Μια νέα απλούστερη και ταυτόχρονα αποτελεσματικότερη τεχνολογία επιστρατεύουν οι ευρωπαϊκές αρχές για την αστυνόμευση του οδικού δικτύου και για τη βεβαίωση παραβάσεων που σχετίζονται με την υπερβολική ταχύτητα.
Οι κάμερες ταχύτητας αποτελούν τον φόβο και τον τρόμο όλων των οδηγών ή τουλάχιστον εκείνων που είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα συνηθίζουν να κινούνται πάνω από το όριο ταχύτητας.
Υπάρχουν, βέβαια, και εκείνοι που φαίνεται να έχουν βρει λύση στα προβλήματά τους εντοπίζοντας με ή χωρίς τη βοήθεια της τεχνολογίας εκείνα τα ραντάρ που βρίσκονται τοποθετημένα σε σταθερό σημείο.
Γνωρίζοντας, λοιπόν, ότι πολλοί οδηγοί έχουν τον τρόπο να αποφεύγουν τα ραντάρ ταχύτητας, οι αρχές εξέλιξαν ένα απλούστερο και αποτελεσματικότερο σύστημα ώστε να βεβαιώνουν την παράβαση της υπερβολικής ταχύτητας.
Κάμερες ταχύτητας
Επιλέγοντας το τμήμα του δρόμου που θα διενεργηθεί o έλεγχος, οι αρχές τοποθετούν μία κάμερα στην αρχή αυτού του τμήματος και μια δεύτερη στο τέλος. Το σύστημα παρακολούθησης δεν μετρά την ταχύτητα κίνησης του αυτοκινήτου αλλά τον χρόνο που χρειάστηκε το όχημα ώστε να διανύσει την απόσταση που χωρίζει τις δύο κάμερες.
Αν για παράδειγμα ο προβλεπόμενος χρόνος είναι 25 δευτερόλεπτα, οποιαδήποτε άλλη-καλύτερη επίδοση από αυτήν αποτελεί την απόδειξη ότι στο συγκεκριμένο τμήμα του δρόμου ο οδηγός έχει κινηθεί πάνω από το επιτρεπτό όριο ταχύτητας, καλύπτοντας την απόσταση σε μικρότερο χρόνο.
Με αυτόν τον τρόπο οι αρχές καθιστούν αδύνατη την παραβίαση του ορίου ταχύτητας στο συγκεκριμένο τμήμα του δρόμου, απαντώντας σε εκείνους που επιβραδύνουν τη στιγμή που πλησιάζουν μια σταθερή κάμερα ταχύτητας, επιταχύνοντας αμέσως μετά.
Με δεδομένο μάλιστα ότι στις πολιτισμένες χώρες της Ευρώπης τα… καταδρομικά μπλόκα με τις φορητές συσκευές μέτρησης ταχύτητας σπανίζουν, τα νέου τύπου ραντάρ καθιστούν πολύ πιο εύκολο και αποτελεσματικό τον τροχονομικό έλεγχο, κλείνοντας τα «παραθυράκια» που με το πέρασμα του χρόνου και την εξέλιξη της τεχνολογίας έχουν δημιουργηθεί.