Ο Νίκος Κακλαμανάκης δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Είναι ο κορυφαίος Έλληνας ιστιοπλόος με δύο Ολυμπιακά μετάλλια στην κατοχή του. Το χρυσό το 1996 στην Ατλάντα και το ασημένιο το 2004 στην Αθήνα. Είναι πάνω από όλα ένας άνθρωπος που δεν έχει μάθει να χάνει μάχες και έχει πάντα το θάρρος της γνώμης του.

Ο Νίκος Κακλαμανάκης μίλησε στο Down Town για την κατάθλιψη που βίωσε, τις δυσκολίες που αντιμετώπισε, τα παιδικά του χρόνια, άγνωστες πτυχές της ζωής, αλλά και της χρυσής αθλητικής του καριέρας.

Ακολουθούν αποσπάσματα από την συνέντευξη:

«Το κεφάλαιο Ολυμπιακοί Αγώνες πότε ανοίγει;

Μετά το Χάλκινο μετάλλιό μου στο Παγκόσμιο Νέων λίγο πριν κλείσω τα 18, διάκριση μεγάλη για τα ελληνικά δεδομένα. Έτσι μπήκε μέσα μου το μικρόβιο των Ολυμπιακών Αγώνων. Άρχισα να βλέπω ολυμπιακά κυκλάκια στον ύπνο μου. Προπονούμαι ανελλιπώς για τη Σεούλ το 1988, καταφέρνω να πά.ρω την πρόκριση στους Ολυμπιακούς Αγώνες και για εμένα καταλήγει να είναι μία άκρως τραυματική εμπειρία

Προκρίνεται ένας, και ενώ είμαι εγώ αυτός έγινε ένα μαγείρεμα ανάμεσα στην Ομοσπονδία και ένα πρόσωπο πολιτικής ισχύος την περίοδο εκείνη και έστειλαν άλλον αθλητή στη θέση μου.

Στις προκρίσεις που τρέξαμε μεταξύ μας κέρδισα και τις δύο. Στις 14 ιστιοδρομίες συνολικά, κέρδισα τις 13 και στη μία που δεν κέρδισα έσπασε η μάτσα που κρατάω το πανί μου.

Κέρδισα πρόκριση και εμφάνισαν ψευδή όρια του άλλου αθλητή στην Ολυμπιακή Επιτροπή. Ζήτησα ακρόαση, δεν με δέχτηκαν. Μου έστειλαν μία επιστολή να απευθυνθώ στο Συμβούλιο της Επικρατείας δύο μέρες πριν ξεκινήσουν οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Ούτε στο αεροπλάνο δεν προλάβαινα να μπω.

Πώς το βίωσες τότε όλο αυτό;

Κάποια στιγμή εξαφανίστηκα από την οικογένειά μου, είπα «μην ανησυχείτε, θέλω να φύγω μακριά να τα βρω με τον εαυτό μου». Έκατσα και παρακολουθούσα τους Ολυμπιακούς Αγώνες σε ένα καφενεδάκι στη Λευκάδα.

Έβλεπα τον αθλητή που πήγε στη θέση μου να τερματίζει τελευταίος, να μην μπορεί να κάνει εκκίνηση ή να μην εμφανίζεται καν στους αγώνες. Αργότερα κατάλαβα ποιος ήταν ο λόγος.

Σύμφωνα με την έκθεση του αρχηγού της Ιστιοπλοϊκής ομάδας αμέσως μετά τους αγώνες σε μία προσπάθεια να εξηγήσει τη μη συμμετοχή του αθλητή, μετά από αναζήτηση μεταμεσονύκτια στο δωμάτιό του και αφού δεν τον βρήκαν τον αναζήτησαν σε όλα τα «στέκια» στο Πούσαν της Σεούλ. Εντέλει τον βρήκαν πάνω από μία φορά στο Καζίνο να παίζει «Μαύρο Ληστή» και τον έβγαλαν κακήν κακώς μετά από παρέμβαση και της αστυνομίας.

Εκεί ένιωσα πως μου πήραν το όνειρο και όχι απλώς το τσαλάκωσαν. Το όνειρό μου το έπαιξαν στα χαρτιά κυριολεκτικά!

