2006), το “60 Χρόνια Μουντιάλ” (Λιβάνης, 1990), το “Οι Μεγάλες Μορφές του Αθλητισμού” (Κάκτος, 1979) κ.α.
Στην καριέρα του αλλά και κατόπιν συγκέντρωσε πλήθος βραβείων για το δημοσιογραφικό έργο του. Υπήρξε ο πρώτος που τιμήθηκε για την εν γένει προσφορά του με το βραβείο “Ελένη Βλάχου” το 2003, ως δημοσιογράφος των “Νέων”. Το 2015 του απονεμήθηκε ο Χρυσός Σταυρός από τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Προκόπη Παυλόπουλο.
Υπήρξε νυμφευμένος με τη Βαρβάρα Δράκου, υιοθετώντας την κόρη της (από το γάμο με το δημοσιογράφο Οδυσσέα Ζούλα), την αείμνηστη Ρίκα Βαγιάνη. Κατά δήλωσή της, το επώνυμο προήλθε από τα ονόματα της μητέρας της και του Γιάννη Διακογιάννη, με τον οποίο είχε άριστη σχέση.