Πώς διαχειρίστηκες την αδικία αυτή;

Ξαφνικά με «πάτησαν» μέσα στο χώμα, όμως η ήττα δεν καθορίζει τη ζωή μας. Σημασία έχει το πώς θα τη διαχειριστούμε. Εκεί είναι το κομβικό σημείο, η αξιακή προσέγγιση και διαχείριση. Δεν ήταν νίκη μόνο σώματος. «Μη γίνεις ποτέ όμοιός τους», σκέφτηκα. Ο έντιμος και ο αθώος δεν αντέχει την αδικία.

Δεν αντέχει, όμως, δεν σημαίνει ότι τα παρατά. Το πρώτο ερώτημα που έκανα στον εαυτό μου απομονωμένος στη Λευκάδα ήταν: «Μπορείς να νικήσεις κάποιον που έχει το άδικο με το μέρος του;» Αλλά το ερώτημα που ακόμα δεν μου έχει απαντηθεί εδώ και 35 χρόνια είναι αν μπορώ να λέω την αλήθεια στην εξουσία χωρίς δυσανάλογο κόστος.

Μου κατέστρεψαν το όνειρο, όμως όχι τη θέληση να ξεπερνώ την ικανότητά μου να το ξαναδημιουργήσω. Το μόνο που φοβάμαι είναι να φοβάμαι, και το ξορκίζω προσπαθώντας ακριβώς ό,τι φοβάμαι. Θα μπορούσα να τα παρατήσω και να ζούσα μια ζωή δείχνοντας με το δάχτυλό μου τι κακό έκαναν οι άλλοι.

Είπα «ο μόνος αγώνας που χάνω είναι ο αγώνας που δεν δίνω» και έτσι συνέχισα. Όμως στην πορεία έγιναν κι άλλα πράγματα που μου έκοψαν τα φτερά.

Ήρθε παρ’ όλα αυτά το σημείο που ένιωσες να λυγίζεις;

Το 1991 έφτασα για έναν αγώνα στη Δανία, έχοντας μόλις προκριθεί στους Ολυμπιακούς, χωρίς στήριξη και έχοντας ελάχιστο προϋπολογισμό από προσωπικές και οικογενειακές οικονομίες.

Σε μία προσπάθεια να μειώσω τα έξοδα επέλεξα να πάρω λεωφορείο και μετρό για να πάω στον Ιστιοπλοϊκό Όμιλο, ενώ κουβαλούσα ιστιοπλοϊκό εξοπλισμό και δύο σάκους με τα πράγματά μου, τους οποίους μου έκλεψαν στο μετρό της Κοπεγχάγης.

Ήμουν εντελώς μόνος, έμεινα χωρίς να έχω τίποτα. Ούτε προσωπικά αντικείμενα, που κάποια ήταν ευχή για εμένα, ούτε χρήματα και χωρίς να μπορώ καν να αποδείξω το όνομά μου.

Είχα καταφέρει να διεκδικήσω το όνειρό μου να πάρω την πρόκριση και πάλι ένιωσα να ξαναγκρεμίζεται. Το βράδυ μέσα στην απογοήτευσή μου, αφού είχα πάει στην αστυνομία και μου είπε ότι είχαν ανάλογα περιστατικά από τοξικομανείς, βρέθηκα να περιπλανιέμαι στους δρόμους να ψάχνω τα πράγματά μου στα σκουπίδια.

Εκεί στην κυριολεξία έψαχνα τα όνειρά μου στα σκουπίδια. Έψαχνα το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον μου. Αγωνίστηκα με στολές και εξοπλισμό δανεικά, ενώ κάποιες στιγμές έριχνε χιονόνερο.

Εκεί ήθελα να τα παρατήσω. Όταν γύρισα στην Ελλάδα, ένιωσα πως ήρθα αντιμέτωπος με την κατάθλιψη. Εκεί ήταν ένα επικίνδυνο σημείο.

Πώς θυμάσαι να βιώνεις την κατάθλιψη και πώς βγήκες από αυτό;

Ήταν η στιγμή που είχα απογοητευθεί σε σημείο τέτοιο που δεν είχα ενέργεια να προχωρήσω, είχα συναισθηματικά ισοπεδωθεί δεν μπορούσα να διαχειριστώ αυτή την πίεση.

Ένιωσα πως δεν μπορούσα να σταθώ στα πόδια μου. Έχασα αρκετά κιλά, δεν έμπαινα στο νερό, κοιμόμουν από το μεσημέρι, ήμουν σε πολύ άσχημη φάση. Βίωσα προ-Ολυμπιακή κατάθλιψη από την έλλειψη στήριξης και τον πόλεμο που δέχθηκα. Δεν μπόρεσα να σηκωθώ γρήγορα μετά από αυτό.

Βγήκα από το δύσκολο αυτό τούνελ γιατί η λαχτάρα μου για το αποτέλεσμα δεν ξεπέρασε την αγάπη μου για το ίδιο το ταξίδι, το άθλημά μου και την προσπάθεια. Όταν ένα όνειρό μου τελείωνε έβρισκα ένα άλλο. Αποφάσισα να κάνω το καλό να συμβεί μέσα από κάθε κακό που μου συνέβη.

Δηλαδή κέρδισες Ολυμπιακό μετάλλιο χωρίς να υπάρχει προπονητής;

Ακριβώς! Το 1996 κέρδισα το Χρυσό μετάλλιο χωρίς να έχω καν προπονητή. Μεγαλύτερο προπονητικό εργα- λείο από τα λάθη μου, τις ήττες και τον πόνο δεν υπήρξε. Διάβασα μετεωρολογία, αεροδυναμική, υδροδυναμική, εργοφυσιολογία, διατροφολογία κ.ά., ήμουν προπονη- τής του εαυτού μου. Δεν μπόρεσα ποτέ να έχω τη στήρι- ξη και την προπονητική που είχαν αυτοί απέναντι στους οποίους διεκδικούσα μετάλλια.

Πάνω απ’ όλα, οι άλλοι αθλητές είχαν στήριξη αλλά και την απαραίτητη ασφά- λεια σε στεριά και θάλασσα. Όταν είσαι στην Ν. Αφρική και Αυστραλία να προπονείσαι μόνος σου ή στη Δανία κουβαλώντας μόνος σου τον εξοπλισμό ρισκάρεις όχι απλώς το επίπεδό σου, γιατί οι άλλοι πηγαίνουν από την εθνική οδό κι εσύ από τον κακοτράχαλο δρόμο, ρισκάρεις και την ίδια σου την ζωή.

Πώς ήταν η εμπειρία όταν πια έφτασες να αγγίζεις το όνειρο των Ολυμπιακών Αγώνων;

Το 1992 ήρθε η Ολυμπιάδα που στο παρά κάτι δεν κατάφερα να διαχειριστώ τα συναισθήματά μου, με όλα αυτά που είχα βιώσει. Έτρεμαν τα πόδια μου, ενώ ήμουν στην 3άδα τις πρώτες ημέρες τελικά ήρθα 9ος με ελάχιστη διαφορά από την 6η θέση που θα με έκανε Ολυμπιονίκη.

Θυμάμαι από τότε χαρακτηριστικά να είμαι λ δακρυσμένος και βυθισμένος στις σκέψεις μου, εννοείται μόνος μου, ανάμεσα στο όνειρο και την παραίτηση δίπλα σε μια αθλήτρια από το Χονγκ Κονγκ, η οποία επίσης είχε τη δική της δύσκολη στιγμή να διαχειριστεί και έκλαιγε σε μια γωνιά. Και τι είναι το κάρμα… Τέσσερα χρόνια μετά γίναμε και οι δύο Χρυσοί Ολυμπιονίκες.

Το συναίσθημα επιστρέφοντας στην Ελλάδα;

Μετά τον πόνο και την πίκρα ήρθε η μεγάλη γιορτή υποδοχής των Ολυμπιονικών στο κατάμεστο Καλλιμάρμαρο. Το λέω και ανατριχιάζω ακόμα, θυμάμαι ακόμα και τώρα τον κόσμο να φωνάζει «ΕΛΛΑΣ-ΕΛΛΑΣ» και την ώρα που πάμε να κατέβουμε κάτω μου λένε ότι εδώ θα μπουν μέχρι τον 8ο γιατί ήταν κατάμεστο το Στάδιο και δεν υπήρχαν ούτε είχαν προβλεφθεί θέσεις για εμάς που είχαμε συμμετάσχει στους Ολυμπιακούς Αγώνες και είχαμε δώσει τη ζωή μας για το όνειρο.

Ήρθαν στο μυαλό μου όλα όσα έχω περάσει, όλες οι δυσκολίες, τα όσα έχω ζήσει, πως ήρθα στον πόντο και παρ’ όλα αυτά δεν μπήκα στο Καλλιμάρμαρο. Έφυγα με έναν κόμπο στο στομάχι, δακρυσμένα μάτια, χαμένος και με πόνο. Από εκεί και πέρα ήμουν ένας άλλος άνθρωπος. Μετά ο Κακλαμανάκης άρχισε να γίνεται «λύκος». Συνεχίζω και αρχίζω να κερδίζω το ένα μετάλλιο πίσω από το άλλο.

Πώς ένιωσες όταν συνειδητοποίησες ότι έγινες ο Χρυσός Ολυμπιονίκης Κακλαμανάκης;

Δεν μπορούσα εύκολα να το διαχειριστώ. Εκεί νόμιζα πως έχουν ξεφύγει τα συναισθήματά μου, ήμουν «ανισόρροπος» (γέλια). Ταπεινός και με αυτοπεποίθηση ταυτόχρονα. Σαν μία σταγόνα στον ωκεανό, αλλά και ωκεανός μέσα σε μία σταγόνα.

Στο βάθρο δεν υπάρχει σκέψη, είναι η απόλυτη αιώρηση. Δεν καταλάβαινα πού βρισκόμουν. Μου δίνουν τα λουλούδια, τα κουνούσα δεξιά-αριστερά κοιτώντας την οικογένειά μου και μου έπεσε ένα. Εκείνη τη στιγμή έσκυψα να το πιάσω και λέω στον εαυτό μου «μα καλά, έχεις καταλάβει πού βρίσκεσαι;», σηκώθηκα επάνω και γελούσα. Δεν μπορούσα ουσιαστικά να ενώσω το συναίσθημα με τη λογική εκείνη τη στιγμή.

Ο μικρός Νικόλας τότε έκλεισε ένα ταξίδι, το μετάλλιο αυτό ήταν ένας πρώτος σταθμός στο ταξίδι μου προς την Ιθάκη. Όταν έφτασα σε σημείο που δεν είχα τίποτα, είχα τουλάχιστον τον εαυτό μου. Με έκαναν Χρυσό Ολυμπιονίκη όσοι με πολέμησαν. Κάθε φορά που προσπαθούσαν να με εξαφανίσουν εμφανιζόμουν πιο δυνατός.

Επίσης έχεις μιλήσει ανοιχτά και για τις απειλές που είχες δεχθεί.

Για να ακριβολογήσω, αφορά στη σωματική μου ακεραιότητα. Είναι δύο φορές: Η μία το 1999, που είχα πει σημαντικά πράγματα δημόσια και άκουσα τη φράση «έχω τον τρόπο μου να μη φτάσεις σώος μέχρι τους Ολυμπιακούς». Τότε το δήλωσα στο δήμαρχο Αθηναίων και μου έδωσε μέρος της προσωπικής του φρουράς για έξι μήνες ώστε να μπορώ να κάνω προετοιμασία και να αγωνίζομαι.

Η δεύτερη φορά ήταν στις 4 Αυγούστου του 2018 σε Παγκόσμιο Ιστιοπλοΐας στη Δανία, σε αγώνες που προπονούσα Έλληνα αθλητή. Με πλησίασε κάποιος Έλληνας προπονητής που προπονούσε ξένους στο σημείο ανεφοδιασμού των φουσκωτών. Χτύπησε το σκάφος του πάνω στο δικό μου και μου είπε «ξέρω πλέον πού μένεις και θα σε τακτοποιήσουμε».

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

">